Στην αυγή του 2018, όλος ο πλανήτης παρακολουθούσε με δέος το απίστευτο ράλι του Bitcoin και των υπολοίπων κρυπτονομισμάτων. Eν μέσω αναλύσεων, προειδοποιήσεων, αλλά και διθυραμβικών προβλέψεων ότι «πρόκειται για το νόμισμα του μέλλοντος», κάποιοι Έλληνες επιχειρηματίες αποφάσισαν να ρισκάρουν. Tοποθέτησαν μεγάλο μέρος των χρημάτων τους σε κρυπτονομίσματα, κυρίως bitcoin και ethereum, με σκοπό να διπλασιάσουν, τριπλασιάσουν και, γιατί όχι ακόμα περισσότερο, τις περιουσίες τους. Όμως, η επένδυση αυτή, δεν λέγεται τυχαία «υψηλού ρίσκου».
H συνέχεια της ιστορίας είναι γνωστή. Mετά από το ράλι, το bitcoin που είχε 13πλασιάσει την αξία του μέσα σε έναν χρόνο, άρχισε να «ξεφουσκώνει». Mέχρι που κατέγραψε μια ραγδαία πτώση, κοντά στις 6.000 ευρώ ανά κομμάτι (από τις 10.000+) για να σταθεροποιηθεί σήμερα λίγο πάνω από το «ψυχολογικό όριο» των 7.000 ευρώ.
Όσοι το κατάλαβαν νωρίς, «τραβήχτηκαν». Όσοι έχουν την οικονομική δύναμη να στηρίξουν την επένδυσή τους, τη διατηρούν, αναμένοντας ένα νέο ράλι, όσο πληθαίνουν τα ανταλλακτήρια παγκοσμίως και οι συναλλαγές με τα κρυπτονομίσματα. Γι’ αυτούς που ήλπιζαν όμως σε γρήγορο κέρδος, τα πράγματα δεν είναι ιδιαίτερα καλά.
Σήμερα, με αρκετές εποπτικές αρχές, αλλά και τους ίδιους τους «εκδότες» κρυπτονομισμάτων να προχωρούν σε regulation, δεν είναι λίγοι οι επενδυτές οι οποίοι έχουν τοποθετήσεις σε επικίνδυνα χρηματοοικονομικά προϊόντα υψηλής μόχλευσης, όπως τα κρυπτονομίσματα, που αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην εκταμίευση των χρημάτων τους εάν υποθέτουμε ότι θέλουν να τα «τραβήξουν» άμεσα, λόγω και του μεγάλου ρίσκου που έχουν προσθέσει οι χάκερς στα «ηλεκτρονικά πορτοφόλια», επιβραδύνοντας τις διαδικασίες.
Από την Έντυπη Έκδοση