Το α΄ τρίμηνο 2017 είναι το τρίτο κατά σειρά κερδοφόρο τρίμηνο για την Alpha Bank με τα Κέρδη μετά από φόρους να ανέρχονται σε 48,1 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα των χαμηλότερων προβλέψεων για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου και της διατηρήσεως της υψηλής λειτουργικής κερδοφορίας.
Τα αποτελέσματα προ Προβλέψεων της τράπεζας ενισχύθηκαν κατά 4,6% σε ετήσια βάση ή 1,2% σε τριμηνιαία βάση και ανήλθαν κατά το α΄ τρίμηνο 2017 σε 305,1 εκατ. ευρώ.
Τα λειτουργικά έξοδα μειώθηκαν κατά 7,2% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 279 εκατ. ευρώ. Ο Δείκτης Εξόδων/Εσόδων διαμορφώνεται σε 46,3%, ποσοστό που συνιστά την καλύτερη επίδοση μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.
Η λειτουργική κερδοφορία της τράπεζας διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα παρά τη συνεχιζόμενη απομόχλευση του Ισολογισμού. Καταγράφεται μείωση του Ενεργητικού κατά 6% σε ετήσια βάση και διαμόρφωσή του σε 64,1δισ. ευρώ. Τα Δάνεια μετά από Συσσωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκαν σε 44,2 δισ. ευρώ έναντι 45,8 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος. Τα χρεόγραφα μειώθηκαν κατά 2,1 δισ. ευρώ ή 20,9% σε ετήσια βάση.
Ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) της τράπεζας διαμορφώθηκε σε 17,3%, λαμβανομένης υπ’ όψιν της θετικής επιπτώσεως από την πώληση των δραστηριοτήτων στη Σερβία. Τα Ενσώματα Ίδια Κεφάλαια ανέρχονται σε 8,8 δισ. ευρώ, τα υψηλότερα μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και η Ενσώματη Λογιστική Αξία ανά Μετοχή διαμορφώνεται σε 5,7 ευρώ.
Τα υπόλοιπα καταθέσεων ανήλθαν σε 33,1 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου 2017 έναντι 32,9 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2016. Στην Ελλάδα, τα υπόλοιπα των καταθέσεων παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 28,1 δισ. ευρώ.
Η χρηματοδότηση από τις Κεντρικές Τράπεζες μειώθηκε περαιτέρω το α΄ τρίμηνο 2017 κατά 1,3 δισ. ευρώ, σε 17 δισ. ευρώ. Τον Μάρτιο 2017, η χρηματοδότηση μέσω του Εκτάκτου Μηχανισμού Ρευστότητας της Τραπέζης της Ελλάδος (ELA) διαμορφώθηκε σε 12,2 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 1 δισ. ευρώ από τον Δεκέμβριο 2016.
Ο Δείκτης Δανείων σε Καθυστέρηση σε επίπεδο Ομίλου ανήλθε σε 38,1% στο τέλος Μαρτίου 2017. Ο Δείκτης Καλύψεως Δανείων σε Καθυστέρηση διαμορφώθηκε σε 69%, ενώ ο αντίστοιχος συνολικός Δείκτης Καλύψεως, συμπεριλαμβανομένων των ενσώματων εξασφαλίσεων, ανέρχεται σε 124%. Ο Δείκτης Μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων ανήλθε σε 53,8% σε επίπεδο Ομίλου.
Οι προβλέψεις για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου το α΄ τρίμηνο 2017, μειωμένες κατά 18,8% σε τριμηνιαία βάση, ανήλθαν σε 247 εκατ. ευρώ και αντιστοιχούν σε 164 μονάδες βάσεως έναντι 201 μονάδες βάσεως στο προηγούμενο τρίμηνο.
Οπως δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας, Δημήτριος Π. Μαντζούνης:
«Το πρώτο τρίμηνο του 2017 ήταν το τρίτο κατά σειρά κερδοφόρο τρίμηνο για την Τράπεζα, κατά το οποίο, παρά τη συνεχιζόμενη απομόχλευση του ισολογισμού, διατηρήθηκε η υψηλή λειτουργική κερδοφορία, ισχυροποιήθηκε περαιτέρω η κεφαλαιακή μας βάση και συνεχίσθηκε η μείωση της χρηματοδοτήσεώς μας από τις Κεντρικές Τράπεζες.
Τα λειτουργικά έξοδα υποχώρησαν σημαντικά σε ετήσια βάση, ενώ ο δείκτης λειτουργικής αποδοτικότητας συνιστά την καλύτερη επίδοση μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.
Παράλληλα, επιτύχαμε αποκλιμάκωση των νέων μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων και συνεχίζουμε την προσπάθειά μας για μείωση του συνόλου τους και την διαρκή βελτίωση της ποιότητος του δανειακού μας χαρτοφυλακίου.
Η εφαρμογή του σχεδίου αναδιαρθρώσεως της Τραπέζης συνεχίσθηκε επιτυχώς, με την ολοκλήρωση της πωλήσεως των δραστηριοτήτων μας στη Σερβία, στο πλαίσιο της αποεπενδύσεως από μη κύριες δραστηριότητες. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολογήσεως αναμένεται να συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην Ελληνική Οικονομία προκειμένου να επανέλθει σε ρυθμό αναπτύξεως εντός του 2017.»
Χρηματοοικονομική επίδοση
– Το Καθαρό Έσοδο Τόκων μειώθηκε κατά 1,5% σε τριμηνιαία βάση και ανήλθε σε 482,5 εκατ. ευρώ, επηρεασμένο αρνητικά από τη χαμηλότερη συνεισφορά των δανείων και του μικρότερου ημερολογιακού τριμήνου, που αντιστάθμισε το όφελος από τη μείωση του κόστους χρηματοδοτήσεως από τις Κεντρικές Τράπεζες.
– Τα Καθαρά Έσοδα από Προμήθειες διαμορφώθηκαν σε 75,7 εκατ. ευρώ το α΄ τρίμηνο 2017, μειωμένα κατά 6,7% σε σύγκριση με την ενισχυμένη εποχική επίδοση του δ΄ τριμήνου 2016.
– Τα επαναλαμβανόμενα Λειτουργικά Έξοδα διαμορφώθηκαν σε 262,7 εκατ. ευρώ μειωμένα κατά 3,7% σε ετήσια βάση και 7,7% σε τριμηνιαία βάση, καθώς συνεχίζεται ο εξορθολογισμός του δικτύου. Ο Δείκτης Εξόδων/Εσόδων μειώθηκε σε 46,3% το α΄ τρίμηνο.
– Οι Προβλέψεις για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκαν σε 246,8 εκατ. ευρώ το α΄ τρίμηνο 2017 ή σε 164 μονάδες βάσεως ως ποσοστό του μέσου όρου χορηγήσεων.
– Κέρδη μετά από Φόρους Ευρώ 48,1 εκατ. το α΄ τρίμηνο 2017.
Βασικά Χαρακτηριστικά Ισολογισμού
– Απομόχλευση Ενεργητικού κατά 0,8 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση και διαμόρφωσή του σε 64,1 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω μειώσεως των υπολοίπων δανείων και του επενδυτικού χαρτοφυλακίου.
– Τα υπόλοιπα καταθέσεων ανήλθαν σε 33,1 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου 2017, αυξημένα κατά 0,1 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση. Στην Ελλάδα, τα υπόλοιπα των καταθέσεων παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 28,1 δισ. ευρώ, καθώς η εισροή καταθέσεων επιχειρήσεων αντιστάθμισε τις εκροές από τις καταθέσεις Ιδιωτών. Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα υπόλοιπα των καταθέσεων, σε σταθερό ρυθμό ανακάμψεως, αυξήθηκαν κατά 0,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
– Η χρηματοδότηση από τις Κεντρικές Τράπεζες μειώθηκε κατά 1,3 δισ. ευρώ το α΄ τρίμηνο 2016 και ανήλθε σε 17 δισ. ευρώ, ως αποτέλεσμα των αυξημένων διατραπεζικών συναλλαγών, της περαιτέρω μειώσεως του επενδυτικού χαρτοφυλακίου και των εισροών καταθέσεων στις θυγατρικές στη Νοτιανατολική Ευρώπη.
– Το α΄ τρίμηνο 2017, τα Δάνεια σε Καθυστέρηση στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 111 εκατ. ευρώ. Ο Δείκτης Καθυστερήσεων διαμορφώθηκε σε 38,1% για τον Όμιλο στο τέλος Μαρτίου 2017. Αντιστοίχως, τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 123 εκατ. ευρώ έναντι αυξήσεως 50 εκατ. ευρώ των νέων Μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων κατά το προηγούμενο τρίμηνο. Ο Δείκτης Μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 53,8% στο τέλος Μαρτίου 2017.
– Οι συσσωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκαν σε 15,9 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 26,4% του δανειακού χαρτοφυλακίου.