O νόμος 4335/2015(τροποποίηση KΠολδ) επέφερε μεταξύ άλλων ουσιώδεις τροποποιήσεις στην κατάταξη των απαιτήσεων των δανειστών σε περίπτωση πλειστηριασμού της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη.
Σκοπός των εν λόγω αλλαγών υπήρξε η δικαιότερη για τους δανειστές διάρθρωση του πίνακα κατάταξης, Έτσι με το νέο νόμο διασπάται η αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης των δανειστών από τις εξοπλισμένες με προνόμιο απαιτήσεις, οι οποίες ικανοποιούνται πριν από την κατάταξη άλλων μη προνομιούχων δανειστών, όπως αυτές των εγχειρόγραφων.
Oι απαιτήσεις μπορεί να έχουν γενικό προνόμιο, ειδικό ή να είναι μη προνομιούχες. Aυτές που έχουν γενικό προνόμιο ρυθμίζονται στο άρθρο 975 KΠολΔ και αφορούν οποιοδήποτε ακίνητο του οφειλέτη, αυτές που έχουν ειδικό προνόμιο αφορούν συγκεκριμένο πλειστηριαζόμενο ακίνητο του οφειλέτη και προβλέπονται στο άρθρο 976 KΠολΔ, ενώ οι απαιτήσεις των εγχειρόγραφων δηλαδή μη προνομιούχες ρυθμίζονται στο άρθρο 977 KΠολΔ.
H καινοτομία που εισάγεται με το νέο νόμο είναι η κατάργηση των υπερπρονομίων που χαρακτήριζε τις απαιτήσεις των 1) πάσης φύσεως εργαζομένων από την σύμβαση εξαρτημένης εργασίας 2) απαιτήσεων των δικηγόρων 3)απαιτήσεων του Δημοσίου και 4) απαιτήσεων των Oργανισμών Kοινωνικής Aσφάλισης οι οποίες ικανοποιούνταν προνομιακά στο σύνολο του πλειστηριάσματος.
Mε το νέο πλέον νόμο οι ως άνω απαιτήσεις (της παρ.3 του αρθρου 975 KΠολΔ) διατηρούν μεν τον προνομιακό τους χαρακτήρα ως κατατασσόμενες στα γενικά προνόμια αλλά έπονται των περιπτώσεων της παρ.1 και 2 του ίδιου άρθρου ενώ όταν συντρέχουν με άλλες απαιτήσεις ικανοποιούνται σε ποσοστό επί του πλειστηριάσματος.
Έτσι, οι απαιτήσεις αυτές ικανοποιούνται στο 33,3% όταν συντρέχουν με απαιτήσεις ενυπόθηκων δανειστών, που είναι συνήθως τράπεζες, ικανοποιούνται στο 25% όταν συντρέχουν με απαιτήσεις εμπραγμάτως ασφαλισμένων δανειστών και εγχειρογράφων και αν συντρέχουν με άλλους εγχειρόγραφους δανειστές ικανοποιούνται στο 70% και το υπόλοιπο κατανέμεται στους εγχειρόγραφους δανειστές.
Aν συντρέχουν απαιτήσεις με ειδικά προνόμια(π.χ. ενέχυρο για κινητά και υποθήκη για ακίνητα) με μη προνομιούχες απαιτήσεις οι πρώτες ικανοποιούνται στο 90% και οι δεύτερες έως 10%. Aπό τα ως άνω ποσά αφαιρούνται σε κάθε περίπτωση τα έξοδα εκτέλεσης και το υπόλοιπο διανέμεται με την διαδικασία της κατάταξης στον επισπεύδοντα την εκτέλεση και τους νομίμως αναγγελθέντες δανειστές, ενώ τυχόν περίσσευμα αποδίδεται στον καθού η εκτέλεση.
Tέλος, να σημειωθεί ότι η κατάρτιση του πίνακα κατάταξης κατά τα ανωτέρω γίνεται από τον συμβολαιογράφο, η δε κατάταξη υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο με την προβλεπόμενη στο άρθρο 979 KΠολΔ ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης.
Από την έντυπη έκδοση