Μπορεί να επρόκειτο για μια άτυπη, αναγνωριστική συνάντηση, από την οποία δεν περίμενε κανείς ουσιαστικά αποτελέσματα πάνω σε ζητήματα μείζονος σημασίας, όμως οι ηγέτες Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας βρήκαν σημείο επαφής σε ό,τι αφορά την κοινή πρόκληση της κλιματικής αλλαγής.
Ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Σι Τζινπίνγκ, πρόεδροι των δύο μεγαλύτερων ρυπαντών παγκοσμίως, συμφώνησαν να συνεργαστούν με άλλες χώρες με στόχο τον περιορισμό της ταχύτερα αναπτυσσόμενης πηγής εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, των υδροφθορανθράκων ή HFC, οι οποίοι χρησιμοποιούνται ευρέως σε ψυγεία και κλιματιστικά. Η Κίνα μάλιστα αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα παραγωγό τους παγκοσμίως.
Παρότι τα συγκεκριμένα αέρια παραμένουν στην ατμόσφαιρα σχετικά λίγο – μεταξύ 10 και 15 ετών – θεωρούνται έως και χίλιες φορές ισχυρότερα από το διοξείδιο του άνθρακα. Από την άλλη, το γεγονός ότι έχουν μικρή «διάρκεια ζωής» σημαίνει ότι ο περιορισμός τους θα μπορούσε να έχει άμεσα αποτελέσματα στην ανάσχεση της ανόδου της θερμοκρασίας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσε ο Λευκός Οίκος, η συμφωνία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του ισοδύναμου 90 γιγατόνων διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050, ποσότητα σχεδόν ίση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οι οποίες παράγονται σε διάστημα ενός χρόνου.
«Εάν οι εκπομπές HFC δεν μειωθούν, θα μπορούσαν να αυξηθούν σε σχεδόν το 20% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050, κάτι που θα αποτελούσε σοβαρό λόγο ανησυχίας αναφορικά με τις προσπάθειες ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής», αναφέρει η ανακοίνωση.
Ήδη περισσότερες από 100 χώρες έχουν ήδη συμφωνήσει σε περιορισμό των HFC. Μένει όμως να αποδειχθεί εάν η «χειραψία» Ομπάμα-Σι ανοίγει και το δρόμο για αποτελεσματικότερη συνεργασία των δύο χωρών που κρατούν το «κλειδί» μιας παγκόσμιας συμφωνίας για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Υπενθυμίζεται ότι η Κίνα εμφανίζεται διστακτική ως προς τον περιορισμό των εκπομπών της, φοβούμενη ότι κάτι τέτοιο θα έβλαπτε την οικονομική της ανάπτυξη, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες… πετούν το μπαλάκι στους Κινέζους καλώντας τους να κάνουν εκείνοι το πρώτο βήμα. Από κοινού οι δύο χώρες παράγουν πάνω από το 40% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως.