Η ζημιογόνος συμμετοχή των τραπεζών στο PSI Plus θα αποτυπωθεί σήμερα στα αποτελέσματα χρήσης του 2011, τα οποία αυτές πρόκειται να ανακοινώσουν μετά την λήξη της συνεδρίασης του ΧΑΑ. Μέχρι αργά χθες το βράδυ, δεν αποκλειόταν να δοθεί νέα παράταση στην δημοσίευση των αποτελεσμάτων, αν και οι μεγάλες τράπεζες βρίσκονταν στην τελική ευθεία κατάρτισης των οικονομικών καταστάσεων.
Επιπρόσθετα, ασαφές και αβέβαιο παραμένει το κλίμα όσον αφορά την διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης που καθυστερεί, αφού ακόμη δεν έχουν προσδιοριστεί ούτε οι τελικοί όροι ούτε και έχει καταρτισθεί ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσή του.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωναν, χθες, στο Reuters ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να οριστικοποιηθούν οι όροι της ανακεφαλαιοποίησης και, μάλιστα, δεν απέκλεισαν να γίνει αυτό ακόμη και μετά τις εθνικές εκλογές. Χθες, πάντως, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) έλαβε τα 25 δισ. ευρώ σε ομόλογα του ΕFSF ως πρώτη δόση των πόρων που θα έχει το ΤΧΣ για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και, με τις αποφάσεις του υπουργικού συμβουλίου την προηγούμενη εβδομάδα, θα αναπληρώσει προσωρινά τις ζημίες, ενισχύοντας τους δείκτες στο μεσοδιάστημα ως την ολοκλήρωση των αυξήσεων κεφαλαίων.
Η σταθερότητα του συστήματος είναι έτσι δεδομένη, παρά το σοβαρό πλήγμα στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, οι τραπεζίτες όμως ανησυχούν για τις καθυστερήσεις που καταγράφονται. Η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, αλλά το χρονοδιάγραμμα γίνεται όλο και πιεστικότερο, αφού ήδη μία εβδομάδα πριν από το τέλος του Απριλίου δεν υφίσταται καν το πλαίσιο. Οι κινήσεις των τραπεζικών επιτελείων που καλούνται να απευθυνθούν στους μετόχους τους και τις αγορές είναι δυσχερείς χωρίς στοιχεία, όπως η τιμή των αυξήσεων και τα κίνητρα προς τους ιδιώτες για τη συμμετοχή στις αυξήσεις.
Σε εκκρεμότητα παραμένουν ακόμη και οι προτάσεις που είχαν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο της Μεγάλης Τετάρτης και είχαν γίνει δεκτές κατ’ αρχάς, δηλαδή η ελάφρυνση για τις τράπεζες από την παροχή εγγυήσεων του EFSF για τα νέα ομόλογα που έλαβαν μετά το «κούρεμα», όπως και το θέμα του αναβαλλόμενου φόρου. Οι εγγυήσεις από το EFSF θα επέτρεπαν στις τράπεζες να καταγράψουν ζημιές με απομείωση κατά 53,5% και όχι με haircut της τάξης του 75%, δίνοντας όφελος της τάξης του 8 δισ. ευρώ, κάτι που δεν έχει θεσμοθετηθεί ώστε να περιληφθεί στα αποτελέσματα που θα δημοσιευθούν σήμερα. Μάλιστα, δεν έχει αποσαφηνιστεί καν το κόστος των εγγυήσεων για τις τράπεζες, το οποίο και είναι κρίσιμο για να καθοριστεί το τελικό όφελος.
Πάντως, εφόσον σε επόμενο στάδιο θεσμοθετηθεί η δυνατότητα των εγγυήσεων, η ελάφρυνση, αρκετά σημαντική όπως εκτιμάται, θα καταγραφεί ενδεχομένως στο πρώτο τρίμηνο του 2012.
Αναβαλλόμενος φόρος
Οσον αφορά στον αναβαλλόμενο φόρο, πάντως, και την ωφέλεια που μπορεί να έχει στα εποπτικά κεφάλαια, της τάξης των 4 με 5 δισ. ευρώ, είναι ζήτημα που μπορεί να διευθετηθεί και στην πορεία και δεν σχετίζεται με τα αποτελέσματα της χρήσης.
Πληροφορίες αποδίδουν την καθυστέρηση ρύθμισης των θεμάτων αυτών που το υπουργικό συμβούλιο της Μεγάλης Τετάρτης έκανε δεκτά, σε αντιρρήσεις της Τρόικα.
Το τελευταίο διήμερο εντάθηκαν εκ νέου οι διαβουλεύσεις, ώστε να προχωρήσουν κάποια ζητήματα, τα οποία και οι ορκωτοί λογιστές έθεταν μετ’ επιτάσεως. Εξαρχής η πλευρά των ορκωτών ζητούσε να αποσαφηνιστεί πλήρως το πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης, προκειμένου να μην υπάρχουν ασάφειες για τη βιωσιμότητά τους και άρα τη χρηματοδότηση από το ΤΧΣ. Στην κατεύθυνση αυτή, είχαν αιτηθεί όπως και οι τράπεζες, να δοθεί νέα παράταση και, μάλιστα, το θέμα παρέμενε ανοιχτό ως αργά χθες. Ενδείξεις προόδου στις διαβουλεύσεις για την αποσαφήνιση κρίσιμων θεμάτων καταγράφηκαν τις τελευταίες ώρες, σημείωνε στη «Ν» στέλεχος που μετείχε στις συνομιλίες.
Σε εκκρεμότητα βρίσκονται οι αποφάσεις για την τύχη των δύο κρατικών τραπεζών, της ATEbank και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου αφού δεν έχει οριστικοποιηθεί εάν θα ενισχυθούν κεφαλαιακά από το ΤΧΣ ή θα ακολουθήσουν άλλο δρόμο.
Πληροφορίες από την αγορά έκαναν λόγο ακόμη και για χρήση παράτασης για τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων, εάν τελικώς δοθεί, μόνο από τις δύο αυτές τράπεζες, προκειμένου να δοθεί ικανός χρόνος για να ληφθούν οι στρατηγικές αποφάσεις.