Μια μοναδική για την Ελλάδα αλλά και διεθνώς εκκλησιαστική έκθεση με τίτλο: «Άγιοι Βρακοφόροι και Φουστανελάδες, Εικονογραφία Νεομαρτύρων από την Κρήτη και άλλες περιοχές» εγκαινιάζεται το Σάββατο 22 Οκτωβρίου στο Ηράκλειο στις 6 το απόγευμα στο Μουσείο Χριστιανικής Τέχνης «Αγία Αικατερίνη Σιναϊτών», της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης.
Η έκθεση αποτελεί συνδιοργάνωση της Περιφέρειας Κρήτης με το παραπάνω Μουσείο Χριστιανικής Τέχνης και εντάσσεται στο 2ο φεστιβάλ Κρήτης της Περιφέρειας το οποίο έχει την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού. Στην έκθεση, η οποία έχει εικαστικό, θρησκευτικό και κοινωνικό περιεχόμενο, οι επισκέπτες θα έχουν ελεύθερη είσοδο και θα μπορούν να δουν 46 συνολικά αγιογραφίες από την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, με το παλαιότερο έργο της έκθεσης να υπάρχει από το 1836 ενώ τα νεότερα φτάνουν μέχρι τις μέρες μας. Το ωράριο λειτουργίας της έκθεσης είναι από Δευτέρα-Σάββατο 9:30 με 19:30 και Κυριακή 10:30-19:30.
Σύμφωνα με τους συνδιοργανωτές, για πρώτη φορά, Κλήρος, θεσμικοί εκπρόσωποι, φιλότεχνοι, πολίτες, θα μπορέσουν να δουν συγκεντρωμένες σπάνιες αγιογραφίες που απεικονίζουν Νεομάρτυρες της Ελληνικής Εκκλησίας με παραδοσιακές φορεσιές, βράκες και φουστανέλες. Τα έργα συλλέχθηκαν από Εκκλησίες και Μητροπόλεις απ’ όλη την Ελλάδα και εκτίθενται στον μοναδικής ομορφιάς χώρο του Μουσείου, που στεγάζεται στον παλαιό ναό της Αγίας Αικατερίνης, χτισμένο ήδη από τον 13ο αιώνα στην αρχική του μορφή.
Μέσα από την έκθεση γίνεται φανερή η σημασία του ενδύματος στη Χριστιανική τέχνη. Η ορθόδοξη αγιογραφία αποτύπωνε και διέσωζε μέσα από την ενδυμασία πληροφορίες από την καθημερινότητα, παρέχοντας πολύτιμο λαογραφικό και ιστορικό υλικό. Στα έργα της έκθεσης ωστόσο, ο ρόλος της ενδυμασίας έχει μία ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς απεικονίζονται αφιερωτές και Νεομάρτυρες, που χρειαζόταν να γίνουν άμεσα αναγνωρίσιμοι από τους πιστούς. Το ένδυμα γίνεται πρωτεύον στοιχείο της σύνθεσης, σηματοδοτώντας το πέρασμα της αγιογραφίας από τους ρωμαϊκούς χιτώνες στις παραδοσιακές ενδυμασίες.
Η ιστορική περίοδος κατά την οποία φιλοτεχνήθηκαν οι αγιογραφίες της έκθεσης, συμπίπτει με την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό. Έτσι, όταν οι πλανόδιοι ζωγράφοι της Ηπείρου άρχισαν να ντύνουν του Αγίους στις εικόνες τους με φουστανέλες, το ελληνικό κράτος είχε μόλις γεννηθεί. Οι τοπικές ενδυμασίες κυριαρχούσαν σε ολόκληρο σχεδόν τον ελληνικό χώρο και οι Νεομάρτυρες απεικονίζονταν στις εικόνες ακριβώς όπως ήταν στην επίγεια ζωή τους, με στιβάνια, βράκες και φουστανέλες. Οι εικόνες αυτές βρίσκονται επομένως σε άμεση συνομιλία με την κοινωνία και την εποχή κατά την οποία φιλοτεχνήθηκαν.
Όπως λέει η επιμελήτρια της έκθεσης, Δρ. Έφη Ψιλάκη: «Η εισαγωγή των τοπικών ενδυμασιών στις εικόνες των Νεομαρτύρων αποτέλεσε σημαντική τομή στην εξέλιξη της θρησκευτικής ζωγραφικής κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας και ιδιαίτερα κατά τον 19ο αιώνα. Αυτοδίδακτοι λαϊκοί καλλιτέχνες τολμούν στα δύσκολα αυτά χρόνια να απεικονίσουν τις σεπτές μορφές των ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους για τη χριστιανική πίστη και την πατρίδα με τις καθημερινές φορεσιές τους και να δημιουργήσουν νέους εικονογραφικούς τύπους αλλά και νέα ηθικά πρότυπα.
Η εντυπωσιακή αυτή έμπνευση αποτέλεσε αφετηρία σημαντικών εξελίξεων στον εκκλησιαστικό και στον κοινωνικό χώρο και εξέπεμψε πολλαπλά μηνύματα. Άγιος δεν ήταν πια μόνον εκείνος που είχε μαρτυρήσει σε κάποια μακρινή εποχή, όπως είναι τα χρόνια των διωγμών, άγιος μπορούσε να είναι ο συντοπίτης, ο άνθρωπος που κινούνταν στον ίδιο χώρο με τον πιστό και, μάλιστα, κατά τον ίδιο χρόνο. Ήταν εκείνος που είχε τις ίδιες αγωνίες, την ίδια πίστη, εκείνος που ντυνόταν με την ίδια φορεσιά».