Με «μηχανική υποστήριξη» διατηρεί στην «ζωή» τις ελληνικές τράπεζες η ΕΚΤ
Ως άσκηση πίεσης εκ μέρους της ΕΚΤ προς την ελληνική κυβέρνηση ερμηνεύει ο καθηγητής στο Frankfurt School of Finance Μάρτιν Φάουστ, την απόφαση της πρώτης να συστήσει στις ελληνικές τράπεζες την μη αποδοχή επιπλέον γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου (T-Bills). Αυτό σημαίνει ότι, εν μέσω ασφυκτικής στενότητας, λόγω των μειωμένων φορολογικών εσόδων, και καθώς η κυβέρνηση Τσίπρα αδυνατεί να εντοπίσει πρόθυμους αγοραστές εντόκων γραμματίων ακριβώς εξαιτίας της ανασφάλειας που αισθάνονται, η χρηματοδοτική «κάνουλα» παραμένει επτασφράγιστη.
Επομένως η ΕΚΤ στερεί από την Ελλάδα μία σημαντική πηγή χρηματοδότησης, δεδομένου ότι κατά τους τελευταίους μήνες η Αθήνα διασφάλιζε τη ρευστότητά της μέσω έκδοσης εντόκων γραμματίων.
Όπως επισημαίνει ο Μάρτιν Φάουστ στην Deutsche Welle, «οι επενδυτές είναι ενδεχομένως πρόθυμοι να δανείσουν στην Ελλάδα χρήματα για έναν ή δύο μήνες. Αλλά για ομόλογα με μεγαλύτερη διάρκεια ωρίμανσης ανεβαίνει αισθητά και το επιτόκιο. Ή, σε διαφορετική περίπτωση, η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον σε θέση να βρει επενδυτές».
Κάτοχοι των εντόκων γραμματίων είναι κατά κύριο λόγο οι ελληνικές τράπεζες. Ο Κρίστοφ Βάιλ, οικονομικός αναλυτής της Commerzbank, περιγράφει το μοντέλο αλληλοβοήθειας κράτους και τραπεζών ως εξής: «Το ελληνικό κράτος εκδίδει T-Bills, τα οποία αγοράζονται από τις εγχώριες τράπεζες και στη συνέχεια τα τοποθετούν ως εγγυήσεις στην κεντρική τράπεζα, ώστε να έχουν πρόσβαση σε φρέσκο χρήμα».
Αυτό το μοντέλο έχει όμως όρια. Συγκεκριμένα, όπως προβλέπει σχετική συμφωνία της Ελλάδας με τους Θεσμούς, ο δανεισμός μέσω εντόκων γραμματίων δεν επιτρέπεται να υπερβεί τα 15 δις. ευρώ. Επιπλέον, συμφωνία μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και της ΕΚΤ προβλέπει όριο 3,5 δισ. ευρώ για την ποσότητα των εντόκων γραμματίων που οι τράπεζες μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως εγγύηση για τη λήψη ρευστότητας από την κεντρική τράπεζα.
Ο Κρίστοφ Βάιλ εκτιμά ότι και τα δύο όρια έχουν εξαντληθεί. Οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να τα αυξήσει έχουν έως τώρα αποτύχει, όπως αποδεικνύει και η τελευταία εντολή της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες. Με τις δυνατότητες δανεισμού από τις ελληνικές τράπεζες να έχουν περιοριστεί δραματικά και τους επενδυτές να μην φαίνονται στον ορίζοντα, η μόνη λύση που απομένει στην ελληνική κυβέρνηση είναι η ταχύτατη δυνατή επίτευξη συμφωνίας. Ειδάλλως η χρεοκοπία είναι ζήτημα ημερών, επισημαίνει ο Κρίστοφ Βάιλ, παραπέμποντας στο σχεδόν μισό δις ευρώ που καλείται να εξοφλήσει η Ελλάδα στο ΔΝΤ στις 9 Απριλίου.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, προκειμένου να αποτραπεί η διαφαινόμενη χρεοκοπία, θα πρέπει να επιτευχθεί μία συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της στην ευρωζώνη, εντός των προσεχών ημερών. Μέχρι τότε η ΕΚΤ εξακολουθεί να διατηρεί «όρθιες» τις ελληνικές τράπεζες μέσω του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας ELA, ο οποίος διασφαλίζει κεφάλαια μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος.
Αφότου η ΕΚΤ έκλεισε τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης, παύοντας, στις αρχές Φεβρουαρίου, να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις για νέα δάνεια, το όριο παροχής ρευστότητας μέσω του ELA αυξάνεται σε βασανιστικά μικρές δόσεις, σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση, σημειώνει η Deutsche Welle. Η τελευταία αύξηση, την προηγούμενη εβδομάδα, διαμόρφωσε το νέο πλαφόν στα 71 δισ. ευρώ.