Την αντίθεσή του στην επιβολή νέων φόρων στον τομέα του τουρισμού, με την τουριστική περίοδο να έχει ήδη ξεκινήσει, εκφράζει σε σημερινή ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).
Παράλληλα, καλεί τις αρμόδιες αρχές να ξεκινήσουν άμεσα ελέγχους επιβάλλοντας κυρώσεις για τα παράνομα καταλύματα, προκειμένου να συμμορφωθούν όλες οι επιχειρήσεις στην απόδοση των ήδη εφαρμόσιμων φόρων, του ΦΠΑ και των ασφαλιστικών εισφορών.
Ο ΣΕΤΕ επισημαίνει ότι θα πρέπει να παγιωθεί η πληρωμή μισθών μέσω τραπεζικού λογαριασμού και ταυτόχρονα να επιβληθεί η χρήση πιστωτικών καρτών για ποσά μεγαλύτερα των 100 ευρώ, εισπράττοντας με αυτό τον τρόπο άμεσα τους αναλογούντες φόρους.
Επιπλέον, εκτιμά ότι με την εφαρμογή των παραπάνω, οι αρμόδιες υπηρεσίες μπορούν να συλλέξουν έως 500 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την επιβολή φόρου πολυτελείας ή φόρου διανυκτέρευσης σε καταλύματα και προορισμούς, ο ΣΕΤΕ αναφέρει ότι παρόμοιος φόρος υπάρχει και σε άλλους τουριστικούς προορισμούς.
Όμως, υπογραμμίζει ότι ο φόρος αυτός αποδίδεται στους δήμους για την ενίσχυση των απαραίτητων πόρων που χρειάζονται για την παροχή ποιοτικών τουριστικών υπηρεσιών.
«Στη χώρα μας τέτοιος φόρος υπάρχει (τέλος παρεπιδημούντων) και αποδίδεται στους δήμους από τα τουριστικά καταλύματα», σημειώνει η ανακοίνωση.
«Ο ΣΕΤΕ, κατανοεί πλήρως την προσπάθεια που κάνει η ελληνική κυβέρνηση για να ολοκληρώσει άμεσα τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, ώστε να βρεθεί βιώσιμη και οριστική λύση για την Ελλάδα, για την παραμονή της χώρας στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη, την ανάταση της οικονομίας και την υποστήριξη της κοινωνίας μας. Δεν γίνεται όμως, υπό την πίεση των δανειστών, να εμφανίζονται συνεχώς διαφορετικά σενάρια σχετικά με τον σχεδιασμό και την επιβολή νέων φόρων στον τομέα του τουρισμού, τη στιγμή μάλιστα που η τουριστική περίοδος έχει ξεκινήσει και ειδικά χωρίς να έχει προηγηθεί σωστός σχεδιασμός», επισημαίνει ο ΣΕΤΕ.
«Ο ΣΕΤΕ, ως σύγχρονος κοινωνικός εταίρος βρίσκεται στο πλευρό της κυβέρνησης και των αρμόδιων αρχών στις προσπάθειες που γίνονται. Ταυτόχρονα όμως, εκπροσωπώντας 700.000 ανθρώπους που εργάζονται και ζουν από τον τουρισμό, οφείλει να αναδεικνύει τις ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες λύσεις που μπορούν να συνεισφέρουν στην ενίσχυση της οικονομίας, χωρίς παράλληλα να πλήξουν την ανάπτυξη του κλάδου», καταλήγει.