Την έντονή της αντίδραση κατά της τροπολογίας για την επικουρική, εξέφρασε η Εθνική Τράπεζα, καθώς όπως υποστηρίζει χαρακτηρίζεται από πολλές αδυναμίες και αδικίες.
Όσον αφορά στην τροπολογία, οι 17.000 συνταξιούχοι της Εθνικής, οι οποίοι δεν λαμβάνουν την επικουρική σύνταξή τους εδώ και ένα χρόνο λόγω του προβλήματος χρηματοδότησης του ΛΕΠΕΤΕ, θα ενταχθούν στο ΕΤΕΑΕΠ, χάνοντας προνόμια χρόνων.
Σύμφωνα πληροφορίες, η ΕΤΕ έχει πρωτοστατήσει ώστε να βρεθεί μία εύλογη και δίκαιη λύση στο δύσκολο κοινωνικό θέμα του ΛΕΠΕΤΕ. Διαφαινόταν το σκιαγράφημα μιας λύσης με αυτά τα χαρακτηριστικά που εμπεριείχε εύλογους συμβιβασμούς και από τρία εμπλεκόμενα μέρη (συνταξιούχους, ΕΤΕ και Κυβέρνηση). H ETE θα συνέβαλλε γενναιόδωρα σε αυτή τη λύση.
Επίσης, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές , εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την ΕΤΕ. Πρώτον, δημιουργεί συνταξιούχους δυο ταχυτήτων. Οι σημερινοί συνταξιούχοι (δηλαδή πριν την ψήφιση του νόμου) θα λαμβάνουν κατά την κατατεθείσα τροπολογία υψηλές συντάξεις, σε επίπεδα άνω του τριπλάσιου των υπολοίπων συνταξιούχων του δημοσίου.
Οι σημερινοί εργαζόμενοι της τράπεζας αδικούνται, αφού η τροπολογία θα τους δώσει σημαντικά χαμηλότερες συντάξεις από τους σημερινούς συνταξιούχους, που θα βγαίνει μειούμενη για το διάστημα ασφάλισης μετά την 1/1/2015 (αρχικά άνω του 50%, ποσοστό που θα ανεβαίνει). Δεν μπορεί να υπάρχει κάποια λογική σε έναν τέτοιο διαχωρισμό. Δεύτερον, η εφαρμογή της λύσης θα έπληττε οικονομικά την ΕΤΕ σε τέτοιο βαθμό που κάποιος θα έπρεπε να αναρωτηθεί για τη ορθότητα σκέψης ή ακόμη χειρότερα για τη σκοπιμότητα, ειδικά σε μια χρονική στιγμή που η ΕΤΕ αρχίζει να ανακάμπτει.
Η τροπολογία προφανώς είναι αντισυνταγματική και μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου και το κανονιστικό πλαίσιο και δεν πρέπει να παραπλανηθούν οι συνταξιούχοι ότι ο κ. Πετρόπουλος που τα τελευταία δύο χρόνια καθυστερεί, με αυτήν την σπασμωδική κίνηση έχει βρει μια μόνιμη και βιώσιμη λύση. Όπως είναι αυτονόητο, σε περίπτωση νομοθέτησης του προτεινόμενου μέτρου η τράπεζα θα προσφύγει άμεσα για την ακύρωση του ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων με γνώμονα την προστασία της ευρωστίας της τράπεζας και τα δικαιώματα των εργαζομένων μας.
Η τράπεζα συνεχίζει να πιστεύει ότι υπάρχει μια συναινετική λύση με την οικειοθελή συμμετοχή μας.