Η άνοδος της θερμοκρασίας και η αύξηση της υγρασίας, τις τελευταίες δεκαετίες, επηρεάζει και την παραγωγικότητα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αμερικανικής έρευνας, οι κλιματικές μεταβολές έχουν μειώσει κατά 10% την ποσότητα εργασίας που μπορεί να προσφέρει ένας εργαζόμενος, αυξάνοντας τα αναγκαία διαλείμματα. Οι επιστήμονες που την εκπόνησαν προειδοποιούν ότι το ποσοστό ενδέχεται να διπλασιαστεί έως τα μέσα του αιώνα.
Η μέση παγκόσμια θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά 0,7 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή. Οι ερευνητές της αμερικανικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (NOAA), οι οποίοι δημοσιεύουν τα αποτελέσματα της μελέτης τους στην επιθεώρηση Nature Climate Change, βασίστηκαν στην υπόθεση της ανόδου της θερμοκρασίας κατά 1 βαθμό έως το 2050.
Όπως αναφέρουν, όσοι εργάζονται σε γραφεία χωρίς κλιματισμό, έως το 2050, θα πρέπει να κάνουν τα διπλάσια διαλείμματα για να αποφύγουν τη δυσφορία από τη ζέστη και την υγρασία. Θα συνεχίσουν μεν να εργάζονται σε θερμότερες συνθήκες, όμως «θα αισθάνονται όλο και πιο άσχημα, παρότι θα είναι παραγωγικοί», εξήγησε ο Τζον Ντιουν από τη NOAA μιλώντας στο NBC News.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο Ρόναλντ Στάουφερ της NOAA, ένας εκ των συντακτών της έκθεσης, προειδοποίησε για «θερμική καταπόνηση, που δεν θα μοιάζει με οτιδήποτε βιώνουμε σήμερα. Ο κόσμος εισέρχεται σε ένα πολύ διαφορετικό περιβάλλον και οι επιπτώσεις στην εργασία θα είναι αξιοσημείωτες».
Η μελέτη δεν καλύπτει μόνο την εργασία σε γραφεία χωρίς κλιματισμό, αλλά και όσους εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους, κατά τη διάρκεια της νύχτας ή υπό σκιάν. Δεν εξετάζει τη θερμική καταπόνηση για όσους εργάζονται εκτεθειμένοι στον ήλιο. Οι επιστήμονες έλαβαν υπόψη τις προδιαγραφές ασφαλείας της βιομηχανίας και του αμερικανικού πενταγώνου για τους χώρους εργασίας σε θερμές συνθήκες.
«Αυτή η προσπάθεια αλλάζει το τοπίο της συζήτησης γύρω από την κλιματική αλλαγή, θέτοντας με πρακτικούς όρους τις άμεσες συνέπειες για τον άνθρωπο», σημείωσε ο Ντιουν. «Αφορά όποιον εργάζεται χωρίς την πολυτέλεια του κλιματισμού και αποτελεί την ελάχιστη εκτίμηση της θερμικής καταπόνησης για όσους δουλεύουν σε περιβάλλον αυξημένης ζέστης, π.χ. σε κουζίνα ή κοντά σε κλιβάνους».