Στα ισχυρά κέρδη των ελληνικών τραπεζών το 2023 συνέβαλαν τόσο τα υψηλά επιτόκια στα δάνει όσο και οι χαμηλές απομειώσεις, όπως ανάφερε η Moody’s σχολιάζοντας τα ετήσια αποτελέσματα των τεσσάρων συστημικών τραπεζών: Alpha Bank (Ba1/Ba2 Positive, ba3), Eurobank (Baa3/Ba1 Positive, ba2), Εθνική Τράπεζα (Baa3/Ba1 Positive, ba2) και Τράπεζα Πειραιώς (Ba1/Ba2 Positive, ba3).
Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας (Ba1, stable) ανακοίνωσαν ισχυρά κέρδη για το 2023, βρίσκοντας στήριξη στα υψηλά επιτόκια στα δάνεια και τις σχετικά χαμηλές απομειώσεις, ενώ την ίδια στιγμή μπόρεσαν να μειώσουν περαιτέρω τα προβληματικά δάνεια και να διατηρήσουν άνετη χρηματοδότηση και ρευστότητα, αναφέρει ο οίκος στην ανάλυση του.
Όπως σημειώνει τα προβληματικά δάνεια μειώθηκαν περαιτέρω, συγκλίνοντας πιο κοντά στον μέσο όρο των μεγάλων τραπεζών της Ε.Ε. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) συνέχισαν να υποχωρούν κατά τη διάρκεια του 2023, μειώνοντας τον μέσο σταθμισμένο δείκτη των NPE στο 4,1% περίπου από 6,2% το 2022 και το υψηλό του 49% τον Δεκέμβριο του 2016.
Σε αυτό το επίπεδο οι τέσσερις τράπεζες συγκλίνουν πιο κοντά στον μέσο όρο των μεγάλων τραπεζών της ΕΕ στο 2,3% για την περίοδο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2023, με οδηγό κυρίως τη θεραπεια των κόκκινων δανείων και μικρές τιτλοποιήσεις στα NPE, αναφέρει.
Ο οίκος εκτιμά πάντως ότι κατά τη διάρκεια του 2024, οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες προκλήσεις στο να πετύχουν σημαντική μείωση των NPE εν μέσω των υψηλών επιτοκίων, αν και η πτωτική τάση αναμένεται να συνεχιστεί.
Σημειώνει ταυτόχρονα ότι και οι τέσσερις τράπεζες ανακοίνωσαν σχετικά άνετους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας το 2023, πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις, βρίσκοντας στήριξη στην ισχυρή κερδοφορία και την οργανική παραγωγή κεφαλαίου.
Ο μέσος δείκτης CET1 ήταν 15,7% το 2023 σε σύγκριση με 13,8% το 2022, αν και ο οίκος περιμένει ο προτιμώμενος δείκτης κοινού κεφαλαίου – tangible common equity (TCE) – για το έτος να είναι σημαντικά χαμηλότερος, λόγω των ακόμα υψηλών μεταφερόμενων φορολογικών ελαφρύνσεων (Deferred Tax Credits) στα βιβλία τους.
Βελτίωση της κερδοφορίας το 2023, υποστηριζόμενη κυρίως από τα υψηλά καθαρά έσοδα από τόκους
Τα συνδυασμένα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών κατέγραψαν εντυπωσιακό ρυθμό ανάπτυξης 51% το 2023, τάση η οποία η Moody’s αναμένει ότι θα επιβραδυνθεί φέτος. Η βελτίωση οφείλεται κυρίως στην αύξηση των επιτοκίων αλλά και στους όγκους δανείων υψηλότερης απόδοσης, που στήριξαν τα βασικά κέρδη τους το 2023. Ενδεικτικά, τα αναφερόμενα βασικά λειτουργικά έσοδα των ενοποιημένων τεσσάρων τραπεζών (NII συν τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες) αυξήθηκαν σχεδόν κατά 40% το 2023 και τα λειτουργικά κέρδη προ προβλέψεων (συμπεριλαμβανομένων των κερδών συναλλαγών και λοιπών εσόδων) αυξήθηκαν κατά περίπου 74%, υποστηριζόμενα από ενισχυμένα έσοδα από αμοιβές και περιορισμένα λειτουργικά έξοδα.
Τα αυξανόμενα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, η συγκράτηση του κόστους με τη μορφή κλεισίματος καταστημάτων και των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου για το προσωπικό και οι χαμηλότερες προβλέψεις απωλειών από δάνεια στήριξαν την ισχυρή οικονομική απόδοση των ελληνικών τραπεζών το 2023. Τα εγγεγραμμένα καθαρά περιθώρια επιτοκίου για τις ελληνικές τράπεζες ήταν υψηλότερα από το μέσο όρο των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών του 1,56% τον Σεπτέμβριο του 2023. Ταυτόχρονα, τα καθαρά κέρδη τα οποία θα ήταν αποδόσιμα στους μετόχους μειώθηκαν οριακά το 2023, κυρίως λόγω μη επαναλαμβανόμενων κερδών του 2022.
Η Moody’s αναμένει ότι τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια θα συμπιεστούν μετρίως φέτος, μεταξύ άλλων και λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων που αναμένονται το β’ εξάμηνο του 2024. Τούτου λεχθέντος, ο οίκος αναμένει επίσης ότι τα βασικά έσοδα των ελληνικών τραπεζών θα συνεχίσουν να επωφελούνται από νέο εταιρικό δανεισμό, κυρίως μέσω της αυξανόμενης χρήσης του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ.
Μετά την ολοκλήρωση του εκκαθάρισης των NPE των τεσσάρων συστημικών τραπεζών τα τελευταία χρόνια, οι τελευταίες μπόρεσαν να αναφέρουν μικρές απομειώσεις λόγω ανοιγμάτων κατά τη διάρκεια του 2023 σε σύγκριση με μείωση περίπου 74% το 2022, γεγονός που υποστήριξε την κερδοφορία τους. Όλες οι τράπεζες στοχεύουν να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα κερδοφορίας έως το 2026, οι οποίες συγκρίνονται σε μεγάλο βαθμό με τη μέση απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoE) περίπου 10% στην οποία κινούνταν κατά μέσο όρο οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες τον Σεπτέμβριο του 2023.
Οι καταθέσεις στηρίζουν τη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα
Σύμφωνα με την Moody’s, οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν μεγάλη άνεση ρευστότητα με τον μέσο δείκτη κάλυψης (Liquidity Coverage Ratio – LCR) στο 218% στο τέλος του 2023, την ώρα που ο μέσος όρος των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών βρίσκεται στο 159%.
Οι καταθέσεις πελατών τους στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά περίπου 2% το 2023 και παραμένουν η κύρια πηγή χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, με το μέσο όρο περίπου στο 73% του συνόλου του ενεργητικού τους στο τέλος του 2023.
Η χρηματοδότησή τους από την ΕΚΤ (κυρίως μέσω TLTRO) μειώθηκε σταδιακά από τον Δεκέμβριο του 2023 στο 5% του ενεργητικού τους μεσοσταθμικά, με την Moody’s να αναμένει περαιτέρω περιορισμό το 2024-25, κάτι που θα μειώσει και τα βεβαρημένα στοιχεία τους βελτιώνοντας κι άλλο τη ρευστότητά τους.
Όπως σημειώνει η έκθεση, βασική πηγή των assets ρευστότητας των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών είναι οι τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου (ομόλογα και έντοκα), που συνιστούν περίπου το ήμισυ του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου και ταξινομούνται κυρίως ως Διακρατούμενοι μέχρι τη λήξη τίτλοι. Ο συνδυασμός της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ, των αναβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας και των στρατηγικών αντιστάθμισης κινδύνου έχουν διατηρήσει μη πραγματοποιηθείσες ζημίες σε αυτά τα χαρτοφυλάκια, με την Moody’s να σημειώνει ότι δεν αναμένει οι ελληνικές τράπεζες να πραγματοποιήσουν σημαντικές απώλειες εύλογης αξίας από αυτούς τους τίτλους την περίοδο 2024-25.
Επιπλέον, και οι τέσσερις τράπεζες συνέχισαν να αξιοποιούν τις διεθνείς αγορές το 2023 και στις αρχές του 2024 προκειμένου να ανταποκριθούν στις προβλέψεις κεφαλαιακών απαιτήσεων (MREL), επισημαίνει η έκθεση. Κατά τη διάρκεια του 2023, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες άντλησαν περίπου 2,6 δισ. ευρώ με σταθμισμένο μέσο επιτόκιο 6,8% και σταθμισμένη μέση διάρκεια 5,8 ετών. Οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν τις εκδόσεις τους και στις αρχές του 2024 (2,3 δισ. ευρώ μέχρι στιγμής) δεδομένου ότι είναι πλέον σε θέση να αξιοποιήσουν τις διεθνείς αγορές με χαμηλότερο επιτόκια μετά από τις αναβαθμίσεις αξιολόγησης τα τελευταία χρόνια.