Για το πλήγμα που δέχτηκαν οι ελληνικές τράπεζες από τα «κόκκινα» δάνεια κάνει λόγο σε άρθρο του το Reuters, υπογραμμίζοντας ότι οι τράπεζες αναζητούν μία νέα αρχή.
Η ανησυχία για την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας όχι μόνο για τις τράπεζες, αλλά και για τους εν δυνάμει επενδυτές των οποίων τα χρήματα είναι απαραίτητα για την ανακεφαλαιοποίησή τους.
Ενώ τα capital controls έχουν εν μέρει περιοριστεί, οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, που αντιστοιχούν στο 75% των εργατικών θέσεων του ιδιωτικού τομέα, έχουν ανάγκη πίστωσης.
Όπως και οι πιστωτές της, η Αθήνα αναμένει ότι το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 2,3% φέτος και επιπλέον 1,3% το επόμενο έτος, προτού ανακάμψει η οικονομία. Αυτές οι προβλέψεις είναι το βασικό σενάριο για έναν έλεγχο «υγείας» των ελληνικών τραπεζών, δήλωσε τραπεζίτης με γνώση του θέματος.
Η συμφωνία που επετεύχθη από τον Τσίπρα, σχολιάζει το Reuters, περιλαμβάνει και ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών. Ωστόσο, συνεντεύξεις με κορυφαία στελέχη του κλάδου, όπως και με διεθνείς επενδυτές, υποδηλώνουν ότι αυτό δεν θα είναι από μόνο του επαρκές για να ξεκινήσει η χορήγηση δανείων.
«Η επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη και η χρηματοδότησή της από το τραπεζικό σύστημα θα επηρεαστεί από σειρά παραγόντων, μεταξύ των οποίων και η πολιτική αστάθεια, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων διάσωσης, μια επιτυχημένη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης τον Οκτώβριο και η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών», δήλωσε ο Φωκίων Καραβίας, διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, μιας εκ των τεσσάρων κορυφαίων ελληνικών τραπεζών.
Οι ανάγκες των τραπεζών θα γίνουν γνωστές μόλις ολοκληρωθούν οι αξιολογήσεις της ποιότητας των assets, που βρίσκονται υπό εξέλιξη αυτή τη στιγμή, και τα μετέπειτα stress tests, πιθανότατα μέχρι το τέλος Οκτωβρίου.
Τραπεζικά στελέχη που μίλησαν στο Reuters ανώνυμα, δήλωσαν επίσης ότι είναι πιθανό να υπάρξουν μικρές διαφορές στην «υγεία» των τεσσάρων τραπεζών, αν και η Εθνική Τράπεζα θεωρείται κάπως πιο ισχυρή λόγω των assets της στα Βαλκάνια και την Τουρκία.
Αλλά το να πειστούν οι ιδιώτες επενδυτές να βάλουν τα λεφτά τους στις τράπεζες, θα είναι μια μεγάλη δοκιμασία εμπιστοσύνης. Όσο περισσότερα κεφάλαια μπορούν να αντληθούν από ιδιώτες, τόσο λιγότερα κεφάλαια διάσωσης θα χρειαστούν.
«Πρέπει να κερδίσουν πάλι τους διεθνείς επενδυτές», δήλωσε ο Απόστολος Γκουτζίνης, ο οποίος είναι επικεφαλής της νομικής εταιρείας Shearman & Sterling LLP και παρείχε συμβουλές στην Τράπεζα Πειραιώς στην προηγούμενη ανακεφαλαιοποίησή της των 1,75 δισ. ευρώ.
Ο μεγαλύτερος αποτρεπτικός παράγοντας δεν είναι οι χαμένες καταθέσεις, οι οποίες έχουν καλυφθεί από τον ELA ή ακόμη και οι καταρρέουσες τιμές των μετοχών των τραπεζών, τις οποίες κάποιοι θεωρούν αγοραστική ευκαιρία. Είναι τα δάνεια που θα μπορούσαν να καταστούν ληξιπρόθεσμα, προκαλώντας υψηλότερες του αναμενόμενου κεφαλαιακές ανάγκες.
Οι ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι έχουν έκθεση άνω των 100 δισ. ευρώ σε τέτοια επισφαλή δάνεια στο α΄ τρίμηνο του 2015, περίπου 40,8% των συνολικών τους δανείων.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό, οι τράπεζες προσπάθησαν να πουλήσουν κάποια από αυτά τα δάνεια πέρυσι, κυρίως αυτά έναντι επιχειρήσεων, τα οποία είναι και η πλειοψηφία των επισφαλών δανείων.
Μια επιλογή που αναφέρθηκε ήταν η δημιουργία μιας bad bank. Αν και αυτό βάζει περισσότερα λεφτά των φορολογούμενων σε κίνδυνο, μπορεί να είναι η καλύτερη επιλογή της Ελλάδας για να προσελκύσει διεθνείς επενδυτές και να βάλει τις τράπεζες ξανά σε mood δανεισμού, αναφέρει το Reuters.
Άλλη μία λύση στο πρόβλημα των επισφαλών δανείων, που προτάθηκε κατ’ ιδίαν από στελέχη των ελληνικών τραπεζών, είναι η πώληση CoCos στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης. Αυτά τα ομόλογα μετατρέπονται σε τίτλους και λειτουργούν ως «μαξιλάρι» σε περίπτωση που το κεφάλαιο μιας τράπεζας υποχωρήσει από ένα προκαθορισμένο επίπεδο. Οι επενδυτές πληρώνονται υψηλότερα επιτόκια για αυτό το ρίσκο.
«Πόσο πιθανό είναι να χρειαστούν περαιτέρω αυξήσεις κεφαλαίων στο μέλλον; Θα αποκτήσουν αρκετά κεφάλαια οι ελληνικές τράπεζες για να διατηρήσουν αυτού του είδους τις πληρωμές ομολόγων και να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους; Εάν όχι, τότε αυτά τα ομόλογα μπορεί να είναι υψηλού κινδύνου», δήλωσε ο Justin Craib-Cox, διαχειριστής κεφαλαίων στην Aviva Investors.
Ο χρόνος είναι περιορισμένος για να βρεθεί μια λύση που θα προστατέψει τους καταθέτες των τραπεζών. Εάν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους, που είναι πιθανό, δεδομένης της πολιτικής αβεβαιότητας, τότε καθίσταται εκτελεστή η BRRD της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ζημιές για τους μη εξασφαλισμένους καταθέτες με περισσότερα από 100.000 ευρώ στους λογαριασμούς τους.
Εάν, από την άλλη πλευρά, μια νέα κυβέρνηση σχηματιστεί γρήγορα, και τηρήσει τους όρους της διάσωσης, η ΕΚΤ θα μπορούσε να ξεκινήσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών και καθιστώντας τέτοια haircuts λιγότερο πιθανά.
«Η μόνη μεγάλη διαφορά μεταξύ του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και εκείνων των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, είναι η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, η οποία κάνει μεγάλη διαφορά στον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να αποτιμήσει πράγματα», δήλωσε ο Brad Palmer, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Sankaty Advisors LLC, η οποία επενδύει σε επισφαλή δάνεια.