Οσμή σκανδάλου εμπειριέχει, σύμφωνα με τραπεζικούς αλλά και νομικούς κύκλους, η μηνυτήρια αναφορά που υπέβαλε στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, Ι. Σακελλάκο ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Χρήστος Σπιρτζής, μέσω της οποίας ζητείται να διευκρινιστούν οι τρόποι που επενδύθηκαν ποσά-μαμούθ σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια από την Τράπεζα της Ελλάδας.
Μάλιστα η μηνυτήρια αναφορά προκάλεσε την επείγουσα ποινική διερεύνηση του τρόπου διαχείρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος των αποθεματικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) με Αντικείμενο της προσφυγής, όπως τονίζεται στην αναφορά, «τον ανεξέλεγκτο τρόπο εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια αρκετών δις ευρώ χωρίς την παραμικρή άδεια και ενημέρωση των διοικήσεων του ΕΤΑΑ».
Ποιοι την υπογράφουν
Η μηνυτήρια αναφορά υπογράφεται από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, την Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία, τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, το Συμβολαιογραφικό Σύλλογο Εφετείων Αθηνών-Πειραιώς-Αιγαίου και Δωδεκανήσου, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, την Ομοσπονδία Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδος και τον Φαρμακευτικό Σύλλογο Αττικής.
Ζητείται μάλιστα η ανάθεση της έρευνας για την υπόθεση σε εφέτη ανακριτή.
Σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στην μηνυτήρια αναφορά, χρήματα από τα αποθεματικά, που υπολογίζεται πως φτάνουν τα 6 δισ. ευρώ, χρησιμοποιήθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος για την αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου από το 1997 χωρίς να έχουν ενημερωθεί οι δικαιούχοι.
Εκτιμάται, επίσης, πως το 85% των αποθεματικών είναι σε ομόλογα και όπως επισημαίνεται στην αναφορά: «Σε μια εποχή που από το Μεσοπρόθεσμο προβλέπεται τεράστια αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αποκλειστικός διαχειριστής των αποθεματικών των ταμείων μας, προωθεί τόσο να ενταχθούν στο “κούρεμα” όσο και να χαθεί ένα κομμάτι από αυτά».
Η ανακοίνωση του Δικηγορικού Σύλλόγου
Σε ανακοίνωση του για το θέμα ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών αναφέρει : «Η εν λόγω επένδυση προήλθε ως αποτέλεσμα του προφανώς, αντισυνταγματικού νόμου 2469/1977, βάσει του οποίου το ΕΤΑΑ εξαναγκαστικά κατέθετε τα αποθεματικά του στην Τράπεζα της Ελλάδος και η τελευταία τα “επένδυε” – ανεξέλεγκτα και χωρίς καμιά προσοχή και επιμέλεια – σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου».
Το ΕΤΑΑ, όπως υπογραμμίζει ο ΔΣΑ, προέκυψε, από τη συνένωση τριών υγιέστατων Ταμείων (Ταμείο Νομικών, ΤΣΜΕΔΕ και ΤΣΑΥ) και παρέμενε εύρωστο και ισχυρό, αφού μεταφέρθηκαν σ’ αυτό οι ασφαλιστικές εισφορές των μελών των ταμείων αυτών, μαζί με τα αποθεματικά και του λοιπούς πόρους τους.
Υποστηρίζει επίσης ο ΔΣΑ: «Η Τράπεζα της Ελλάδος (διά των οργάνων της) από την πλευρά της, ως θεσμικό όργανο του κράτους που ασκεί δημόσια εξουσία, γνώριζε από τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις της την τραγική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα από του έτους 2009 καθώς και την ύπαρξη του υπέρογκου κρατικού χρέους.
Παρόλα αυτά, επέλεξε να προβαίνει μέχρι και σήμερα σε επενδύσεις σε τίτλους του ελληνικού Δημοσίου με χρήση των αποθεματικών του ΕΤΑΑ, ενέργεια που συνεπάγεται προφανή βλάβη για το Ταμείο μας, το ακριβές ύψος της οποίας αναμένεται να αποκαλυφθεί πλήρως από την διενεργητέα ανάκριση. Σε κάθε περίπτωση, προκύπτει σαφώς πως η Τράπεζα της Ελλάδος ενήργησε ως διαχειριστής ξένης περιουσίας – και μάλιστα προστατευόμενης από ειδικές διατάξεις – κατά τρόπο αντίθετο προς το συμφέρον του ΕΤΑΑ και του συνόλου των ασφαλισμένων του. Κατόπιν αυτών, εμφανίζεται πλέον υπαρκτός ο κίνδυνος να μην είναι σε θέση στο μέλλον το ΕΤΑΑ να καταβάλλει συντάξεις και παροχές».
Τονίζεται επίσης στην ανακοίνωση του ΔΣΑ πως «η παράνομη συμπεριφορά της Τράπεζας της Ελλάδος έλαβε χώρα από όργανα της Διοίκησής της, τα οποία τελούσαν σε πλήρη γνώση της επικείμενης και βέβαιης βλάβης του ΕΤΑΑ. Κατά συνέπεια, καθίσταται επιτακτική η άμεση διερεύνηση του ζητήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του ποινικού δικαίου, έτσι ώστε να αποκαλυφθούν οι υπαίτιοι των ως άνω αξιόποινων πράξεων και να υποστούν την προβλεπόμενη από το ισχύον δίκαιο τιμωρία».