Αμελητέα η άμεση θετική επίπτωση από την επάνοδο στην ΕΚΤ – Αργός ο ρυθμός επιστροφής των καταθέσεων
Η επιστροφή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος σε επίπεδα λειτουργίας παρόμοια με αυτά που ίσχυαν στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου απαιτεί συντονισμένες ενέργειες από τις Αρχές, την ελληνική κυβέρνηση αλλά και τις ίδιες τις τράπεζες, όπως τονίζουν στελέχη της τραπεζικής Αγοράς.
Από το άνοιγμα της προεκλογικής περιόδου έως σήμερα υπολογίζεται ότι η εκροή των καταθέσεων κυμάνθηκε μεταξύ 20 και 22 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 5-7 δισ. ευρώ παραμένουν σε θυρίδες και μπαούλα με την προοπτική να επιστρέψουν μόνον σε περίπτωση που εγκριθεί η λίστα των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης από τους δανειστές.
Αντίθετα, ένα σημαντικό κομμάτι από το σύνολο των καταθέσεων «πέταξε» για το εξωτερικό, και δεν θα επαναπατριστεί άμεσα, αλλά σε βάθος χρόνου, όσο θα αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη προς το κυβερνητικό έργο και θα υποχωρεί η ανασφάλεια των επενδυτών.
Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είναι αναγκασμένη να «τρέξει» τις μεταρρυθμίσεις και να οργανώσει τάχιστα τους εισπρακτικούς της μηχανισμούς, ώστε να εξασφαλίσει περαιτέρω χρηματοδότηση, δεδομένου ότι στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου θα πρέπει να ικανοποιήσει απαιτήσεις από λήξεις ομολόγων ύψους 6,7 δισ. ευρώ.
Παραμένει ισχυρή η εξάρτηση από τον ELA
Οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πολύ λίγο θα συντελέσουν στην άμεση αποκατάσταση εύρυθμης λειτουργία των τραπεζών. Παρά την ανακοίνωση της Φρανκφούρτης, ότι η ΕΚΤ, εφόσον διαπιστώσει ουσιαστική δέσμευση για ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος, θα άρει την εξαίρεση περί της χρήσης ελληνικών ομολόγων ως ενεχύρων για την χορήγηση ρευστότητας, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η κεντρική τράπεζα θα πρέπει πρωτίστως να περιμένει την έγκριση του ελληνικού προγράμματος (ενδιάμεση συμφωνία) από τα εθνικά Κοινοβούλια των χωρών – μελών της ευρωζώνης. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτή η διαδικασία θα ολοκληρωθεί έως τις 28 τρέχοντος μηνός, άλλως θα απαιτηθεί επιπλέον χρόνος ολίγων ημερών.
Ακόμη λοιπόν και στην περίπτωση που ισχύσει το καλό σενάριο, η εξάρτηση των εγχώριών τραπεζών από τον ELA θα παραμείνει ισχυρή, στο βαθμό που δεν υπάρξει θεαματική επιστροφή καταθέσεων.
Μέσω των εγγυήσεων, οι τράπεζες αντλούν σήμερα ρευστότητα από τον ELA της τάξεως των 50 και πλέον δισ. ευρώ. Αν λοιπόν η ΕΚΤ δεν δώσει παράταση, γίνεται αντιληπτό ότι η εξάρτηση από τον ELA θα παραμείνει υψηλή, επιβαρύνοντας το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών (σ.σ. σε ετήσια βάση η επιβάρυνση εκτιμάται πέριξ των 800 εκατ. ευρώ).
Με τα υφιστάμενα δεδομένα, αν η ΕΚΤ επανεισάγει την εξαίρεση, οι τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να επαναφέρουν από τον ELA στην ΕΚΤ τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που κατέχουν (σ.σ. περίπου 5 -7 δισ. ευρώ) καθώς και έντοκα γραμμάτια, μέχρι όμως το ύψος των 3 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ συνεχίζει να κάνει αποδεκτά τα ομόλογα EFSF ύψους 39 δισ. ευρώ που κατέχουν οι εγχώριες τράπεζες και επομένως, ακόμη και αν δεν ανανεωθούν οι εναπομείνασες συμβάσεις repos με ξένες τράπεζες ή δεν συναφθούν νέες, η επίπτωση σε επίπεδο ρευστότητας θα είναι αμελητέα.