Σχολιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΤΕ Αλέξανδρος Τουρκολιάς τόνισε:
«O Όμιλος της Εθνικής Τράπεζας αντιμετώπισε επιτυχώς τις προκλήσεις κατά τα ιδιαίτερα δύσκολα έτη της δημοσιονομικής κρίσης στη χώρα μας, ανταποκρινόμενος δυναμικά στις περιστάσεις, θωρακίζοντας αποτελεσματικά το ενεργητικό του και ενδυναμώνοντας τον ιδιωτικό του χαρακτήρα.
Η επιτυχής αύξηση κεφαλαίου, που έλαβε χώρα εντός του Μαΐου, αποτέλεσε ορόσημο στην προσπάθεια να θέσουμε την Εθνική Τράπεζα μεταξύ των πλέον εύρωστων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όχι μόνο βάσει των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, αλλά, ήδη, και βάσει των αρχών της Βασιλείας ΙΙΙ, των οποίων η πλήρης εφαρμογή είναι το 2024.
Η αύξηση υπερκαλύφθηκε σημαντικά, επιβεβαιώνοντας το ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών επενδυτών για την Τράπεζα. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη μετοχική βάση διευρύνθηκε σημαντικά, από 16% σε 43%, εκτός των Ελλήνων ιδιωτών και με συμμετοχή των μεγαλύτερων επενδυτικών οίκων του εξωτερικού με σημαντική διασπορά. Ο πολυμετοχικός χαρακτήρας της Εθνικής Τράπεζας ενισχύεται περαιτέρω, δεδομένου ότι τουλάχιστον 7 ξένοι επενδυτές διακρατούν από 1% του μετοχικού της κεφαλαίου.
Ο Όμιλος της Εθνικής παρουσίασε κερδοφορία εξαιρουμένων των εκτάκτων για 6ο συνεχές τρίμηνο, καθώς τα επιτοκιακά έσοδα συνέχισαν να ανακάμπτουν στην Ελλάδα και τη ΝΑ Ευρώπη, λόγω της μείωσης του κόστους χρηματοδότησης, ενώ η περιστολή του λειτουργικού κόστους επιταχύνθηκε σε όλο τον Όμιλο, ιδίως όσον αφορά τις εγχώριες δραστηριότητες και περιορίστηκαν οι επισφάλειες.
Η Finansbank, σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο λειτουργικό περιβάλλον, διατήρησε το επίπεδο των εσόδων της, παρά την απότομη άνοδο των επιτοκίων και τους περιορισμούς στις χορηγήσεις λιανικής, μειώνοντας παράλληλα το λειτουργικό κόστος και συμβάλλοντας καθοριστικά –για ακόμη μια φορά– στην κερδοφορία του Ομίλου.
Η ανθεκτικότητα των πηγών κερδοφορίας του Ομίλου επιβεβαίωσε για ακόμη ένα τρίμηνο τις στρατηγικές μας επιλογές, για μια Εθνική Τράπεζα δυνατή και αποτελεσματική. Η δε μοναδική, μεταξύ των Ελληνικών τραπεζών, ρευστότητά της μπορεί να στηρίξει αποφασιστικά τα σταθερά βήματα της Ελλάδας προς την ανάπτυξη, υπογραμμίζοντας τον πρωταρχικό της ρόλο ως χρηματοδότη της ελληνικής οικονομίας.