Εθνική Τράπεζα: Το lockup, το ΤΧΣ, η κάλπη και το… ραντεβού τον Σεπτέμβριο

Η τρέχουσα τιμή της μετοχής είναι στα 8,10 ευρώ

Του Μιχαήλ Γελαντάλι

Μετά την κρίση του 2010, η ΕΤΕ είναι η πρώτη τράπεζα που ανακτά την επενδυτική βαθμίδα από την DBRS, αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, και της ισχυρής χρηματοδοτικής θέσης και ρευστότητάς της

Μέσα Νοεμβρίου 2023 έγινε από το ΤΧΣ το placement για το 22% του μ.κ. της Εθνικής, θυμίζοντας πως η διάθεση έγινε στα 5,3 ευρώ/μετοχή, με discount 2,57% (έναντι 10,3% του μέσου ευρωπαϊκού όρου σε αντίστοιχες συναλλαγές την τελευταία 10ετία), με τα έσοδα να φτάνουν το 1,067 δισ. 

Εκτοτε η συμμετοχή του Ταμείου μειώθηκε στο 18,39%, που όμως σε όρους τρέχουσας αποτίμησης της Εθνικής -7,409 δισ.- τιμολογείται στα 1,363 δισ., με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη διάθεσή του. 

Διαδικασία που τυπικά μπορεί να ενεργοποιηθεί, από την επομένη κιόλας της λήξης της περιόδου 6μηνου lockup (δηλαδή μη διάθεσης). Πρακτικά, από τη συνεδρίαση της προσεχούς Δευτέρας (20 Μαΐου) το οικονομικό επιτελείο και το ΤΧΣ θα μπορούσαν να εκκινήσουν τη σχετική διαδικασία.

Θα είχαν λόγο να προχωρήσουν σε μία τέτοια ενέργεια; Προφανώς, καθώς η τρέχουσα τιμή της μετοχής είναι στα 8,10 ευρώ, πρόσφατα πιστοποιήθηκε από την DBRS με το ΒΒΒ (low), που σημαίνει investment grade, με τη διοίκηση Μυλωνά να αποπληρώνει πρόωρα ομόλογο 150 εκατ. (αξιοποιώντας την επενδυτική βαθμίδα από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης) και να καταγράφει καθαρά κέρδη 358 εκατ. (με δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων 19,7% σε επίπεδο αναλογούντων κερδών μετά φόρων) στο πρώτο 3μηνο 2024.

ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΒΑΘΜΙΔΑΣ

Η ΕΤΕ είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα που ανακτά την επενδυτική βαθμίδα μετά την εκδήλωση της ελληνικής κρίσης το 2010. Την ανέκτησε από την DBRS, ως αποτέλεσμα του ισχυροποιημένου ισολογισμού, της υψηλής οργανικής κερδοφορίας, της σταθερής δημιουργίας κεφαλαιακών αποθεμάτων, καθώς και της ισχυρής χρηματοδοτικής θέσης και ρευστότητας της τράπεζας. 

Τι σημαίνουν όλα αυτά συνεκτιμώντας το μέγεθος των funds που είχαν συμμετάσχει στο placement του Νοεμβρίου; Θυμίζω, τότε πως η Fidelity, η BlackRock, η Capital, η Norges, η Lazard, η Allianz, το GIC (μεγάλο fund με έδρα τη Σιγκαπούρη), η Wellington, το RWC, μεγάλο αμερικανικό επενδυτικό fund, και η Robeco, μεγάλη ολλανδική εταιρία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ήταν στην πρώτη δεκάδα των νέων μεγάλων διεθνών επενδυτών της ΕΤΕ. 

Σύμφωνα με τα τότε στοιχεία, τα 2/3 των νέων επενδυτών είναι αποκλειστικά μακροπρόθεσμα funds (only long) και το υπόλοιπο 1/3 hedge funds. Οσο για τη γεωγραφική κατανομή των διεθνών επενδυτών: 40% Ευρώπη, 40% ΗΠΑ και 20% από τον υπόλοιπο κόσμο.

ΤΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΑ

Έντονο το ενδιαφέρον από funds και giga-funds

Η προοπτική διάθεσης του «όλου» ή «μέρους» της συμμετοχής του Ταμείου εύλογα έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των αναφερθέντων funds -όπως και 3-4 giga funds-, που συμμετείχαν στην ημερίδα της JPMC στη Νέα Υόρκη, αλλά και ισχυρών – ηχηρών ονομάτων του εγχώριου επιχειρείν και εφοπλισμού. 

Κυρίως 3 τα σενάρια που έχουν επεξεργαστεί (και εισηγηθεί) οι ανάδοχοι, συνδυαστικά με το ΤΧΣ (και το Μ.Μ.): η διάθεση του «όλου», δηλαδή 18,39% του μ.κ., ή «μέρους», δηλαδή ενός 10%, ή ακόμα επαναγορά του από την Εθνική (όπως συνέβη με τη Eurobank).

Στο δεύτερο, διατηρείται η συμμετοχή του Δημοσίου -μέσω του ΤΧΣ- στο συστημικό banking, ενώ με το τρίτο ενισχύεται η (αξία) θέσης των υφιστάμενων μετόχων. Ωστόσο, ενέχει την παράμετρο του κόστους, καθώς στην περίπτωση της Eurobank το ποσοστό που επαναγοράσθηκε ήταν πολύ μικρότερο (1,4%) και -το κυριότερο- το τίμημα δεν ξεπέρασε τα 100 εκατ. (στα 1,8 ευρώ/μτχ η τότε πρόταση της διοίκησης Καραβία).

Σε αυτή την περίπτωση το 8,39% του μ.κ. «τιμολογείται» σχεδόν 4,5 φορές περισσότερο (453 εκατ.). Σε κάθε περίπτωση, όλα τα ενδεχόμενα είναι σε συνάρτηση και με το αποτέλεσμα της κάλπης στις 9 Ιουνίου.

Ενα ποσοστό από (τουλάχιστον) 31% και πάνω για τη Ν.Δ. θεωρείται πως θα καθιστούσε ευκολότερο ένα placement, ακόμα και στις αρχές Ιουλίου. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, εκτιμάται πως ανάλογα θα μπορούσε να ενεργήσει το ΤΑΙΠΕΔ όσον αφορά το επόμενο placement από την πλευρά των βασικών μετόχων του ομίλου HelleniQ Energy (για αρχές Σεπτεμβρίου;), όπως και ακόμα 2-3 ενέργειες που θα περνούσαν το κατάλληλο μήνυμα προς τις διεθνείς αγορές. Γιατί Σεπτέμβριο; Τότε, στις 15/9, είναι η επόμενη αξιολόγηση από τον οίκο Moody’s, που τον Μάρτιο τήρησε σιγή ασυρμάτου, καθώς άφησε αμετάβλητο το outlook/προοπτικές. 

Γιατί ο Steffen Dyck δεν προχώρησε σε αναβάθμιση των προοπτικών σε θετικές -που θα σήμαινε ορίζοντα 6 έως 12 μηνών για απόδοση και της επενδυτικής βαθμίδας- ήταν λίγο ως πολύ γνωστό: Σύμφωνα με τον Γερμανό Senior Credit Officer του οίκου Moody’s, αυτή την περίοδο η Ελλάδα, παρά την προσπάθεια που έχει γίνει για προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων από το εξωτερικό, στον κλάδο της τεχνολογίας πρωτίστως, αλλά και αλλού, εξακολουθεί να υπολείπεται αισθητά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. 

Οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι στο 13%, με 14% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. προσεγγίζει το 21%, με 22%. Το κενό αυτό των σχεδόν 8 μονάδων μεταφράζεται σε πολλά δισεκατομμύρια.

Υπολογίζεται ότι για να κλείσει κατά περίπου 3 μονάδες και να πέσει στις 5, οι επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν κατά 6 με 7 δισ. ευρώ. Ωστόσο, είναι το προηγούμενο του περυσινού Σεπτεμβρίου -όταν ο ίδιος είχε εισηγηθεί (και εγκρίνει) την αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας κατά δύο κλίμακες, σε Βa1 από Βa3, προκαλώντας -κατά γενική εκτίμηση- θετική έκπληξη στην Αθήνα.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ