Κρίσιμες αλλαγές στον νόμο σχετικά με τη λειτουργία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αναμένεται να μπουν στο τραπέζι κυβέρνησης – Θεσμών τον Σεπτέμβριο.
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Υπουργείου Οικονομικών και Θεσμών θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση του νέου πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου εφεξής και μετά την προβλεπόμενη λήξη του στα τέλη του 2022. Το σχετικό νομοσχέδιο θα τεθεί προς ψήφιση στη Βουλή τον Οκτώβριο.
Με τον νέο νόμο για το ΤΧΣ θα ολοκληρωθεί η κρισιμότερη, μετά τον «Ηρακλή», μεταρρύθμιση της κυβέρνησης στον χρηματοπιστωτικό τομέα, δίνοντας στις τράπεζες πλήρη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τη ρευστότητα των αγορών και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Βασικός άξονας του νέου νόμου θα είναι η «ανακατεύθυνση» του ΤΧΣ σε ρόλο αποεπένδυσης από τις ελληνικές τράπεζες, με συντεταγμένη στρατηγική και σε εύλογο χρόνο. Προκειμένου να γίνει αυτό, ο νέος νόμος θα προβλέπει, σύμφωνα με πληροφορίες:
α) Παράταση της ισχύος του ΤΧΣ πέραν του 2022,
β) Πρόσληψη Συμβούλου για την υλοποίηση της στρατηγικής αποεπένδυσης,
γ) Σύσταση Επενδυτικής Επιτροπής που θα συναποφασίζει με το Γενικό Συμβούλιο και τον Σύμβουλο την στρατηγική εξόδου από τις τράπεζες,
δ) Κατάργηση ειδικών δικαιωμάτων του ΤΧΣ στις τράπεζες όταν το ποσοστό συμμετοχής του υποχωρεί κάτω ενός ποσοστού (εκτιμάται κάτω του 5%).
Οι παραπάνω κομβικές αλλαγές θα έρθουν να προστεθούν στην τελευταία αναθεώρηση του νόμου του ΤΧΣ που επήλθε τον περασμένο Μάρτιο και της οποίας βασική αλλαγή ήταν η παροχής δυνατότητας συμμετοχής του Ταμείου σε αναπτυξιακές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών.
Ειδικότερα, στο ΤΧΣ δόθηκε η δυνατότητα να συμμετέχει, όπως οποιοσδήποτε άλλος μέτοχος, σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών στις οποίες διατηρεί ποσοστά, και ο ρόλος του να μην περιορίζεται στην κάλυψη κεφαλαιακών αναγκών σε περίπτωσης ανακεφαλαιοποίησης για λόγους εξυγίανσης.
Με τη ρύθμιση αυτή, το ΤΧΣ μπόρεσε να συμμετάσχει στην ΑΜΚ της Τράπεζας Πειραιώς τον Απρίλιο, αλλά και στην ΑΜΚ της Alpha Bank που ακολούθησε τον Ιούνιο. Και στις δύο ΑΜΚ, το Ταμείο μείωσε τη συμμετοχή του από το 61% στο 27% στην Τράπεζα Πειραιώς και στο 9% από 11% στην Alpha Bank.
Με τον νέο νόμο, η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες ορίζεται ως ο κύριος ρόλος του Ταμείου, τον οποίο θα πρέπει να ολοκληρώσει σε εύλογο χρόνο και με το μέγιστο δυνατό όφελος για το Ελληνικό Δημόσιο.
Ο εύλογος χρόνος δεν αναμένεται να είναι ρητά καθορισμένης διάρκειας στο νομοσχέδιο που θα ολοκληρωθεί εντός του Σεπτεμβρίου, καθώς οι αγορές θα είναι τελικά αυτές που θα «αποφασίσουν» το χρονοδιάγραμμα για την πλήρη έξοδο του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες.
Το κλίμα της αγοράς θα παρακολουθείται στενά από τον Σύμβουλο που θα συνεπικουρεί το Γενικό Συμβούλιο στις αποφάσεις του, ανάβοντας το «πράσινο φως» για την πώληση μετοχών που κατέχει το ΤΧΣ στις τράπεζες. Αυτή τη στιγμή, η μεγαλύτερη συμμετοχή του ΤΧΣ είναι στην Εθνική Τράπεζα (40,4%) και η μικρότερη στη Eurobank (1,40%).
Σημειώνεται ότι το πολύ μικρό συμμετοχής του ΤΧΣ στις τράπεζες θα οδηγεί αυτόματα και σε κατάργηση της εκπροσώπησής του στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας. Εξετάζεται ο πήχης να τεθεί σε ποσοστό κάτω του 5%.
Η υλοποίηση της στρατηγικής αποεπένδυσης του ΤΧΣ θα επιτευχθεί με την περαιτέρω αναβάθμιση της εταιρικής του διακυβέρνησης. Ήδη με τις αλλαγές του Μαρτίου, η εταιρική διακυβέρνηση του ΤΧΣ ενισχύθηκε καθιστώντας βασικό όργανο του Ταμείου με το τεκμήριο αρμοδιότητας το Γενικό Συμβούλιο. Η Εκτελεστική Επιτροπή παρέμεινε το όργανο που κάνει την καθημερινή διαχείριση και εφαρμόζει τις αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου.
Με τις αλλαγές που έρχονται, ένα νέο όργανο – η Επενδυτική Επιτροπή – αναμένεται να έχει κρίσιμο ρόλο στο «management» του ΤΧΣ, μαζί με το Γενικό Συμβούλιο και τον Σύμβουλο.
Το τελικό πλαίσιο για τη λειτουργία του ΤΧΣ θα συμφωνηθεί με τους Θεσμούς κατά τις διαπραγματεύσεις του Σεπτεμβρίου. Οι Θεσμοί ζητούν πρωτίστως ως εφεξής σκοπός του ΤΧΣ να οριστεί η κατάρτιση και υλοποίηση στρατηγικής αποεπένδυσης από τις ελληνικές τράπεζες. Θέλουν η έξοδος του ΤΧΣ από τις τράπεζες να γίνει σε εύλογο χρόνο, το ΤΧΣ να διατηρήσει την ανεξαρτησία του και βεβαίως, να υπάρχει σύμπλευση του νέου νόμου με των ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο.