Σε υψηλότερες αυξήσεις κεφαλαίου, σε σχέση με αυτές που περίμενε η αγορά, θα προχωρήσουν, όπως όλα δείχνουν, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, καθώς καθίσταται πλέον σαφές ότι δεν θέλουν να εκδώσουν CoCos -ή, αν το κάνουν, θα τα περιορίσουν όσο περισσότερο μπορούν.
ΌΠως αναφέρει το euro2day, με βάση τους όρους του MoU, οι τράπεζες θα έπρεπε μέχρι το τέλος Ιανουαρίου να εκδώσουν υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες, τις οποίες οφείλει να καλύψει εξ ολοκλήρου το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Παρότι οι γενικές συνελεύσεις της Alpha Bank και της Πειραιώς έλαβαν τις σχετικές αποφάσεις, η έκδοση των CoCos έχει παγώσει.
Και αυτό γιατί οι τράπεζες αφενός αναμένουν την οριστικοποίηση της αναγνώρισης του αναβαλλόμενου φόρου και αν και κατά πόσον θα μειώσει τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και αφετέρου εξετάζουν το ενδεχόμενο να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια μέσω ΑΜΚ, μειώνοντας ισόποσα το ύψος των CoCos, καθώς οι όροι που διέπουν την έκδοσή τους κρίνονται δυσβάστακτοι.
Σημειώνεται ότι η τρόικα έχει αποδεχθεί, κατ’ αρχάς, την αναγνώριση του αναβαλλόμενου φόρου έως το 20% του Core Tier I, αλλά δεν έχει γίνει σαφές αν αυτή η αναγνώριση θα μειώσει τις υφιστάμενες κεφαλαιακές ανάγκες (27,5 δισ. ευρώ) των συστημικών τραπεζών ή θα προσμετρηθεί ως έξτρα κεφαλαιακό απόθεμα.
Πέραν όμως της εποπτικής διαχείρισης του αναβαλλόμενου φόρου, οι διοικήσεις των τραπεζών επιδιώκουν να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται την έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos), εφόσον επιτύχουν να συγκεντρώσουν κεφάλαια από ιδιώτες που να καλύπτουν την ελάχιστη συμμετοχή (10%).
Η ισχυρή ομάδα της Alpha
Η Alpha Bank και η Πειραιώς κινούνται δραστήρια προς αυτήν την κατεύθυνση. Η πρώτη, όπως έγραψε το Euro2day, στήνει ισχυρή νέα μετοχική ομάδα επιδιώκοντας να συγκεντρώσει από τους ιδιώτες κεφάλαια της τάξεως των 400 – 500 εκατ. ευρώ. Αν το καταφέρει ανοίγει ο δρόμος για να προχωρήσει σε ΑΜΚ, που θα καλύψει το σύνολο, ή έστω συντριπτικό μέρος των κεφαλαιακών της αναγκών (4,57 δισ. ευρώ).
Το plan Β για την Alpha προβλέπει τον περιορισμό των CoCos στα επίπεδα του 1 – 1,5 δισ. ευρώ, αυξάνοντας το ύψος της ΑΜΚ σε 3 – 3,5 δισ. ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση το κοινό κεφάλαιο της τράπεζας θα ξεπεράσει το 8,5% του σταθμισμένου ενεργητικού της.
Ο σχεδιασμός της Πειραιώς
Η Πειραιώς προσανατολίζεται επίσης στη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων ιδιωτικών κεφαλαίων, προκειμένου να αυξηθεί το ποσό της ΑΜΚ και να μειωθεί ισόποσα αυτό των CoCos. Η τράπεζα έχει αποφασίσει την έκδοση CoCos έως 2 δισ. ευρώ, όπως και η Alpha, επιδίωξή της, όμως, είναι η μείωση ή και η απάλειψη των CoCos.
Η Πειραιώς έχει ήδη συμφωνήσει με τη Societe Generale η δεύτερη να βάλει 170 εκατ. ευρώ στην επικείμενη αύξηση κεφαλαίου, ενώ κεφάλαια τουλάχιστον 270 εκατ. ευρώ θα βάλει και η BCP Millennium, εφόσον ευοδωθούν οι αποκλειστικές συζητήσεις. Ωστόσο, η συμφωνία με τους Πορτογάλους μπορεί να κρύβει επιπλέον εκπλήξεις, ενώ η διοίκηση της Πειραιώς επιδιώκει να συγκεντρώσει από επενδυτές περισσότερα κεφάλαια.
Το ιδανικό για την Πειραιώς θα ήταν να συγκεντρώσει κεφάλαια της τάξεως των 730 εκατ. ευρώ από ιδιώτες και να προχωρήσει σε ΑΜΚ 7,3 δισ. ευρώ, χωρίς να εκδώσει CoCos.
Τι θα κάνει η ETE
Αντίστοιχη τακτική εκτιμάται ότι θα ακολουθήσει και η Εθνική, της οποίας οι κεφαλαιακές ανάγκες ανέρχονται σε 15,58 δισ. ευρώ. Από τις μέχρι τώρα κινήσεις της διοίκησής της προκύπτει ότι επιδιώκει τη μεγαλύτερη δυνατή κεφαλαιακή θωράκιση.
Για τον λόγο αυτό έχει καταθέσει αίτημα επανεξέτασης των κεφαλαιακών της αναγκών, με βάση το επικαιροποιημένο business plan. Στην ίδια λογική εκτιμάται ότι θα επιδιώξει το κοινό κεφάλαιο, μετά την ΑΜΚ, να πλησιάζει στο 7,5% ή και στο 8% του σταθμισμένου ενεργητικού, ώστε να υπάρχει ικανό κεφαλαιακό απόθεμα για πρόσθετες προβλέψεις.
Αν η παραπάνω εκτίμηση επιβεβαιωθεί, τότε η ΕΤΕ θα περιορίσει δραστικά τα CoCos ή και θα αποφύγει να εκδώσει υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες. Άλλωστε, στην περίπτωσή της δεν υπάρχει το άγχος να εξασφαλιστεί πάση θυσία η ελάχιστη συμμετοχή των ιδιωτών καθώς ήταν και θα παραμείνει κρατική, με διατήρηση της αυτονομίας του management.
Στα 22 δισ. και πλέον το ύψος των ΑΜΚ
Αν οι σχεδιασμοί της Alpha και της Πειραιώς ευοδωθούν, τότε το ύψος των ΑΜΚ των τριών συστημικών τραπεζών θα ξεπεράσει αθροιστικά τα 22 δισ. ευρώ, με την προϋπόθεση ότι η Εθνική θα καλύψει μέσω ΑΜΚ τα 11 δισ. ευρώ από τα 15,58 δισ. που χρειάζεται.
Αν και η Εθνική ακολουθήσει την τακτική της Alpha και της Πειραιώς, το ύψος των ΑΜΚ θα αυξηθεί έτι περαιτέρω, προσεγγίζοντας το σύνολο των κεφαλαιακών αναγκών (27,5 δισ. ευρώ) των τριών συστημικών τραπεζών.
Εφόσον οι τράπεζες πετύχουν να μειώσουν δραστικά την έκδοση CoCos, θα στείλουν θετικό σήμα στις αγορές. Και αυτό γιατί θα γλιτώσουν από την εξυπηρέτηση ενός τσουχτερού επιτοκίου (ξεκινά από το 7% και κλιμακώνεται ως το 9%) και θα απαλλάξουν τους ιδιώτες που θα συμμετάσχουν στις ΑΜΚ από πολλαπλό κίνδυνο dilution.
Ταυτόχρονα, θα διατηρούν την εφεδρεία έκδοσης CoCos στο μέλλον εφόσον χρειαστούν κεφάλαια, είτε λόγω επιδείνωσης των συνθηκών είτε για να αναπληρώσουν τα κεφάλαια από τις προνομιούχες μετοχές για τις οποίες αναμένεται ρύθμιση μια και λήγουν το 2014.
Έρχεται «κούρεμα» των ομολογιούχων
Εν τω μεταξύ, μείωση των κεφαλαιακών αναγκών, μικρής όμως εμβέλειας, θα έρθει από το κούρεμα των κατόχων υβριδικών τίτλων και subordinated bonds, για το οποίο έχει δώσει το πράσινο φως το Eurogroup.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει προσλάβει ως σύμβουλο για το θέμα των υβριδικών τίτλων και subordinated bonds την BNP, η οποία θα εισηγηθεί τον τρόπο με τον οποίο θα διενεργηθεί το «κούρεμα».
Παρ’ ότι το ύψος των υβριδικών τίτλων και των ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης (subordinated bonds), που έχουν εκδώσει οι εγχώριες τράπεζες, έχει μειωθεί την τελευταία διετία λόγω των δημόσιων προσφορών για την επαναγορά τους, οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες βαρύνονται αθροιστικά με υποχρέωση 2,3 δισ. ευρώ. Αν προστεθούν και οι προνομιούχες μετοχές σε δολάριο, που έχει η ΕΤΕ, το σύνολο των υβριδικών και ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης ανέρχεται σε 2,8 δισ. ευρώ.
Το όφελος από το κούρεμα για τις τράπεζες θα μπορούσε να ανέλθει ως και 1,4 δισ. ευρώ, ποσό που θα μείωνε ισόποσα τις κεφαλαιακές τους ανάγκες.