Η Valeant πολιορκεί την Allergan, αλλά εκείνη αποκρούει τις προσπάθειες εξαγοράς της
Ο David Pyott είναι πολυάσχολος τον τελευταίο καιρό. Έχει διαρκείς επαφές με θεσμικούς επενδυτές και αναλυτές της Wall Street, σε μία προσπάθεια να τους πείσει ότι η εταιρία του αξίζει πολύ περισσότερα από 54 δισ. δολάρια.
Αυτός ο Σκωτσέζος, είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Allergan. Το όνομα αυτής της αμερικανικής εταιρίας δεν είναι γνωστό σε πολλούς, αλλά το βασικό της προϊόν είναι πασίγνωστο σε όλο τον κόσμο: Πρόκειται για το Botox.
H Allergan, που πέραν του γνωστού ενέσιμου προϊόντος που «σβήνει» πρόσκαιρα τις ρυτίδες από το πρόσωπο παράγει φάρμακα για προβλήματα των ματιών, των νεύρων και του δέρματος, προσπαθεί από τον Απρίλιο να αποκρούσει την προσπάθεια εξαγοράς της από την Valeant Pharmaceuticals International. Πρόκειται για μία φαρμακοβιομηχανία γνωστή για τις… κατά συρροή εξαγορές της.
Η Valeant, με έδρα τον Καναδά, έχει ενώσει τις δυνάμεις της με το γνωστό επενδυτή της Wall Street William Ackman, το hedge fund του οποίου κατέχει το 10% της Allergan. Εάν η προσπάθεια εξαγοράς τους στεφθεί από επιτυχία, η Valeant θα μεταφέρει την έδρα της Allergan στον Καναδά, για να ωφεληθεί από τους σημαντικά χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, ενώ θα προχωρήσει σε απολύσεις και μείωση του προϋπολογισμού της έρευνας.
Όμως, ο Pyott επιμένει ότι η προηγούμενη επιτυχία της εταιρίας του στην ανάπτυξη και πώληση πρωτότυπων φαρμάκων, σημαίνει πως η Allergan αξίζει περισσότερα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα ως ανεξάρτητη εταιρία.
Για αυτόν τον CEO, δεν πρόκειται απλά για μία προσπάθεια να κρατήσει τη θέση του. Είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση για αυτόν: Είναι ο άνθρωπος που ευθύνεται για το γεγονός ότι το Botox μεταμορφώθηκε από ένα άγνωστο δηλητήριο για τα νεύρα, που βοηθούσε όσους είχαν σπασμούς στα βλέφαρα, σε ένα πραγματικό φάρμακο-blockbuster, με πωλήσεις 2 δισ. δολαρίων.
Όταν ο Pyott προσελήφθη στην Allergan, το 1998, η εταιρία είχε την άδεια των αρχών για να γιατρεύει με το Botox δύο πολύ σπάνιες ασθένειες: Το στραβισμό και το ακούσιο κλείσιμο των βλεφάρων. Ήταν μια αγορά με ετήσιες πωλήσεις μόλις 80 εκατ. δολαρίων.
Όμως, ο μάνατζερ γρήγορα κατάλαβε ότι το Botox μπορούσε να απευθυνθεί σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό.
Στην προηγούμενη θέση του, ως επικεφαλής διατροφής της Novartis, είχε γίνει ειδικός στην επέκταση των brands. Ήταν υπεύθυνος για το marketing των βρεφικών τροφών Gerber, του Ovaltine και άλλων δημοφιλών προϊόντων. Μόλις έφτασε στην Allergan, συνειδητοποίησε ότι η εταιρία δεν είχε καταφέρει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις δυνατότητες του Botox.
Πώς κατάλαβε ότι είχε στα χέρια του ένα πραγματικό χρυσορυχείο; Οι ασθενείς με σπασμούς των βλεφάρων στους οποίους χορηγούνταν το Botox βίωναν συχνά μια παράξενη παρενέργεια: Έβλεπαν τις ρυτίδες τους να μειώνονται, παροδικά.
Ως αποτέλεσμα, κάποιοι δερματολόγοι σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες και τη Νέα Υόρκη είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν στις πελάτισσές τους ενέσεις με Botox, για να αντιμετωπίσουν τα σημάδια της γήρανσης. Και παρότι το φάρμακο δεν είχε επισήμως αυτή τη χρήση, το μυστικό δεν άργησε να μεταδοθεί από στόμα σε στόμα ανάμεσα στις γυναίκες κάποια ηλικίας και τους δερματολόγους.
Κάπως έτσι, ο Pyott κατάφερε να εισάγει ένα παγκοσμίως άγνωστο φάρμακο στα σαλόνια των κορυφαίων δερματολόγων, εκεί όπου οι πελάτες πληρώνουν επιτόπου με μετρητά και πολύ σύντομα, επιστρέφουν για να διατηρήσουν τη νεανική τους όψη.
Τώρα, μένει να φανεί εάν ο Pyott θα μπορέσει να κρατήσει το Botox μακριά από τα χέρια της Valeant.