Κοντά στο αναγκαστικό τέλος της αποστολής του βρίσκεται το διαστημικό τηλεσκόπιο “Κέπλερ” της NASA, καθώς ξεμένει σιγα-σιγά από καύσιμα.
Κινούμενο σε τροχιά γύρω από τη Γη, σε απόσταση περίπου 150 εκατομμυρίων χιλιομέτρων, το “Κέπλερ” έχει ανακαλύψει χιλιάδες εξωπλανήτες στα εννέα χρόνια της ζωής του και έχει επιβιώσει από διάφορα τεχνικά προβλήματα. Αυτή την φορά όμως, και όσο τουλάχιστον… δεν υπάρχουν βενζινάδικα για ανεφοδιασμό στο διάστημα, το οριστικό τέλος του σκληροτράχηλου τηλεσκοπίου πλησιάζει, κάτι που αναμένεται, σύμφωνα με το Κέντρο Ερευνών Ames της NASA, να συμβεί σε μερικούς μήνες, χωρίς να μπορεί να προσδιορισθεί η ακριβής ημερομηνία.
Το πιο σοβαρό πλήγμα ως τώρα το “Κέπλερ” το υπέστη το 2013, όταν λόγω τεχνικής βλάβης κατέστη αδύνατο να κρατήσει σταθερή τη “ματιά” του στο οπτικό πεδίο του. Στο διαστημόπλοιο όμως δόθηκε μια δεύτερη ζωή καθώς χρησιμοποίησαν την πίεση της ηλιακής ακτινοβολίας για να διατηρήσουν την πορεία του, όπως ένα καγιάκ που κινείται με το ρεύμα του ποταμού.
Γνωστή ως αποστολή Κ2, η αναγέννηση του “Κέπλερ” είχε ως αποτέλεσμα το τηλεσκόπιο να αλλάζει πια κάθε τρεις μήνες περίπου το οπτικό πεδίο του στον ουρανό. Αρχικά, η ομάδα επιστημόνων γύρω από το Kepler εκτιμούσε ότι η αποστολή K2 θα μπορούσε να πραγματοποιήσει 10 τριμηνιαίας διάρκειας “κύκλους” με το υπόλοιπο των καυσίμων. Η πρόβλεψη αυτή όμως αποδείχθηκε υπερβολικά συντηρητική, καθώς η αποστολή έχει ήδη ολοκληρώσει 16 “κύκλους”, και αυτό το μήνα εισήλθε στον 17ο.
Οι επιστήμονες της NASA σχεδιάζουν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατό περισσότερα επιστημονικά δεδομένα στον εναπομείναντα χρόνο, μέχρι τουλάχιστον να υπάρξει κάποιο “σήμα” ότι το σκάφος “δεν προχωράει άλλο”. Στο μεταξύ, ετοιμάζεται ο επόμενος αμερικανικός «κυνηγός» εξωπλανητών, το διαστημικό τηλεσκόπιο TESS (Transiting Exoplanet Survey Satellite), που προγραμματίζεται να εκτοξευθεί από το Ακρωτήριο Κανάβεραλ της Φλόριντα στις 16 Απριλίου.
Ελπίζοντας να συνεχίσει τις ανακαλύψεις εξωπλανητών του “Κέπλερ”, το νέο τηλεσκόπιο θα εστιάσει γύρω από τα φωτεινότερα άστρα που βρίσκονται σε απόσταση έως 300 ετών φωτός από τη Γη.