Αύξηση των καθαρών κερδών κατά 66% σε ετήσια βάση στο εννεάμηνο, στα 767 εκατ. ευρώ ανακοίνωσε η Εθνική Τράπεζα.
Τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες σε επίπεδο ομίλου ανήλθαν σε 714 εκατ. ευρώ.
Τα βασικά σημεία των αποτελεσμάτων έχουν ως εξής:
Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 5% σε ετήσια βάση το Εννεάμηνο 2021, αντανακλώντας την αύξηση του χαρτοφυλακίου εξυπηρετούμενων δανείων, τη συνεχιζόμενη ανατιμολόγηση των καταθέσεων και το όφελος από τη συμμετοχή στο Πρόγραμμα Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO III).
Κεφαλαιοποιώντας το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού και την ευνοϊκή οικονομική συγκυρία, τα καθαρά έσοδα από προμήθειεςανέκαμψαν το Γ’ τρίμηνο 2021 (+5% σε τριμηνιαία βάση), συντελώντας στην αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες κατά 11% σε ετήσια βάση το Εννεάμηνο 2021, με σημαντική αύξηση σε όλες τις βασικές κατηγορίες προμηθειών (Λιανική Τραπεζική, Εταιρική Τραπεζική και μη παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες).
Δραστική αποκλιμάκωση των λειτουργικών δαπανών κατά 8% σε ετήσια βάση το Εννεάμηνο 2021, ως αποτέλεσμα της σημαντικής περιστολής των δαπανών προσωπικού (-15% σε ετήσια βάση). Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα σημείωσε βελτίωση κατά σχεδόν 8 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκε στο 50,2% κατά το Εννεάμηνο 2021.
Τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα ανήλθαν σε €413 εκατ. το Εννεάμηνο 2021, ενσωματώνοντας υψηλά κέρδη σχετιζόμενα με συναλλαγές χρεογράφων (κυρίως Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου).
Το κόστος πιστωτικού κινδύνου έπεσε κάτω από τις 100μ.β. το Γ’ εξάμηνο 2021 και διαμορφώθηκε στις 94μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις.
Τα οργανικά κέρδη ενισχύθηκαν κατά σχεδόν 50% σε ετήσια βάση, σε €341 εκατ. το Εννεάμηνο 2021, αποτυπώνοντας την ανάκαμψη σε όλους τους βασικούς τομείς κερδοφορίας της Τράπεζας.
Tο υπόλοιπο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) στην Ελλάδα μειώθηκε σε €3,7 δισ. Ο δείκτης κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 70%
Στην Ελλάδα, τα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε €3,7 δισ. το Γ τρίμηνο 2021 ή €1,1 δισ. μετά από προβλέψεις, με περίπου το 1/3o να είναι ρυθμισμένα δάνεια με καθυστέρηση κάτω των 30 ημερών.
Η οργανική μείωση των ΜΕΑ διατηρήθηκε κατά το Γ’ τρίμηνο 2021 (-€0,2 δισ. σε τριμηνιαία βάση) και ανήλθε συνολικά σε €0,4 δισ. το Εννεάμηνο 2021, συγκρινόμενη θετικά με το στόχο που έχει θέσει η Τράπεζα για αύξηση ΜΕΑ λόγω κορωνοϊού έως και €0,6 δισ. το 2021-2022.
Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 11,9% στην Ελλάδα και σε 11,8% σε επίπεδο Ομίλου, σημειώνοντας μείωση της τάξεως των 90μ.β. σε τριμηνιαία βάση.
Ο δείκτης κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 70,1% στην Ελλάδα (70,2% σε επίπεδο Ομίλου), ενισχυμένος περίπου κατά 730μ.β. από την αρχή του έτους και 370μ.β. σε τριμηνιαία βάση.
Η κατάσταση πληρωμών των πελατών που είχαν ενταχθεί σε προγράμματα διευκόλυνσης καταβολής οφειλών (moratoria) παραμένει καθησυχαστική, καθώς ποσοστό κάτω του 4% βρισκόταν σε καθεστώς αθέτησης πληρωμών (καθυστέρηση άνω των 90 ημερών) στα μέσα Νοεμβρίου 2021, 11 μήνες μετά τη λήξη των εν λόγω προγραμμάτων.
Δείκτης CET1 στο 16,4%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να ανέρχεται σε 17,0%.
Ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 16,4%, ενισχυμένος κατά 70μ.β. περίπου σε σχέση με την αρχή του έτους, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 17,0%. Με πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9 (fully loaded – FL), ο δείκτης CET1 FL ανήλθε σε 14,2%, αυξημένος κατά 140μ.β. από την αρχή του έτους.
Λαμβάνοντας υπόψη τη μείωση των σταθμισμένων στοιχείων του Ενεργητικού κατά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Frontier, καθώς και την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, οι δείκτες CET1 και CET1 FL διαμορφώνονται σε 17,8% και 15,4% αντίστοιχα, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας της Τράπεζας να ανέρχεται σε 19% περίπου.