Από το 1980 έως το 2017, ο αριθμός των αναπαραγόμενων πουλιών στην ΕΕ μειώθηκε κατά περίπου 600 εκατομμύρια, σύμφωνα με νέα επιστημονική έρευνα από την BirdLife International και τις Ορνιθολογικές Οργανώσεις της Βρετανίας και της Τσεχίας, που έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Πρόκειται για μία μείωση της τάξης του 17-19%, ή με άλλα λόγια, μέσα σε 37 χρόνια, ένα στα έξι πουλιά στην Ευρώπη έχει χαθεί. «Η φύση σημαίνει συναγερμό. Είναι επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπίσουμε την περιβαλλοντική και την κλιματική κρίση ενιαία, μέσω της υποστήριξης των αγρο-περιβαλλοντικών προγραμμάτων, της προστασίας των ειδών, της αειφορικής δασοπονίας και αλιείας και φυσικά της επέκτασης του δικτύου των προστατευόμενων περιοχών», υπογραμμίζει η Οργάνωση.
Η γενικότερη μείωση των πληθυσμών πουλιών που παρουσιάζει η μελέτη αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη σημαντική μείωση των κοινών ειδών. Όσο κι αν φαντάζει απίστευτο, η μεγαλύτερη πληθυσμιακή μείωση πανευρωπαϊκά αφορά τον κοινό μας σπιτοσπουργίτη, είδος που καταγράφει απώλειες της τάξης του 50%, έχοντας μειωθεί, από το 1980, κατά 247 εκατομμύρια άτομα! Η πτώση παρατηρείται τόσο στους αγροτικούς όσο και στους αστικούς πληθυσμούς του σπουργιτιού και, παρόλο που τα αίτια αυτής της δραματικής μείωσης δεν είναι απολύτως ξεκάθαρα, κύριοι παράγοντες θεωρούνται η έλλειψη τροφής εξαιτίας της απώλειας κατάλληλων ενδιαιτημάτων, η ατμοσφαιρική ρύπανση αλλά και ορισμένες ασθένειες των πουλιών.
Από τη μακρά λίστα των συνολικά 175 ειδών που σημειώνουν μείωση, οκτώ είδη έχουν ανακηρυχθεί ως οι μεγάλοι «χαμένοι» (σπιτοσπουργίτης, κιτρινοσουσουράδα, ψαρόνι, σιταρήθρα, θαμνοφυλλοσκόπος, σκαρθάκι, φανέτο, δεντροσπουργίτης) αντιπροσωπεύοντας το 69% της συνολικής καταγραφόμενης μείωσης.
Συγκρίνοντας τις τάσεις των πληθυσμών ανά είδος βιοτόπου, οι σημαντικότερες απώλειες καταγράφονται σε είδη των αγροτικών και λιβαδικών οικοσυστημάτων. Όπως έχουν καταδείξει και άλλες έρευνες στο παρελθόν, οι αλλαγές στις γεωργικές πρακτικές ευθύνονται κατά πολύ για την απότομη μείωση που σημειώθηκε κατά τη δεκαετία 1980-90, ενώ παρατηρείται μια επιβράδυνση κατά την τελευταία δεκαετία. Άλλα είδη που παρουσιάζουν αναλογικά επίσης μεγάλη μείωση είναι οι μετανάστες μεγάλων αποστάσεων, όπως η κιτρινοσουσουράδα και ο θαμνοφυλλοσκόπος, αλλά και κάποια παρυδάτια είδη πουλιών.
Από τα 378 είδη που έλαβε υπόψη της η έρευνα, 203 σημειώνουν αύξηση, με κυριότερα τον μαυροσκούφη, τον δεντροφυλλοσκόπο, τον κότσυφα, τον τρυποφράχτη, την καρδερίνα, τoν κοκκινολαίμη, τη φάσσα και τη γαλαζοπαπαδίτσα. Οι λόγοι που έχουν οδηγήσει σε αυτές τις αυξητικές τάσεις, δεν είναι εύκολο να ερμηνευθούν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η βελτίωση ενδέχεται να σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή. Για παράδειγμα, είδη όπως ο τρυποφράχτης, φαίνεται πως επωφελούνται από τους ηπιότερους χειμώνες που διανύουμε τα τελευταία χρόνια, ενώ άλλα είδη έχουν ενδεχομένως ανακάμψει λόγω της προσαρμοστικότητάς τους σε ανθρωπογενή περιβάλλοντα.
Σημειώνεται ότι τα ορνιθολογικά δεδομένα της έρευνας αντλήθηκαν από τις αναφορές που τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να υποβάλουν στην ΕΕ στο πλαίσιο της εφαρμογής της Οδηγίας για τα Πουλιά, καθώς και από το Πανευρωπαϊκό Πρόγραμμα Παρακολούθησης των Κοινών Ειδών Πουλιών, που στην Ελλάδα συντονίζει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.