Στην ανάγκη οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών και των εταίρων τους -δηλαδή των καταθετών, των πελατών, των επιχειρήσεων- στάθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Λούκα Κατσέλη, μιλώντας στο τραπεζικό φόρουμ της Ελληνικής Εταιρείας Διοίκησης Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ).
Όπως είπε, «το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί και πρέπει να καλυφθεί με την κινητοποίηση όλων μας, αν θέλουμε το τραπεζικό σύστημα να αποτελέσει μοχλό επανεκκίνησης της οικονομίας και στήριξης των απαραίτητων μετασχηματισμών της Ελληνικής παραγωγικής βάσης».
Η πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) ανέφερε ότι σε αντιπροσωπευτική δειγματοληπτική έρευνα της κοινής γνώμης που διεξήχθη τον περασμένο μήνα για λογαριασμό της ΕΕΤ, αποτυπώνονται ανάγλυφα οι δείκτες που τεκμηριώνουν την κρίση εμπιστοσύνης του κοινού προς το Ελληνικό Τραπεζικό σύστημα.
– Η αρνητική θεώρηση -είτε δικαιολογημένη είτε όχι- τροφοδοτεί, αναπαράγει και συντηρεί τη κρίση εμπιστοσύνης προς τις τράπεζες και λειτουργεί ως τροχοπέδη στην ανάκτηση της ρευστότητας και την επανεκκίνηση της οικονομίας, τόνισε η κ. Κατσέλη. Η πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών αναφέρθηκε σε πέντε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης:
– Η άρση των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων το ταχύτερο δυνατό. «Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί όταν ολοκληρωθεί με επιτυχία η αξιολόγηση του Ελληνικού προγράμματος από τους θεσμούς», ανέφερε η κ. Κατσέλη. Πρόσθεσε ότι η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνδέεται και με δύο ακόμη πολύ κρίσιμους παράγοντες: αφενός τη σταδιακή απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης -τον ELA- και την επιστροφή στην πολύ πιο φθηνή χρηματοδότηση από τα κανονικά κανάλια ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και αφετέρου τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
– Η αποτελεσματική και βιώσιμη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προς όφελος της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής θέσης των τραπεζών.Η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας και η αναβάθμιση της εταιρικής διακυβέρνησης στον τραπεζικό τομέα.
– Η καθιέρωση ενός νέου επιχειρησιακού μοντέλου στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με επενδύσεις στην Πληροφορική και τις Τεχνολογίες, καθώς και στο ανθρώπινο κεφάλαιο, αλλά και με τη δημιουργία νέων δυναμικών πηγών εσόδων από νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
– Η εξωστρέφεια και λογοδοσία του τραπεζικού συστήματος προς την κοινωνία.
Αναλυτικά η ομιλία της Λούκας Κατσέλη:
Στη σύντομη παρέμβασή μου , θα ήθελα να αναφερθώ στις βασικέςπροκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα ο χρηματοπιστωτικός τομέας στη χώρα μας και την επιτακτική ανάγκη οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών και των εταίρων της – δηλαδή των καταθετών, των πελατών, των επιχειρήσεων, της κοινωνίας ευρύτερα.
Το μήνυμα που θέλω να μεταφέρω είναι πολύ ξεκάθαρο: το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί και πρέπει να καλυφθεί με την κινητοποίηση όλων μας , αν θέλουμε το τραπεζικό σύστημα να αποτελέσει μοχλό επανεκκίνησης της οικονομίας και στήριξης των απαραίτητων μετασχηματισμών της Ελληνικής παραγωγικής βάσης.
Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση έπληξε σημαντικά την αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας. Ανέδειξε την αναποτελεσματικότητα του ισχύοντος μέχρι πρόσφατα συστήματος ρύθμισης και εποπτείας του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και τους κινδύνους που απορρέουν από τη δημιουργία χρηματοοικονομικών προϊόντων συγκάλυψης κινδύνου στο όνομα του δόγματος της «αυτορρύθμισης των χρηματοπιστωτικών αγορών». Κίνδυνοιπου επέτρεψαν τόσο την εκδήλωση και μετάδοση κρίσεων όσο και την διαιώνιση αθέμιτων και καταχρηστικών πρακτικών.
Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν στη λήψη μέτρων αλλάζοντας ριζικά το εποπτικό περιβάλλον λειτουργίας των Τραπεζών ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Καθώς τα κράτη της Ευρωζώνης βρέθηκαν στο επίκεντρο της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί ενίσχυσαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια το Ευρωπαϊκό ρυθμιστικό οπλοστάσιο για την αποφυγή νέων κρίσεων αλλά και το εποπτικό πλαίσιο για την εύρυθμη λειτουργία του Ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Έτσι:
– Αναμορφώθηκε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης ενισχύοντας τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας και συντονισμού των οικονομικών πολιτικών, καθώς και τις διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθούνται για την αποφυγή μακροοικονομικών ανισορροπιών (MacroeconomicImbalanceProcedures).
– Θεσμοθετήθηκε το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο που υιοθετεί διαδικασίες εποπτείας και αξιολόγησης της συμμόρφωσης κάθε κράτους μέλους με τους ισχύοντες κανόνες και καταλήγει σε συγκεκριμένες οδηγίες προς κάθε κράτος μέλος.
– Δημιουργήθηκε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕSM), ως φορέας χρηματοοικονομικών ενισχύσεων προς Ευρωπαϊκά κράτη που μετέχουν σε προγράμματα προσαρμογής, καθώς και κεφαλαιακής ενίσχυσης τραπεζών που είναι εκτεθειμένες σε αφερεγγυότητα.
– Υιοθετήθηκε από την ΕΚΤ μέσω των οριστικών νομισματικών συναλλαγών (Outright Monetary Transactions – OMT ) η δυνατότητα παρέμβασης στην αγορά ομολόγων για την αποφυγή κερδοσκοπικών πιέσεων στα κρατικά ομόλογα.
– Δημιουργήθηκε και τέθηκε σε λειτουργία ένας κεντρικός εποπτικός μηχανισμός, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SingleSupervisoryMechanism – SSM ) που εφαρμόζει αυστηρά κριτήρια εποπτείας στο τραπεζικό σύστημα για τη διασφάλιση της φερεγγυότητας, κυρίως δε της κεφαλαιακής επάρκειας των συστημικών τραπεζών και την αποφυγή νέων τραπεζικών κρίσεων προσδίδοντας δυναμική στο νέο φιλόδοξο εγχείρημα της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης.
– Τέθηκε τέλος σε λειτουργία ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης (SingleResolutionMechanism – SRM5) που υποστηριζόμενος από ένα Ενιαίο (χρηματοδοτικό) Ταμείο Εξυγίανσης, επιτρέπει από το 2016 την συντεταγμένη χρεωκοπία χρηματοπιστωτικών οργανισμών που αντιμετωπίζουν προβλήματα φερεγγυότητας και την αποφυγή επιμόλυνσης ολόκληρης της χρηματοπιστωτικής αγοράς αλλά και της οικονομίας από μια τραπεζική κρίση.
– Βρίσκεται τέλος σε προχωρημένο στάδιο σχεδιασμού, η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ασφάλισης Καταθέσεων (EuropeanInsuranceDepositMechanism – EDIS5) και η υλοποίηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, ενώ συζητείται ευρέως και η πρόταση για δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ασφάλισης ενάντια στην Ανεργία.
Έχουν έτσι δημιουργηθεί και προστίθενται συνεχώς και νέες αυξημένες και πιο απαιτητικές εποπτικές ρυθμίσεις για τις τράπεζες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το νέο αυστηρό εποπτικό πλαίσιο προάγει τη θωράκιση του Ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος έναντι πιθανών μελλοντικών απειλών που μπορεί να απορρέουν είτε από μακροοικονομικές ανισορροπίες και συστημικούς μακρο-προληπτικούς κινδύνους, είτε από μικρο-προληπτικούς κινδύνους σε επίπεδο συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Την ίδια στιγμή όμως αυξάνει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και το κόστος λειτουργίας των Τραπεζών ενώ μειώνει ουσιαστικά τα περιθώρια ανάληψης επιχειρηματικού ρίσκου εκ μέρους τους σε αναζήτηση κερδοφόρων τραπεζικών υπηρεσιών.
Την ίδια περίοδο που συντελούνται αυτές οι σημαντικές, αναγκαίες αλλά και κοστοβόρες αλλαγές σε εποπτικό επίπεδο, το διεθνές τραπεζικό τοπίο γίνεται εξαιρετικά ανταγωνιστικό καθώς μετασχηματίζεται από την δυναμική της ραγδαίας ψηφιοποίησης των υπηρεσιών και την εμφάνιση νέων παρόχων.
Η μετάβαση σε ένα νέο ψηφιακό τραπεζικό τοπίο είναι θέμα λίγων ετών.
Ειδικά στο χώρο της λιανικής τραπεζικής, ήδη παρατηρείται ολοένα αυξανόμενη χρήση onlineπλατφορμών, κινητών τηλεφώνων ακόμη και μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τη διενέργεια και διεκπεραίωση τραπεζικών συναλλαγών. Η ζήτηση προέρχεται από μία πελατειακή βάση πλήρως εξοικειωμένη με τις νέες τεχνολογίες, που επιζητά ταχύτητα στην πληροφόρηση και εξυπηρέτηση, χαμηλό κόστος και ασφάλεια στις συναλλαγές .O πελάτης θα ενδιαφέρεται ολοένα και περισσότερο να καλύψει πιεστικές ανάγκες και να διευκολύνει τον τρόπο ζωής του. Η περιήγησή του σε πολλές εναλλακτικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες του επιτρέπει να καλύψει πολλαπλές και σύνθετες ανάγκες, Απόδειξη αυτών των αλλαγών στην τραπεζική αγορά αποτελεί το γεγονός ότι ήδη πολύ μεγάλοι μη τραπεζικοί παίχτες, όπως η Google, η Apple, η Facebook ή η Swisscom, επεκτείνονται στην αγορά των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και μάλιστα χωρίς να υπόκεινται σε ένα αντίστοιχο ρυθμιστικό ή εποπτικό πλαίσιο.
Τι σημαίνει αυτό για τις Ελληνικές τράπεζες; Σημαίνει ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουν μια νέα πραγματικότητα όπου:
– Θα δημιουργηθούν ισχυρές ανταγωνιστικές πιέσεις στις τράπεζες από μη τραπεζικές εταιρείες
– Το δίκτυο καταστημάτων, όπως το ξέρουμε σήμερα, θα πάψει να αποτελεί τη βέλτιστη επιλογή για την προσέλκυση και διατήρηση της νέας πελατείας
– Οι αναγκαίες επενδύσεις σε νέα πληροφοριακά συστήματα και νέα προϊόντα και υπηρεσίες θα αυξηθούν ραγδαία ενώ
– Οι ανάγκες και η σύνθεση του ανθρώπινου δυναμικού θα μεταβληθούν ριζικά
Μέσα σε αυτό το παγκόσμιο περιβάλλον αλλαγών, μετασχηματισμών, ανακατατάξεων και προκλήσεων, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα καλείται ν’ αντιμετωπίσει προβλήματα του παρελθόντος αλλά και ν’ αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Για να το κάνει αυτό, πρέπει, το γρηγορότερο δυνατό, να ξεπεράσει το θεμελιώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει: τον ισχυρό κλονισμό της εμπιστοσύνης που έχει υποστεί έναντι των πελατών, των καταθετών, της κοινωνίας. Εάν αυτό δεν το αντιληφθούμε, τότε δεν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.
Σε αντιπροσωπευτική δειγματοληπτική έρευνα της κοινής γνώμης που διεξήχθη τον περασμένο μήνα για λογαριασμό της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, αποτυπώνονται ανάγλυφα οι δείκτες που τεκμηριώνουν την κρίση εμπιστοσύνης του κοινού προς το Ελληνικό Τραπεζικό σύστημα, μιας κρίσης που επιδεινώθηκε σημαντικά λόγω της γενικότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης και της μείωσης του βιοτικού επιπέδου μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού. Έτσι:
– Το 80,3% των ερωτωμένων απαντά ότι εμπιστεύεται λίγο έως καθόλου το τραπεζικό σύστημα. Το 2008, πριν το ξέσπασμα της κρίσης στη χώρα μας το ποσοστό αυτό ήταν 38,5%. Σήμερα, μόλις το 19,3% δηλώνει ότι εμπιστεύεται πολύ έως αρκετά το τραπεζικό σύστημα.
– Παρά τα θετικά αποτελέσματα της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης που έχουν καταστήσει τις Ελληνικές Τράπεζες φερέγγυες και θα μπορούσαμε να πούμε υπερκεφαλαιοποιημένες, ένα ποσοστό 67,1% θεωρεί ότι το τραπεζικό σύστημα δεν έχει καταστεί πιο ασφαλές μετά τη τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, έναντι ποσοστού 27% που πιστεύει ότι έχει γίνει ασφαλέστερο. Ο φόβος για πιθανό κούρεμα καταθέσεων παραμένει διάχυτος παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο έχει αποκλεισθεί.
– Ποσοστό 86,8% πιστεύει ότι οι Ελληνικές τράπεζες δεν βοήθησαν τους Έλληνες πολίτες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ενώ το 80,7% θεωρεί ότι οι τράπεζες δεν ενδιαφέρονται για το κοινωνικό σύνολο.
Τι αναζητούν οι πολίτες από τις τράπεζες;
Στην κορυφή των επιλογών ( 37,3% των ερωτωμένων ) είναι το «κούρεμα» δανείων για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα αποπληρωμής, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού ( 24,1 % ) καθώς και η διεύρυνση του χρονικού περιθωρίου αποπληρωμής των δανείων ( 15,8%) . Με άλλα λόγια 77% των ερωτωμένων αναζητούν κάποια αποτελεσματική ρύθμιση του χρέους τους.
Από την έρευνα αυτή προκύπτει και η σημαντική ανάγκη προαγωγής του χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού.Το 88,7% των πολιτών απαντάει ότι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένο για τις αρχές λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και την ύπαρξη ή πιθανή χρήση τραπεζικών προϊόντων.
Αυτή είναι η αντίληψη της Ελληνικής κοινωνίας για το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Αυτή η αρνητική θεώρηση- είτε δικαιολογημένη είτε όχι – τροφοδοτεί, αναπαράγει και συντηρεί τη κρίση εμπιστοσύνης προς τις τράπεζες και λειτουργεί ως τροχοπέδη στην ανάκτηση της ρευστότητας και την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Η αντιστροφή αυτού του κλίματος αποτελεί επομένως προτεραιότητα για όλους τους κοινωνικούς εταίρους.
Ζητούμενο: η προώθηση αποτελεσματικών μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης,
Πέντε είναι κατά τη γνώμη μου αυτά τα μέτρα:
Πρώτον, η άρση των περιορισμών στη κίνηση κεφαλαίων το ταχύτερο δυνατό.
Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί όταν ολοκληρωθεί με επιτυχία η αξιολόγηση του Ελληνικού προγράμματος από τους θεσμούς. Μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει ισχυρή θετική σηματοδότηση προς τους επενδυτές και τους πολίτες και θα βοηθήσει, ώστε να αρθεί η πολιτική και συστημική αβεβαιότητα. Οι προσδοκίες όλων μας είναι ότι το πρώτο αυτό βήμα θα ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος μηνός.
Η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνδέεται και με δύο ακόμη πολύ κρίσιμους παράγοντες: αφενός τη σταδιακή απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης – τον ELA – και την επιστροφή στην πολύ πιο φθηνή χρηματοδότηση από τα κανονικά κανάλια ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και αφετέρου τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Η επιστροφή στην ομαλότητα και κανονικότητα των τραπεζικών συναλλαγών και η μείωση της αβεβαιότητας θα βοηθήσουν σημαντικάστη σταδιακή επαναφορά της καταθετικής βάσης, που είναι ο βασικός μοχλός για τη τροφοδότηση με ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας. Θυμίζω ότι μεταξύ 2010 – 2015 οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 114 δισεκ. ευρώ.
Δεύτερο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η αποτελεσματική και βιώσιμη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προς όφελος της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής θέσης των τραπεζών.
Για να έχουμε μία εικόνα των μεγεθών, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν μόλις στο 4,5% του συνόλου των δανείων το 2007 και εκτινάχθηκε σήμερα στο 42%.
Η εκτόξευση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι, κατά κύριο λόγο, απόρροια της βαθιάς ύφεσης κατά τη τελευταία εξαετία και της συνακόλουθης συρρίκνωσης των εισοδημάτων των δανειοληπτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι από την έρευνα , το 70,2% των πολιτών χαρακτηρίζει τα μηνιαία εισοδήματά τους χαμηλά και μεσαία προς χαμηλά, όταν το ποσοστό αυτό πριν από την κρίση, ήταν μόλις 14%.
Σε ό,τι αφορά τα δάνεια ιδιωτών, ήδη οι τράπεζες από μόνες τους προσφέρουν μία σειρά ευέλικτων και ελκυστικών προϊόντων ρύθμισης. Οι προσπάθειες αυτές πρέπει να ενταθούν ώστε οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δανείων να είναι αντίστοιχες των εξειδικευμένων αναγκών και δυνατοτήτων κάθε πελάτη, είτε είναι ιδιώτης είτε μικρομεσαία επιχείρηση. Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί η αποτελεσματική διαχείριση και αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων. Αν γίνει κάτι τέτοιο με σωστό τρόπο- και αποτελεί πλέον προτεραιότητα των ίδιων των τραπεζών-, τότε θα απελευθερωθούν κεφάλαια τα οποία σήμερα είναι δεσμευμένα για την απορρόφηση τυχόν ζημιών και θα διοχετευθούν για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, αλλά και την επανεκκίνηση βιώσιμων επιχειρηματικών μονάδων.
Τρίτο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας και η αναβάθμιση της εταιρικής διακυβέρνησης στον τραπεζικό τομέα.
Η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας, είναι όρος επιβίωσης για το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τόσο για να μπορεί να ανταποκρίνεται με ταχύτητα και ευελιξία στο νέο σύστημα εποπτείας, όσο και για να μεταβεί από θέση δύναμης και όχι αδυναμίας, στο νέο ψηφιακό τραπεζικό τοπίο.
Οι τράπεζες καλούνται να επενδύσουν και να αναβαθμίσουν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων και εταιρικής διακυβέρνησης ,ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται έγκαιρα στις αυξημένες απαιτήσεις πληροφόρησης και λογοδοσίας προς τις εποπτικές αρχές , τους μετόχους και τους πελάτες τους και να συμμορφώνονται γρήγορα και αποτελεσματικά ως προς τους δείκτες κεφαλαιακών απαιτήσεων και μόχλευσης στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας.
Τέταρτο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η καθιέρωση ενός νέου επιχειρησιακού μοντέλου στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με επενδύσεις στη Πληροφορική και τις Τεχνολογίες, καθώς και στο ανθρώπινο κεφάλαιο, αλλά και με τη δημιουργία νέων δυναμικών πηγών εσόδων από νέα προιόντα και υπηρεσίες.
Η προστιθέμενη αξία της επένδυσης των τραπεζώνστο τομέα της Πληροφορικής, των Τεχνολογιών και της Καινοτομίας, δεδομένων των περιορισμών στους προϋπολογισμούς, είναι τεράστια. Η μετάβαση στο νέο ψηφιακό τραπεζικό πρότυπο, προϋποθέτει αποτελεσματικές και σύγχρονες υποδομές πληροφορικής και νέες τεχνολογίες, οι οποίες να μπορούν αφενός να υποστηρίζουν ενδοεπιχειρησιακά την οργάνωση και τη λειτουργία της ψηφιακής τράπεζας, και αφετέρου να μπορούν να υποστηρίζουν και να διαθέτουν τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες προς τους πελάτες, γρήγορα, αποτελεσματικά και με ασφάλεια.
Σε ενδοεπιχειρησιακό επίπεδο, προυπόθεση αποτελεί η ανάπτυξη και καλλιέργεια ισχυρών συνεργιών μεταξύ του τομέα IT, των πωλήσεων και του Μάρκετινγκ, ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματική ενοποίηση των αναγκών και προτιμήσεων των πελατών με τις τεχνολογικές λύσεις – προϊόντα και υπηρεσίες.
Ταυτόχρονα, για να υποστηριχθεί αυτός ο ψηφιακός μετασχηματισμός του τραπεζικού συστήματος, απαιτείται η εκπαίδευση και κατάρτιση των στελεχών, η απλοποίηση διαδικασιών, η εξάλειψη καθυστερήσεων στη λήψη αποφάσεων, λόγω π.χ. της πληθώρας των εγκυκλίων, η χρήση της ψηφιακής υπογραφής και μια σειρά άλλων οργανωτικών βελτιώσεων και απλοποιήσεων.
Τέλος, καθώς η μείωση των επιτοκίων αλλά και η ανάπτυξη ισχυρού ανταγωνισμού από μη τραπεζικές εταιρείες και πλατφόρμες, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μεγάλη συρρίκνωση των προμηθειών από τις μέχρι σήμερα τραπεζικές υπηρεσίες, οι τράπεζες θα πρέπει να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για νέες πηγές εσόδων.
Μια τέτοια πηγή δημιουργίας νέων εσόδων, θα μπορούσε να είναι η παροχή από τις τράπεζες ολοκληρωμένων συμπληρωματικών υπηρεσιών προς του πελάτες τους, μέσω προηγμένων ψηφιακών τραπεζικών καναλιών, ώστε να ικανοποιείται ολόκληρο το εύρος των αναγκών τους, είτε αυτές είναι η λήψη δανείου, είτε η αγορά ενός ασφαλιστικού ή επενδυτικού προϊόντος, είτε η αγορά ενός εισιτηρίου ή ενός βιβλίου, είτε η άντληση επιχειρηματικών ή φορολογικών συμβουλών. Όλες αυτές οι ανάγκες, θα πρέπει δυνητικά να μπορούν να ικανοποιηθούν μέσω ολοκληρωμένων υπηρεσιών με τη χρήση μίας ψηφιακής εφαρμογής από το κινητό τηλέφωνο ή το τάμπλετ.
Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι εμπορικές τράπεζες στην Ευρώπη έχουν αρχίσει να εισέρχονται και να συμμετέχουν στη λεγόμενη εναλλακτική αγορά χρηματοδότησης, που διεξάγεται μέσα πλατφορμών crowdfunding. Μια τέτοια στρατηγική επιλογή έκανε και στη χώρα μας η Εθνική Τράπεζα, δημιουργώντας την πλατφόρμα crowdfundingact4Greece, που σε πρώτη φάση λειτουργεί με βάση το μοντέλο των δωρεών, αλλά σύντομα, όταν διαμορφωθεί το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, θα μπορεί να λειτουργεί και ως επενδυτική πλατφόρμα και ως πλατφόρμα δανεισμού, κυρίως για τη παροχή μικροπιστώσεων και συμμετοχών στο εταιρικό κεφάλαιο νεοφυών επιιχειρήσεων.
Πέμπτο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η εξωστρέφεια και λογοδοσία του τραπεζικού συστήματος προς την κοινωνία.
Όπως έδειξε η έρευνα που προανέφερα,η αντιμετώπιση του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού και η ανάγκη έγκυρης και αξιόπιστης ενημέρωσης αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για τη μείωση της αβεβαιότητας και την αντιστροφή της προβληματικής αντίληψης ότι «οι τράπεζες είναι απέναντι στη κοινωνία».
Το μέλλον που έχουμε μπροστά μας στο τραπεζικό κλάδο, είναι γεμάτο προκλήσεις και ευκαιρίες.
Το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν έχει άλλη επιλογή από το να αντιμετωπίσει δυναμικά και αποφασιστικά τις προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά του. Είμαι αισιόδοξη ότι με τη βοήθεια όλων θα το πετύχουμε.