Η Αυστραλία στέλνει περισσότερη βοήθεια στο έθνος των Νήσων Σολομώντος για να σταματήσει την διαρροή πετρελαίου από ένα προσαραγμένο φορτηγό πλοίο που απειλεί ένα θαλάσσιο καταφύγιο που έχει χαρακτηριστεί ως παγκόσμια κληρονομιά από την UNESCO.
Τουλάχιστον 75 τόνοι βαρύ μαζούτ έχουν διαρρεύσει από το πλοίο Solomon Trader που φέρει σημαία Χονγκ Κονγκ από τότε που ένας κυκλώνας τον οδήγησε σε έναν ύφαλο στο νησί Rennell στις 5 Φεβρουαρίου. Το πλοίο μετέφερε 700 τόνους πετρελαίου όταν προσάραξε και υπάρχουν φόβοι ότι το υπόλοιπο καύσιμο θα καταστρέψει το νησί Rennell, μεγαλύτερη κοραλλιογενής ατόλη στον κόσμο και “σπίτι” πολλών ειδών που δεν βρίσκονται πουθενά αλλού.
Το SOLOMON TRADER είχε ναυλωθεί από τοπική εταιρεία εξορύξεων, τη Bintan Mining, για να μεταφέρει βωξίτη, ένα πέτρωμα που χρησιμοποιείται στην παραγωγή αλουμινίου. Το αυστραλιανό υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου δήλωσε πως υπάρχει αυξημένος κίνδυνος διαρροής στη θάλασσα του πετρελαίου που παραμένει στο SOLOMON TRADER και εξέφρασε την «προφανή δυσαρέσκειά του» για την αργή πρόοδο.
“Υπάρχει υψηλός κίνδυνος να παραμείνει το πετρέλαιο του πλοίου (που σήμερα εκτιμάται ότι υπερβαίνει τους 600 τόνους) να διαρρεύσει στη γύρω περιοχή”, αναφέρεται στην ανακοίνωση του υπουργείου. “Η Αυστραλία υποστηρίζει την προσπάθεια της κυβέρνησης των Νήσων Σολομώντος να αναλάβουν τις ευθύνες τους οι ιδιωτικές εταιρείες που εμπλέκονται”, πρόστίθεται.
ΗΞ κυβέρνηση των Νησιών Σολομώντα ισχυρίζεται πως την ευθύνη για την ανέλκυση του πλοίου και τη μετρίασε της περιβαλλοντικής καταστροφής έχουν οι εμπλεκόμενες εταιρείες. Το Radio New Zealand μετέδωσε πως η King Trader Ltd., πλοιοκτήτρια εταιρεία, έστειλε μια ομάδα για να βοηθήσει στην επιχείρηση ανέλκυσης, ενώ η Bintan, ως ναυλώτρια εταιρεία, υποστήριξε πως δεν φέρει νομική ευθύνη για το πλοίο και για το ατύχημα.
Σημειώνεται ότι η UNESCO έχει χαρακτηρίσει το νότιο κομμάτι του νησιού Ρένελ ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Αναφέρει πως το νησί είναι η μεγαλύτερη κοραλλιογενής ατόλη στον κόσμο και ένα «πραγματικό φυσικό εργαστήριο» για επιστημονική έρευνα. Στην περιοχή μένουν επίσης περίπου 2.000 άτομα που η ζωή τους είναι άμεσα συνδεδεμένη με το θαλάσσιο οικοσύστημα.