Με επιθετικότερες ρυθμίσεις σε συνεργάσιμους δανειολήπτες, κυνήγι στους στρατηγικούς κακοπληρωτές, ενεργοποίηση του εργαλείου των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και μεγαλύτερες πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων σε τρίτους, θα επιχειρήσουν οι τράπεζες να πιάσουν το 2018 τους στόχους μείωσης των ανοιγμάτων τους που βρίσκονται σε καθυστέρηση.
Το 2017 οι επιδόσεις τους ήταν σύμφωνες με τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς για τους οποίους έχουν δεσμευτεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τη νέα χρονιά ωστόσο ο επιδιωκόμενος ρυθμός μείωσης των «κόκκινων» χορηγήσεων είναι πιο φιλόδοξος. Συγκεκριμένα, το επόμενο 12μηνο τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα πρέπει να περιοριστούν τουλάχιστον κατά 14,4 δισ. ευρώ έναντι μείωσης κατά 7 δισ. ευρώ που προέβλεπε το πλάνο του 2017.
Μέχρι και το 2019, όπως αναφέρει το ΒΗΜΑ, προβλέπεται ότι θα δημιουργηθούν νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 20,1 δισ. ευρώ και την ίδια περίοδο θα θεραπευτούν χορηγήσεις της τάξης των 21,1 δισ. ευρώ.
Εξάλλου, βάσει των εποπτικών κανόνων, για να «πρασινίσει» μια οφειλή θα πρέπει να περάσουν 12 – 24 μήνες ομαλών αποπληρωμών, χρονικό διάστημα που δεν επιτρέπει την άμεση αποτύπωση επιτυχών ρυθμίσεων στους δείκτες καθυστερήσεων.
Το βάρος των προσπαθειών των πιστωτικών ιδρυμάτων αναγκαστικά θα πέσει στις εισπράξεις από την εκποίηση ενεχύρων, κυρίως ακίνητα, αλλά και στην πώληση δανείων σε funds, ελαφραίνοντας με αυτόν τον τρόπο τους ισολογισμούς τους από προβληματικά χαρτοφυλάκια. Στόχο των τραπεζών αποτελεί η διενέργεια τουλάχιστον 15.000 πλειστηριασμών ακινήτων μέσα στο 2018, αλλά και η ρευστοποίηση δανειακών υπολοίπων άνω των 6 με 7 δισ. ευρώ.
Κούρεμα στεγαστικών δανείων
Μεγάλη σημασία δίνουν οι τράπεζες στην αντιμετώπιση των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων. Πρόκειται για το μοναδικό χαρτοφυλάκιο που εμφανίζει τάσεις επιδείνωσης τους τελευταίους μήνες, παρά τις ρυθμίσεις που προωθούνται και τη βελτίωση του κλίματος στην οικονομία.
Συγκεκριμένα, οι αρμόδιες διευθύνσεις των τραπεζών είναι διατεθειμένες να προωθήσουν από τη μία πλευρά ρυθμίσεις με «κούρεμα», αλλά και λύσεις οριστικής διευθέτησης, που θα προβλέπουν ακόμη και ολική διαγραφή χρέους, εάν ο δανειολήπτης παραδώσει το ακίνητό του.
Η μερική απαλλαγή της οφειλής γίνεται μέσω του διαχωρισμού του υπολοίπου σε δύο μέρη. Το πρώτο αντιπροσωπεύει τη σημερινή εμπορική αξία του ακινήτου και εφόσον αυτό εξοφλείται κανονικά, θα «σβήνεται» σταδιακά το εναπομένον ποσό.