Ξεπέρασαν τους 70.000 οι χρήστες που έχουν ήδη ζητήσει από τη Google να διαγράψει από τα αποτελέσματα των αναζητήσεών της τους συνδέσμους (links) για πάνω από 276.000 ιστοσελίδες που τους αφορούν.
Με τον τρόπο αυτό, οι χρήστες αξιοποιούν τη σχετική απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ τον Μάιο, σύμφωνα με την οποία ο καθένας έχει δικαίωμα να απαιτήσει τη διαγραφή δεδομένων που είναι «απαρχαιωμένα, άσχετα ή ανακριβή» έτσι ώστε να «καθαρίσει» το online προφίλ του.
Από τις 30 Μαΐου που ξεκίνησε η διαγραφή, έως τις 30 Ιουνίου, δηλαδή μέσα σε ένα μόνο μήνα, οι σχετικές αιτήσεις προς τη Google γίνονται με μέσο ρυθμό περίπου 1.000 την ημέρα και αφορούν κατά μέσο όρο 3,8 συνδέσμους ανά αίτηση χρήστη.
Οι περισσότερες αιτήσεις έχουν γίνει στη Γαλλία (περίπου 14.100) και ακολουθούν η Γερμανία (12.700) και η Βρετανία (8.500).
Παραμένει ασαφές πόσες από τις περίπου 70.000 αιτήσεις διαγραφής έχουν ήδη ικανοποιηθεί.
Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή έχει ήδη παρενέργειες και έχει πυροδοτήσει κατηγορίες για «λογοκρισία από την πίσω πόρτα», καθώς η Google προχωρά στη διαγραφή ορισμένων άρθρων, κάτι που βρίσκει αντίθετους τους ίδιους τους συγγραφείς τους, όπως πχ οικονομικούς συντάκτες του BBC, που διαμαρτυρήθηκαν έντονα, επειδή άρθρο τους από το 2007, το οποίο αφορούσε τον πρώην πρόεδρο της επενδυτικής εταιρείας Merrill Lynch Σταν Ο’Νιλ, εξαφανίστηκε από τη δημοφιλή μηχανή αναζήτησης.
Κάτι ανάλογο έγινε με αρκετά άλλα άρθρα βρετανικών εφημερίδων, μεταξύ των οποίων η Guardian που ανέφερε ότι οι σύνδεσμοι για έξι παλαιότερα άρθρα της έχουν πλέον αφαιρεθεί.
Η εφημερίδα ανέφερε ότι η Google δεν της έδωσε κάποια εξήγηση για την αφαίρεση, ούτε τη δυνατότητα να αναιρέσει την εν λόγω απόφαση.
Μεταξύ των άρθρων που «εξαφανίστηκαν» περιλαμβάνονται ειδήσεις για ένα σκάνδαλο με διαιτητή στο βρετανικό πρωτάθλημα, για ένα ζευγάρι που πιάστηκε να κάνει σεξ σε τρένο και για έναν μουσουλμάνο που κατηγόρησε την αεροπορική εταιρεία Cathay Pacific ότι δεν τον προσέλαβε λόγω του ονόματός του.
Τα ΜΜΕ ενημερώνονται από τη Google για την αφαίρεση, χωρίς όμως να γνωρίζουν την ταυτότητα του ατόμου που ζήτησε τη διαγραφή (τουλάχιστον όχι ακόμη).
«Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν πόσο ανόητο είναι το δικαίωμα στη λήθη. Είναι ισοδύναμο με το να πάει κανείς στις βιλβιοθήκες και να κάψει τα βιβλία που δεν του αρέσουν», δήλωσε ο Μάρτιν Κλαρκ, εκδότης της μεγάλης ειδησεογραφικής ιστοσελίδας Mail Online, που επίσης έπεσε θύμα «εξαφανισμένων» άρθρων.
Η Google δήλωσε ότι κάθε αίτημα για να «ξεχαστεί» κάποιος ή κάτι, θα εξετάζεται σε ατομική βάση και θα αποφασίζεται κατά πόσο πληρεί τα κριτήρια της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, το BBC, τους Times της Νέας Υόρκης και τη Guardian.
Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχολίασε, εκ μέρους της αντιπροέδρου Νέλι Κρους, ότι η αφαίρεση του άρθρου του BBC από τα αποτελέσματα των αναζητήσεων «δεν ήταν καλή απόφαση», καθώς δεν φαίνεται να δικαιολογείται με βάση κάποιο «λογικό δημόσιο συμφέρον».
Όπως είπε, το νόημα της δικαστικής απόφασης δεν είναι να επιτρέπει στους ανθρώπους «να κάνουν Photoshop στις ζωές τους» (δηλαδή να “επεξεργάζονται” την υστεροφημία τους, όπως τους συμφέρει).
Η «εξαφάνιση» φαίνεται μόνο στην Ευρώπη, ενώ αν κάποιος κάνει την ίδια διαδικτυακή αναζήτηση (π.χ. για κάποιο άτομο) από τις ΗΠΑ μέσω της διεύθυνσης Google.com, οι «ξεχασμένοι» σύνδεσμοι εμφανίζονται κανονικά.
Επίσης, τα άρθρα δεν έχουν σταματήσει να εμφανίζονται στις ιστοσελίδες των ίδιων των μέσων ενημέρωσης που τα δημοσίευσαν αρχικά.
Το μερίδιο της Google στις αναζητήσεις στην Ευρώπη είναι 85% έως 90%, ενώ στις ΗΠΑ κάτω από 70%.