Καταγγελία έκανε χτες το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΞΕΕ) σχετικά με άδειες που δίνονται σε διαμερίσματα για να λειτουργούν ως ενοικιαζόμενα δωμάτια, στην Αττική.
Σύμφωνα με το επιμελητήριο, τρία κτίρια έλαβαν ήδη άδεια από τον ΕΟΤ για λειτουργία ως ενοικιαζόμενα διαμερίσματα.
Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος κατηγορεί τον ΕΟΤ για αθέμιτο ανταγωνισμό, εφόσον δίνει τη δυνατότητα ίδρυσης μονάδων ενοικιαζόμενων δωματίων χαμηλότερων υπηρεσιών σε σχέση με τα ξενοδοχεία.
Το ΞΕΕ ζητεί να επανεξεταστεί συνολικά η πολιτική χορήγησης νέων αδειών ενοικιαζόμενων δωματίων σε όλη την Αττική, υπενθυμίζοντας ότι τα ενοικιαζόμενα δωμάτια και διαμερίσματα ξεκίνησαν ως μέρος της κατοικίας του επιχειρηματία και λειτουργούσαν ως συμπληρωματική μορφή καταλύματος σε περιοχές, που δεν υπήρχε ξενοδοχειακή υποδομή ή αυτή ήταν ανεπαρκής.
Επιστολή ΞΕΕ
Επιπλέον, το ΞΕΕ έστειλε επιστολή στον υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, και επαναφέρει το ζήτημα της επιδοτούμενης δημιουργίας νέων ξενοδοχείων στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπως και στις κορεσμένες τουριστικά περιοχές της χώρας.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην επιστολή, «Η πριμοδότηση νέων επενδύσεων στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, πέρα από το γεγονός του αθέμιτου ανταγωνισμού των ενισχυόμενων επενδύσεων απέναντι στις ήδη υπάρχουσες, λειτουργούσες και ουδέποτε ενισχυθείσες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, θα επιτείνει την παρατηρούμενη πτώση των τιμών και πληροτήτων, εξαιτίας των ειδικών κοινωνικών συνθηκών που επικρατούν τα τελευταία 2 χρόνια, κυρίως στην Αθήνα και που έχουν οδηγήσει τελικώς στο κλείσιμο 10 τουλάχιστον ξενοδοχείων, στο κέντρο της πόλης» υπογραμμίζεται στην επιστολή.
«Αλλωστε η δυνατότητα ίδρυσης νέων ξενοδοχειακών μονάδων ήταν και είναι ελεύθερη για οποιονδήποτε επιθυμεί να επενδύσει με ίδιους πόρους και κεφάλαια. Στη δύσκολη οικονομική συγκυρία αυστηρής δημοσιονομικής λιτότητας, η ενίσχυση της ίδρυσης ξενοδοχειακών επιχειρήσεων στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τις ανάγκες και προοπτικές των συγκεκριμένων αγορών».