Ο Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων (LHC), μέσω του οποίου ανακαλύφθηκε αυτό που πιστεύεται ότι είναι το κάποτε απατηλό σωματίδιο Higgs, θα σταματήσει τις λειτουργίες για δύο χρόνια, για λόγους απαραίτητης συντήρησης και αναβάθμισης.
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Πυρηνική Έρευνα (CERN), οι εργασίες συντήρησης ξεκίνησαν την Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου. Οι συγκρούσεις σωματιδίων θα σταματήσουν έως το 2015, όμως το εργαστήριο του CERΝ θα επανέλθει σε λειτουργία μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2014.
Ο επιταχυντής, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα ορόσημα μηχανικής της ανθρωπότητας, κατασκευάστηκε για να εξετάσει θεωρίες όπως αυτή της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang Theory), την ύπαρξη σκοτεινής ύλης και το μποζόνιο Higgs. Συγκρούοντας δέσμες σωματιδίων εντός του επιταχυντή δημιουργούνται νέα σωματίδια που αναπαράγουν τις συνθήκες που επικρατούσαν στο σύμπαν λίγο μετά τη δημιουργία του.
Ο επιταχυντής βρίσκεται κάτω από το έδαφος στην περιοχή των Γαλλοελβετικών συνόρων και έχει μήκος 26.6 χιλιομέτρων. Οι πρώτες δοκιμές έλαβαν χώρα το Σεπτέμβρη του 2008 αλλά διάφορα τεχνικά προβλήματα τον κράτησαν εκτός λειτουργίας έως το Νοέμβριο του 2009. Μετά τις προγραμματισμένες αναβαθμίσεις θα έχει την δυνατότητα πραγματοποίησης συγκρούσεων υψηλότερης ενέργειας.
«Χρειάζονται αρκετές εργασίες σταθεροποίησης σε όλο το σύμπλεγμα επιταχυντών του CERN, όπως και στον LHC», δήλωσε ο διευθυντής επιταχυντών και τεχνολογίας του CERN, Στηβ Μάιερς. «Ουσιαστικά θα ξαναχτίσουμε τις διασυνδέσεις μεταξύ των μαγνητών του επιταχυντή, ώστε όταν συνεχίσουμε λειτουργίες το 2015 να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την ονομαστική ενέργεια των 7TeV ανά δέσμη», πρόσθεσε.
Οι ιθύνοντες του CERN αναφέρουν πως έχουν συλλέξει περισσότερα από 100 petabytes (100 δισεκατομμύρια gigabytes) δεδομένων, που ισοδυναμούν με 700 χρόνια ταινιών υψηλής ποιότητας. Μετά την επιβεβαίωση κατά 99,9% της ανακάλυψης του μποζονίου Higgs, οι υπεύθυνοι θεώρησαν πώς ήταν η κατάλληλη χρονική στιγμή να ολοκληρώσουν τις απαραίτητες εργασίες και παράλληλα να μελετήσουν τον τεράστιο όγκο δεδομένων που είχε συσσωρευτεί.
Οι εργασίες αναβάθμισης αναμένεται να κοστίσουν 50 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα (περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ).