20 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΑΡΔΗΝ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Τα γραφεία που αποτέλεσαν την έδρα της Barings Bank στην καρδιά του City of London για σχεδόν 200 χρόνια, δεν είναι σήμερα παρά ένα ακόμα συνηθισμένο κτίριο. Οι νέοι ουρανοξύστες, πασίγνωστοι ανάμεσα στους Λονδρέζους με τα «παρατσούκλια» Gherkin, Cheesegrater ή Shard τραβούν πολύ περισσότερο το μάτι από αυτά τα γραφεία, που σήμερα στεγάζουν κυρίως προσωπικό της Deutsche Bank. Όμως η Baring και η κατάρρευσή της, από την οποία συμπληρώνονται αυτή την εβδομάδα 20 χρόνια, άλλαξαν για πάντα την εικόνα του βρετανικού χρηματοοικονομικού κλάδου.
Η ιστορία της Barings, που ήταν η παλαιότερη εμπορική τράπεζα της Βρετανίας, είναι η κλασική περίπτωση όπου η ύβρις, η αδύναμη εποπτεία και η έλλειψη εσωτερικών ελέγχων οδηγεί στην καταστροφή. Μέσα σε μερικές μόνο εβδομάδες, ο Nick Leeson, ένας trader με έδρα τη Σιγκαπούρη, συσσώρευσε ζημιές αξίας εκατομμυρίων στερλινών, επιχείρησε να τις «μεταμφιέσει» σε κέρδη και μετά εξαφανίστηκε για να γλιτώσει από τις αρχές.
Η ιστορική τράπεζα χρεοκόπησε μέσα σε λίγες ημέρες, αφότου η διοίκηση αποκάλυψε την πλήρη έκταση των ζημιών. Και έτσι, πουλήθηκε στην ολλανδική ING αντί μόλις 1 στερλίνας. Μετά την κατάρρευση της Barings, η Τράπεζα της Αγγλίας επικρίθηκε για την ελλιπή εποπτεία και αργότερα έχασε μερικές από τις εξουσίες της, οι οποίες πέρασαν στην νέα εποπτική αρχή, την Financial Services Authority (ούτε και αυτή θεωρείται ιδιαίτερα αποτελεσματική, αφού οι δικές της αποτυχίες στον εποπτικό τομέα θεωρείται ότι επιδείνωσαν την κρίση του 2008).
Σήμερα, ότι έχει απομείνει από την Barings είναι διασκορπισμένο ανά τον κόσμο. Το όνομα επιζεί μόνο στη μονάδα asset management, η οποία πουλήθηκε σε έναν αμερικανικό ασφαλιστικό κλάδο πριν από 10 χρόνια, ενώ τα απομεινάρια της επενδυτικής τράπεζας απορροφήθηκαν από την ING.
Η κατάρρευση της τράπεζας έδωσε ένα άδοξο τέλος στην πιο διάσημη τραπεζική δυναστεία του κόσμου, με τον τότε πρόεδρο, τον Peter Baring, να αποσύρεται λίγο μετά την εξαγορά από την ING.
Η Barings ιδρύθηκε την ημέρα των Χριστουγέννων του 1762 από τους John, Francis και Charles Baring. Έγινε διάσημη από το ρόλο της στους βρετανικούς πολέμους, πρώτα κατά της αμερικανικής επανάστασης και μετά της Γαλλίας του Ναπολέοντα. Το 1803, χρηματοδότησε την εξαγορά της Λουιζιάνα, με την οποία η Αμερική έδωσε 15 εκατ. δολάρια στη Γαλλία για να διπλασιάσει το μέγεθός της.
Η αρχή του τέλους ήρθε το 1992, όταν ο Leeson, ένας φιλόδοξος νεαρός τραπεζίτης που είχε έρθει τρία χρόνια νωρίτερα από τη Morgan Stanley, τέθηκε επικεφαλής της Barings Futures Singapore (BFS). Δουλειά αυτής της μονάδας ήταν απλά το trading σε προθεσμιακά συμβόλαια για λογαριασμό πελατών.
Ένα χρόνο αργότερα, η BFS άρχισε το trading με δικά της χρήματα, με τα κεντρικά στο Λονδίνο να θεωρούν ότι πρόκειται για πολύ κερδοφόρα και σχεδόν risk-free δραστηριότητα. Όμως, ο Leeson είχε στήσει ένα μυστικό λογαριασμό, με τον αριθμό 88888, μέσω του οποίου έπαιζε τεράστια στοιχήματα στις ιαπωνικές αγορές. Έως τα τέλη του 1994, ο λογαριασμός 88888 είχε ζημιές 33 δισ. γιεν (208 εκατ.
στερλινών), με τα κεντρικά του Λονδίνου να μην γνωρίζουν το παραμικρό, αφού ως επικεφαλής της μονάδας, ο Leeson κατάφερνε να κρύβει τις ζημιές, παρουσιάζοντάς τις ως χρέη των πελατών της Barings. Όλα άρχισαν να αποκαλύπτονται στις 17 Ιανουαρίου του 1995.
Ο καταστροφικός σεισμός στο Kobe προκάλεσε τεράστιες ζημιές και ταρακούνησε τα ιαπωνικά ομόλογα και τις μετοχές. Οι ζημιές του Leeson εκτινάχθηκαν στα 827 εκατ. στερλίνες, με αποτέλεσμα ο τραπεζίτης να μην μπορεί πια να τις κρύψει από τη διοίκηση.
Στις 23 Φεβρουαρίου, αφότου στελέχη της Barings άρχισαν να κάνουν ερωτήσεις, ο Leeson και η σύζυγός του εγκατέλειψαν τη Σιγκαπούρη για τη Μαλαισία. Από εκεί, έστειλε με φαξ την παραίτησή του. Μία εβδομάδα αργότερα, η ING είχε συμφωνήσει να εξαγοράσει τη χρεοκοπημένη πια Barings και ο Leeson είχε συλληφθεί στη Φρανκφούρτη.
Αφότου εξέτισε τα δύο τρίτα της ποινής των 6,5 χρόνων, αφέθηκε ελεύθερος.