Συγκεντρώσεις καδμίου 50 φορές πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια ανιχνεύθηκαν για πρώτη φορά σε επιφανειακά ύδατα του ποταμού Νέστου, με αποτέλεσμα να αποφασισθεί η απαγόρευση αλιείας.
Η διαπίστωση αυτή έγινε μετά από δύο δειγματοληψίες που έγιναν σε σημεία πολύ κοντά στα σύνορα υπό την εποπτεία του Τμήματος Περιβάλλοντος και Υδροοικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Δράμας.
«Στείλαμε τα δείγματα σε εξειδικευμένα εργαστήρια για μικροβιολογικές και χημικές μετρήσεις και διαπιστώσαμε την υπέρβαση ορίων του καδμίου, το οποίο πιθανολογούμε ότι δεν προέρχεται από την Ελλάδα, αφού στην περιοχή δεν υπάρχει καμία δραστηριότητα, ούτε καν κτηνοτροφική μονάδα», εξήγησε ο προϊστάμενος του Τμήματος Περιβάλλοντος Ευάγγελος Μαλκάκης.
Είπε ακόμη πως το κάδμιο μπορεί να προέρχεται από πολλές πηγές, όπως βιομηχανικές μονάδες, μεταλλουργεία ή ορυχεία.
Νέες δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν και χθες για να ελεγχθούν εκ νέου τα επίπεδα.
Η απαγόρευση της αλιείας αφορά σε ελληνικό τμήμα του ποταμού από την είσοδό του στο νομό Δράμας μέχρι την είσοδό του στους νομούς Ξάνθης και Καβάλας.
Η απαγόρευση αφορά μόνο τον Νέστο και όχι τους παραποτάμους του, για τους οποίους εξακολουθεί να ισχύει απαγόρευση αλιείας μέχρι τις 31 Οκτωβρίου για λόγους προστασίας των υδάτινων οικοσυστημάτων.
«Η απόφαση αυτή λαμβάνεται για προληπτικούς λόγους και αποσκοπεί στην προστασία της δημόσιας υγείας, καθώς στα συγκεκριμένα σημεία του ποταμού αλιεύουν πολλοί ερασιτέχνες ψαράδες», ανέφερε ο αντιπεριφερειάρχης Δράμας Γιάννης Ξανθόπουλος.
Το θέμα της εισροής ρυπαντικών φορτίων από τη Βουλγαρία στον Νέστο έχει φτάσει μέχρι τη Βουλή, έπειτα από ερώτηση του βουλευτή νομού Δράμας Δημήτρη Κυριαζίδη, ο οποίος ζητούσε απαντήσεις από το Υπουργείο Περιβάλλοντος για το αν υφίστανται σχετικές μελέτες για τη ρύπανση και τη μόλυνση του ποταμού και αν, σε επίπεδο διακρατικής συνεργασίας, υπάρχει κοινό πλαίσιο δράσης με τη Βουλγαρία.
Ο αναπληρωτής υπουργός Σταύρος Καλαφάτης είχε απαντήσει πως «εκτιμάται ότι οι υπερβάσεις στα όρια οφείλονται σε σημαντικό βαθμό, στα εισαγόμενα φορτία από τη Βουλγαρία» αλλά, «αν και έχουν ζητηθεί από τη βουλγαρική πλευρά, στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας, πληροφορίες για τις ρυπογόνες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στις διασυνοριακές λεκάνες απορροής, δεν έχουν ακόμα αποσταλεί σχετικά στοιχεία».