Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι σήμερα, και ειδικά τους τελευταίους μήνες λόγω της πανδημίας, τα παιδιά περνούν πολλές ώρες μπροστά στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου τους, αντί να αλληλοεπιδρούν με τον πραγματικό κόσμο όπως έκαναν οι γονείς τους όταν ήταν παιδιά. Τι μεσολάβησε, όμως, τις τελευταίες δεκαετίες που να δικαιολογεί τις τόσο δραματικές αλλαγές στον τρόπο που οι άνθρωποι επικοινωνούν και αλληλοεπιδρούν;
Σύμφωνα με την εταιρεία κυβερνοασφάλειας ESET που μελέτησε πρόσφατα τη σχέση των γονιών και παιδιών με την τεχνολογία, και κυρίως τα κινητά τηλέφωνα, και διαπίστωσε ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων είναι τεράστιες. Η έρευνα της ESET σε γονείς παιδιών ηλικίας 10 έως 18 ετών στο Ηνωμένο Βασίλειο δείχνει ότι κατά μέσο όρο απόκτησαν το πρώτο τους κινητό τηλέφωνο στα 24 τους, με το 44% των ερωτηθέντων να αποκτούν για πρώτη φορά κινητό τηλέφωνο μετά τα 21. Συγκριτικά, η μέση ηλικία κατά την οποία τα παιδιά των συγκεκριμένων γονιών απόκτησαν το πρώτο τους κινητό τηλέφωνο ήταν τα 11, με το 73% να διαθέτουν κινητό τηλέφωνο πριν μπουν στα 12.
Η απόκτηση κινητού τηλεφώνου σε νεαρή ηλικία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Όχι μόνο τα κινητά τηλέφωνα παίζουν πλέον πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών από ό, τι στο παρελθόν, αλλά αυτές οι συσκευές έχουν και ένα σημαντικό αντίκτυπο σχεδόν σε όλες τις πτυχές της ζωής των παιδιών.
Για παράδειγμα ας πάρουμε τους υπολογιστές: οι επιτραπέζιοι υπολογιστές έγιναν πραγματικά μέρος της καθημερινότητάς μας τη δεκαετία του 1980, με τους περισσότερους από αυτούς να βρίσκονται τοποθετημένοι στις αίθουσες διδασκαλίας και στα οικιακά γραφεία, σε μια περίοδο που οι περισσότεροι σημερινοί γονείς ήταν ακόμα μαθητές. Αυτοί οι υπολογιστές συνδέονταν στο internet συνήθως μέσω dial-up, πράγμα που σημαίνει ότι οι δυνατότητες περιήγησης ήταν κάπως περιορισμένες μέχρι την εισαγωγή της ευρυζωνικής σύνδεσης στη δεκαετία του 1990. Σήμερα, τα παιδιά διαθέτουν περισσότερη υπολογιστική ισχύ στην παλάμη τους από ότι είχαν οι γονείς τους σε έναν επιτραπέζιο υπολογιστή και έχουν πρόσβαση τόσο σε ευρυζωνικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας όσο και σε δίκτυα 4G.
Αυτό, με τη σειρά του, υποδηλώνει αυτόματα μια τεράστια αλλαγή στο τι μπορούν να κάνουν τα παιδιά με τα κινητά τους. Τα παιδιά του 20ου αιώνα βασίζονταν στα οικιακά τηλέφωνα και αργότερα στα απλά συμβατικά κινητά τηλέφωνα για να επικοινωνούν, ενώ τα παιδιά σήμερα μπορούν να επικοινωνούν με τις επαφές τους σε πλατφόρμες ανταλλαγής μηνυμάτων και κοινωνικά δίκτυα, μέσω κειμένου, εικόνων, βίντεο και πολλών άλλων μέσων. Επίσης, τα σύγχρονα smartphones ενσωματώνουν ψηφιακές κάμερες που ξεπερνούν κατά πολύ τις δυνατότητες των φωτογραφικών συσκευών που χρησιμοποιούσαν οι γονείς τους, μαζί με αρκετή μνήμη για να αποθηκεύουν ατελείωτα μουσικά κομμάτια, φωτογραφίες και podcast.
Αν τώρα σε αυτές τις δυνατότητες προσθέσουμε και την τεράστια ποικιλία εφαρμογών που επιτρέπουν τη ροή βίντεο, τα παιχνίδια και την κοινή χρήση περιεχομένου και θα καταλάβουμε γιατί τα παιδιά θέλουν να περνούν το χρόνο τους μπροστά σε μια οθόνη. Ουσιαστικά, τα παιδιά έχουν πλέον έναν υπολογιστή, μια φωτογραφική μηχανή, ένα στερεοφωνικό, μια συσκευή αναπαραγωγής βίντεο και πολλά άλλα σε μια μόνο συσκευή που βρίσκεται στη διάθεσή τους 24 ώρες το 24ωρο. Επομένως, είναι δύσκολο να τα κατηγορήσουμε ότι είναι συνδεδεμένα υπερβολικά με τα τηλέφωνά τους. Είναι ωστόσο σημαντικό να βεβαιωθούμε ότι χρησιμοποιούν αυτές τις συσκευές με ασφάλεια.
Η ESET συμπεραίνει ότι η εγκατάσταση ενός αξιόπιστου προγράμματος mobile security μπορεί να προστατέψει το κινητό τηλέφωνο του παιδιού σας από τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται. Αυτό, σε συνδυασμό με την κατανόηση των συνηθειών των παιδιών σας και του ειλικρινούς διαλόγου σχετικά με το πώς να παραμείνουν ασφαλή στο διαδίκτυο, θα επιτρέψει την αποτελεσματική εποπτεία του χρόνου που περνάνε μπροστά στην οθόνη του κινητού.