Κέρδη 2,33% στα 22,65 ευρώ, σημειώνει η μετοχή της UniCredit, μετά την ανακοίνωση του μεγάλου deal με την Alpha Bank, υπεραποδίδοντας του πανευρωπαϊκού τραπεζικού δείκτη που ενισχύεται οριακά κατά 0,2%.
Στο μεταξύ, σε αναστολή διαπραγμάτευσης τέθηκε η μετοχή της Alpha Bank μέχρι να δοθούν διευκρινήσεις από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σχετικά με τους όρους της διαδικασίας αποεπένδυσής του, στον απόηχο της πρότασης που έκανε η UniCredit για την εξαγορά του ποσοστού του Ταμείου.
Όπως σχολιάζει το πρακτορείο Bloomberg, η UniCredit επιδιώκει να επιβεβαιώσει τον ρόλο της ως ενός εκ των μεγαλύτερων παικτών στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, υπό τον CEO Andrea Orcel, έπειτα από τη συμφωνία της ιταλικής τράπεζας με την Alpha Bank, η οποία προβλέπει συγχώνευση των θυγατρικών των δύο τραπεζών στο εξωτερικό, αλλά και πρόταση για την εξαγορά του 9% της Alpha Bank που κατέχει το ΤΧΣ.
Η UniCredit, η οποία δεν ανακοίνωσε το ποσό για το ποσοστό που θα αποκτήσει στην Alpha Bank, έστειλε προσφορά στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, σύμφωνα με ανακοίνωση. Με βάση την τελευταία τιμή κλεισίματος της Alpha Bank (1,27 ευρώ το κλείσιμο της Παρασκευής 20 ), η αξία του ποσοστού ανέρχεται στα 269 εκατ. ευρώ.
Η Alpha Bank θα λάβει 300 εκατ. ευρώ σε μετρητά ως μέρος της συμφωνίας για τη ρουμανική θυγατρική της, η οποία θα συγχωνευτεί με τη θυγατρική της UniCredit για να δημιουργηθεί η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα με βάση το ενεργητικό στη Ρουμανία. Η Alpha Bank θα διατηρήσει το 9,9% της συγχωνευμένης τράπεζας.
Η UniCredit, με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο Andrea Orcel, αναζητά εξαγορές μικρότερης κλίμακας σε χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ρουμανίας, καθώς επιδιώκει να εδραιώσει τον ρόλο της ως ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες στην περιοχή. Η συμφωνία με την Alpha Bank έρχεται αμέσως μετά την αναβάθμιση της Ελλάδας από την S&P Global Ratings σε επενδυτική βαθμίδα.
Η συμφωνία είναι “μια μεγάλη αρχή για τη διαδικασία αποεπένδυσης και αντανακλά της αξιοπιστίας που έχει ανακτήσει η Ελλάδα”, δήλωσε στο Bloomberg ο Αλέξης Πατέλης, οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας καλωσόρισε τη συμφωνία, λέγοντας ότι αντανακλά την αυξημένη αξιοπιστία της χώρας και τη σημαντική πρόοδο του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η κυβέρνηση αναμένει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2023 και 3% το 2024, ξεπερνώντας τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Εάν η αγορά δεν προχωρήσει, η UniCredit δεσμεύτηκε να αγοράσει ένα μερίδιο στην αγορά που είναι “ίσο με το χαμηλότερο από το 5% ή ένα διαφορετικό ποσοστό μετοχών που προκύπτει από την επένδυση της UniCredit ενός συνολικού προσυμφωνημένου ποσού για μια περίοδο 24 μηνών”, σύμφωνα με την κατάθεση.
Για την ιταλική τράπεζα, η συμφωνία αυτή αποτελεί την καλύτερη χρήση των κεφαλαίων της τράπεζας, είπε ο Orcel σε τηλεδιάσκεψη με αναλυτές. Και τόνισε την αξία του ανοίγματος μιας νέας αγοράς για τη διανομή των προϊόντων και την επέκταση των δραστηριοτήτων της τράπεζας που δεν έχουν μεγάλες κεφαλαιακές απαιτήσεις.
Μετά τη συμφωνία, η UniCredit ξεπερνά τη μονάδα της Societe Generale, BRD, και γίνεται η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα σε ενεργητικό στη Ρουμανία, έπειτα από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες να ενισχύσει το μερίδιο αγοράς της. Το Bloomberg σημειώνει επίσης ότι η UniCredit ήταν ανάμεσα στις τράπεζες που ενδιαφέρθηκαν για την εξαγορά της ρουμανικής μονάδας της OTP Bank, ενώ εξέτασε και τη First Bank πέρυσι, αναφέρει τo Bloomberg.
Η UniCredit αναμένεται να ανακοινώσει τα αποτελέσματα γ’ τριμήνου την Τρίτη.
Με τα υψηλότερα επιτόκια να καθιστούν τις τράπεζες πιο κερδοφόρες, οι χώρες σε όλη την Ευρώπη “αναβιώνουν” τις προσπάθειες για την πώληση μεριδίων στι τράπεζες τους, πολλά από τα οποία προέρχονται από την οικονομική κρίση πριν από περίπου 15 χρόνια. Η Ιταλία προσέλαβε επενδυτικές τράπεζες για την πώληση του πλειοψηφικού της μεριδίου στην Banca Monte dei Paschi di Siena SpA. Η ABN Amro Bank NV προχώρησε ένα βήμα πιο κοντά προς την πλήρη ιδιωτική ιδιοκτησία τον περασμένο μήνα, καθώς η ολλανδική κυβέρνηση μείωσε τη συμμετοχή της σε ποσοστό λίγο κάτω από το 50%.