«Οφείλουμε όλοι να προσαρμοστούμε σε ένα περιβάλλον εναλλασσόμενων – και συχνά επικαλυπτόμενων κρίσεων, να μάθουμε να τις βλέπουμε σαν ευκαιρίες θριάμβων και αλλαγών και όχι σαν απειλές καταστροφών» Ψήφο εμπιστοσύνης στην αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας αλλά και στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, παρά την δυσμενή συγκυρία και το περιβάλλον αβεβαιότητας, έδωσε ο CEO του Ομίλου Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης, στο πλαίσιο της συζήτησης “Greek banking system in unchartered waters ” με τον Σωτήρη Νίκα του Bloomberg, στο 7 ο Delphi Economic Forum.
«Στον τραπεζικό κλάδο έχουμε γυρίσει σελίδα και αυτό δεν περιορίζεται στα θέματα της ποιότητας του ενεργητικού και της ρευστότητας. Έχουν δρομολογηθεί αποφασιστικές αλλαγές και στο λειτουργικό μας μοντέλο και πιστεύω ακράδαντα πως είμαστε πλέον πιο ανθεκτικοί και πιο ευέλικτοι, περισσότερο έμπειροι και ικανοί.
Έχει αλλάξει άρδην ο τρόπος διοίκησης μέσα από τις κρίσεις των τελευταίων ετών. Η έννοια της «ομάδας» είναι πιο αναγκαία από ποτέ, όπως και η κινητοποίηση όλων κάτω από έναν κοινό σκοπό, να σταθούμε δίπλα στους Πελάτες μας και να στηρίξουμε ό,τι σημαίνει Πρόοδος για την οικονομία και την κοινωνία», τόνισε ο κ. Ψάλτης. Ο CEO της Alpha Bank υπογράμμισε ότι οι δράσεις για επιστροφή σε υψηλά ποσοστά κερδοφορίας δεν εξαντλούνται στην έγκαιρη ολοκλήρωση του μετασχηματισμού και των συναλλαγών.
Προϋποθέτει ότι είμαστε ώριμοι να διαβάσουμε το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον και να το αξιοποιήσουμε ως καταλύτη για να οικοδομήσουμε την Alpha Bank και ευρύτερα το τραπεζικό σύστημα, της επόμενης δεκαετίας».
Σημείωσε, δε, πως «ο πιο καθοριστικός τρόπος κινητοποίησης ενός μεγάλου οργανισμού είναι η αλλαγή της ίδιας της κουλτούρας του» και αναφέρθηκε στα δομικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη στρατηγική αυτή, μεταξύ των οποίων η αλλαγή του τρόπου προσέγγισης αλλά και της πλατφόρμας εξυπηρέτησης των Πελατών: Το πρώτο είναι η εμφατική επιστροφή στον πυρήνα της τραπεζικής δραστηριότητας. «Λόγω της κρίσης, οι ελληνικές Τράπεζες είχαν – εξ ανάγκης – μπολιαστεί με τον φόβο της μη ανάληψης ρίσκου.
Σήμερα οι συνθήκες είναι διαφορετικές και, εάν θέλουμε να επιτελέσουμε τον πραγματικό μας ρόλο, οφείλουμε να επιστρέψουμε στις αρχές της τραπεζικής διαμεσολάβησης και ενεργού διαχείρισης κινδύνων. Αυτό το σηματοδοτήσαμε εμείς πρώτοι με την τολμηρή ΑΜΚ που πραγματοποιήσαμε του 2021, δείχνοντας σαφώς τη διάθεσή μας να αναλάβουμε μεγαλύτερο ρίσκο και να στηρίξουμε τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο» ανέφερε ο κ. Ψάλτης. Το δεύτερο στοιχείο είναι η κατανόηση ότι η φύση των τραπεζικών εργασιών είναι ανθρωποκεντρική, προϋποθέτει την κινητοποίηση του δυναμικού της Τράπεζας.
«Δουλεύουμε με τους ανθρώπους μας και δημιουργούμε μία νέα Τράπεζα περισσότερο ευέλικτη, περισσότερο τολμηρή – με σεβασμό πάντοτε στους αποταμιευτές μας και τους μετόχους μας» σημείωσε ο κ. Ψάλτης, προσθέτοντας πως «συχνά, δεν είναι ούτε η κορυφή, ούτε η βάση ενός οργανισμού που αρνείται την αλλαγή. Συνεπώς, εμείς δουλεύουμε εντατικά με όλη την διοικητική ομάδα της Τράπεζας με έναν και μόνον στόχο. Να δώσουμε ορατότητα και φωνή στα χιλιάδες στελέχη μας, προκειμένου να αναλάβουν την πρωτοβουλία, την ευθύνη και να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη για τη νέα Τράπεζα».
Το τρίτο στοιχείο είναι η αποδοχή των προκλήσεων που συνεπάγεται ο ανταγωνισμός ως δομικό στοιχείο της κουλτούρας μας. Είναι αυτή η αντίληψη που γεννά, που δημιουργεί την αξία, το πλεόνασμα για τον καταναλωτή, για τον πελάτη. Το τέταρτο στοιχείο αφορά στον τρόπο εξυπηρέτησης των Πελατών. «Είναι νομίζω πλέον η στιγμή να συζητήσουμε σοβαρά για την πλατφόρμα εξυπηρέτησης των πελατών μας.
Η πλατφόρμα αυτή θα πρέπει να αλλάξει – να ελαφρύνει σημαντικά, υπό την προϋπόθεση ότι θα διασφαλίσουμε την απόλυτη και ισότιμη πρόσβαση όλων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα», επεσήμανε ο κ. Ψάλτης. Προς μία νέα σχέση Πελάτη και Εργαζόμενου – ο ρόλος του τραπεζικού καταστήματος
«Οφείλουμε να συζητήσουμε εάν το μοντέλο εργασίας αλλά και το σημερινό μοντέλο λειτουργίας του τραπεζικού καταστήματος, που έρχεται από το χθες, μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του αύριο», τόνισε συγκεκριμένα ο CΕΟ της Alpha Bank, υπογραμμίζοντας πως πλέον τόσο οι πελάτες όσο και το προσωπικό των τραπεζών μπορεί να είναι remote. «Τα πρώτα δείγματα γραφής υπάρχουν, όπως η εξυπηρέτηση των Πελατών της Alpha Bank ανεξαρτήτως γεωγραφικής περιοχή μέσω βιντεοκλήσης από όποιον διαθέσιμο χειριστή ανά την Ελλάδα», ανέφερε χαρακτηριστικά για να προσθέσει:
«Ενισχύουμε την επιμόρφωση των Πελατών μας ώστε να αξιοποιήσουν τα νέα δίκτυα και να προστατευθούν από τη διαδικτυακή απάτη, και προχωράμε στη δραστική αλλαγή της δικής μας κουλτούρας, ώστε να απαντούμε στις νέες αυτές ανάγκες τους και οδηγούμαστε σε μία νέα δυναμική σχέση που πρώτο ρόλο διαδραματίζουν οι ικανότητες του Εργαζόμενου και όχι ο τόπος κατοικίας ή ακόμη και η ειδικότητα του».
Κατά τον κ. Ψάλτη, η αλλαγή Παραδείγματος είναι εφικτή, εφόσον υπάρξει η στήριξη της θεσμικής εκπροσώπησης των Εργαζομένων και του ίδιου του Προσωπικού που «μαζί με την ισχυρή συνδρομή της Πολιτείας, κράτησαν όρθιο το τραπεζικό σύστημα τη δεκαετία της κρίσης».
Μάλιστα, εξήρε τους θεσμικούς εκπροσώπους του Ομίλου και του κλάδου για την υπεύθυνη στάση τους κατά την πρόσφατη διαπραγμάτευση, που όπως είπε τον κάνει να αισιοδοξεί «ότι υπάρχει όχι μόνον περιθώριο αλλά και βούληση να διαμορφώσουμε από κοινού και με τρόπο παραγωγικό την επόμενη ημέρα για την αποδοτική και κερδοφόρο λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων και την άψογη εξυπηρέτηση των Πελατών μας».
«Συμπερασματικά, ο στόχος μας για ανάπτυξη και κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος δεν μπορεί να περιορίζεται στο να αποδείξουμε ότι είμαστε ικανοί να ανταποκριθούμε στις όποιες κρίσεις. Προϋποθέτει ότι είμαστε ώριμοι να διαβάσουμε το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον και να το αξιοποιήσουμε ως καταλύτη για να οικοδομήσουμε την Alpha Bank και ευρύτερα το τραπεζικό σύστημα, της επόμενης δεκαετίας», κατέληξε ο κ. Ψάλτης.
Οι διαδοχικές κρίσεις ως ευκαιρίες αλλαγών Ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας σε ένα περιβάλλον διαδοχικών κρίσεων, ο CEO της Alpha Bank τόνισε πως «οφείλουμε όλοι να προσαρμοστούμε σε ένα περιβάλλον εναλλασσόμενων – και συχνά επικαλυπτόμενων κρίσεων, να μάθουμε να τις βλέπουμε σαν ευκαιρίες θριάμβων και αλλαγών και όχι σαν απειλές καταστροφών» και επομένως «να προσαρμόσουμε το εθνικό μας αφήγημα και τη στρατηγική μας».
Εξέφρασε την εκτίμησή του ότι η αυξημένη αβεβαιότητα αναμένεται να έχει άμεσες επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού, καθώς η χώρα δεν έχει ακόμη επιτύχει την επενδυτική βαθμίδα, ενώ οι αυξημένες τιμές ενέργειας περιορίζουν την κερδοφορία και επιβραδύνουν τον επενδυτικό σχεδιασμό των επιχειρήσεων, εξασθενίζουν την αγοραστική δύναμη των ελληνικών νοικοκυριών, επιβαρύνουν για τρίτη συνεχή χρονιά το δημόσιο ταμείο στην προσπάθεια προστασίας τους και αποδυναμώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και συνεπώς τον αριθμό των τουριστικών αφίξεων και διάρκειας διακοπών τους.
Ωστόσο, και απαντώντας σε ερώτημα του κ. Νίκα σχετικά με το αν υφίσταται απειλή της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας, ο κ. Ψάλτης εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η ελληνική οικονομία δεν θα υποχωρήσει σε ύφεση. Συγκεκριμένα, σημείωσε πως αναμένεται μείωση του εκτιμώμενου – πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία – ρυθμού ανάπτυξης (5,2%) κατά 1 ή ακόμη και δύο 2 ποσοστιαίες μονάδες, όμως δύσκολα η οικονομική μεγέθυνση του τρέχοντος έτους θα βρεθεί κάτω από το 3% «καθώς υπάρχουν αρκετές ισχυρές αντίρροπες δυνάμεις που μας έχουν βάλει σε μονοπάτι ανάπτυξης και θα παραμείνουμε σε αυτό, έστω και με μικρότερες ταχύτητες».
Συγκεκριμένα, η πεποίθησή του εδράζεται στην επενδυτική ένεση των κεφαλαίων του ΤΑΑ, στον δεύτερο γύρο ανάκαμψης του τουρισμού λόγω της ανάγκης των ανθρώπων να ταξιδέψουν μετά από την πανδημία, με την Ελλάδα να είναι ένας ασφαλής προορισμός «μακριά από των θέατρο των πολεμικών συγκρούσεων», στην ανθεκτικότητα της καταναλωτικής δαπάνης, λόγω της υψηλής συσσώρευσης αποταμιεύσεων την περίοδο των περιοριστικών μέτρων, που μπορεί να αξιοποιηθεί για την προστασία του επιπέδου διαβίωσης στην τρέχουσα κρίση, και στη δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης «να διατηρήσει τον επεκτατικό οίστρο της δημοσιονομικής της πολιτικής και σε αυτήν την κρίση».
Επεσήμανε δε ότι η ενεργειακή κρίση, παρ’ ό,τι είναι μεγάλης κλίμακας και μακρύτερης διάρκειας από τους αρχικούς υπολογισμούς, δεν θίγει με ιδιαίτερο τρόπο την Ελλάδα, σε αντίθεση με την κρίση δανεισμού του 2010 και την κρίση του τουρισμού και μεταφορών λόγω της πανδημίας.
«Εκτιμώ ότι όλα τα ανωτέρω κρατούν την Ελλάδα μέσα στο στόχο της επενδυτικής βαθμίδας αμέσως μετά την υποχώρηση της αβεβαιότητας στο διεθνές περιβάλλον. Ας μην ξεχνάμε το γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν και παράπλευρο όφελος (collateral benefit), ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα, καθώς διαβρώνουν την αξία και άρα το βάρος το δημόσιου χρέους σε πραγματικούς όρους», τόνισε.
Η στήριξη των επιχειρήσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα συνεχιστεί Ο κ. Ψάλτης αναφέρθηκε, τέλος, και στα σημαντικά βήματα που έγιναν από τις τράπεζες για την επιβίωση των ελληνικών επιχειρήσεων στις συνθήκες ακραίας και αιφνίδιας κρίσης που επέβαλε η πανδημία, σημειώνοντας ότι η «η κυβερνητική πολιτική στάθηκε αρωγός στην προσπάθειά μας, απλώνοντας ένα δημοσιονομικό δίχτυ προστασίας συνολικού ύψους Ευρώ 40 δισ. (Ευρώ 23,1 το 2020 και Ευρώ 16,9 το 2021) στηρίζοντας τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τις θέσεις απασχόλησης.
Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με τη στήριξη (με τον ετήσιο ρυθμό πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις να φθάνει το 10% το 2020 και 3,7% το 2021 έναντι μόλις 1,7% το 2019), άμβλυνε σε σημαντικό βαθμό τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί ένας νέος γύρος μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Όσον αφορά στο νέο περιβάλλον πληθωρισμού των τιμών ενέργειας, δήλωσε ότι η στήριξη αυτή συνεχίζεται, καθώς οι αυξημένες ανάγκες των πελατών σε κεφάλαια κίνησης, λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής και μεταφοράς θα καλυφθούν με την απαραίτητη ρευστότητα εκ μέρους των τραπεζών, ενώ διατύπωσε την εκτίμηση ότι η συσσώρευση των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών περιορίζουν τη διαμόρφωση συνθηκών δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων.
«Σε κάθε περίπτωση, οι ελληνικές επιχειρήσεις που επιβίωσαν της κρίσης και άλλες που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση έχουν ένα ανθεκτικό γονιδίωμα που είναι προϋπόθεση για την ανθεκτικότητα και την ανάπτυξή τους», κατέληξε.