Η εισαγωγή της Τράπεζας Κύπρου στο London Stock Exchange και η ταυτόχρονη αποχώρησή της από το ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.
Οι μετοχές του συγκροτήματος είχαν εισαχθεί στο Χ.Α. το 2000 με τη διαδικασία του dual listing. Καθώς η τράπεζα δεν διατηρεί πλέον ευρείες τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα και το ελληνικό Χρηματιστήριο συγκριτικά παραμένει μια περιφερειακή αγορά, η παραμονή στη Λ. Αθηνών δεν αποτελεί προτεραιότητα. Έτσι το Χ.Α. αναμένεται να “χάσει” μια εταιρεία που σήμερα αποτιμάται στο 1,3 δισ.ευρώ (όσο και η Πειραιώς), καθώς ο σχεδιασμός της διοίκησης του Συγκροτήματος αφορά σε ένα κύριο listing στην αγορά του Λονδίνου. Τη διαδικασία θα ενεργοποιήσει η ίδια η τράπεζα, καθώς θα απαιτηθεί η σχετική έγκριση της γ.σ. των μετόχων της.
Μετά την πρόσφατη, έκτακτη, συνεδρίαση του ΔΣ της τράπεζας, επιβεβαιώθηκε πως, παρά το Brexit, ο σχεδιασμός για εισαγωγή στην premium κατηγορία του LSE δεν μεταβάλλεται. Το χρονοδιάγραμμα προβλέπει την ολοκλήρωση της εισαγωγής, εκτός απροόπτου και υπό την επιφύλαξη της λήψης των απαραίτητων εγκρίσεων, μέχρι τα τέλη του 2016. Παράλληλα, θα επιδιωχθεί και η ένταξη της μετοχής στους δείκτες FTSE UK.
Τη διαδικασία που “τρέχει” ως σύμβουλος η HSBC Bank Plc έχει ως πρωταρχικό στόχο να ενισχύσει την εταιρική εικόνα του Συγκροτήματος και κυρίως την εμπορευσιμότητα της μετοχής του. Οι συναλλαγές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας αν και με σποραδικά ξεσπάσματα, εμφανίζονται υποτονικές, κυρίως λόγω του μικρού βάθους της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Σαφέστατα μια εισαγωγή στο LSE θα βελτιώσεις τις σχέσεις της τράπεζας με την επενδυτική κοινότητα, κάτι που επισήμανε και ο John Hοurican, διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου, σε πρόσφατες δηλώσεις του.
Η Κύπρου που εκτός του LSE θα διατηρήσει τη διαπραγμάτευση των μετοχών της στο ΧΑΚ, έχει ήδη προχωρήσει στην ίδρυση νέας μητρικής στην Ιρλανδία (Bank of Cyprus Holdings PLC) καίτοι σε περίπτωση που η διαδικασία εισαγωγής των μετοχών της στο LSE υλοποιηθεί, η έδρα της τράπεζας, η διεύθυνση και οι λειτουργικές δραστηριότητες της θα παραμείνουν στην Κύπρο.
Η Τράπεζα έπειτα από μια ταραχώδη πορεία που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2013 και περιελάμβανε κούρεμα των καταθέσεων και bail-in, έχει καταφέρει στο πλαίσιο της υλοποίησης ενός Σχεδίου Αναδιάρθρωσης να επιστρέψει σε κερδοφορία εμφανίζοντας κέρδη μετά από φόρους 67 εκατ. ευρώ για το α΄ τρίμηνο του έτους, από ζημιές 509 εκατ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο του 2015. Παράλληλα, σχεδιάζει να αποπληρώσει πλήρως μέχρι το τέλος του 2017 τη χρηματοδότηση από τον ELA, που ανέρχεται στα 2,8 δισ. ευρώ.
Στη νέα Τράπεζα Κύπρου, βασικοί μέτοχοι πλέον είναι η Λαική (Cyprus Popular Bank Public Co Ltd) με ποσοστό 9,6%, η Renova Group (ρωσικών συμφερόντων όμιλος με πολυσχιδείς δραστηριότητες, ιδιοκτησίας του Ρώσου ολιγάρχη Viktor Vekselberg) με 7,2%, η TD Asset Management Inc (καναδικός επενδυτικός όμιλος, μέλος της TD Bank Group) με 5,232% και η Eυρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης με 5,021%. Παράλληλα, ο γνωστός αμερικανός μεγαλόεπενδυτής Wilbur L. Ross απέκτησε μέσω της ΑΜΚ το 1,56% του μετοχικού κεφαλαίου (κατέχει τη θέση του Αντιπροέδρου του Συγκροτήματος) και ο Ρώσος επιχειρηματίας Vladimir Strzhalkovskiy με 2,49%.