O Jοhn Paul Dejoria που επιβίωνε μαζεύοντας μπουκάλια σήμερα διαθέτει περιουσία 2,9 δισ. δολ.
Λίγο μετά τα 20 χρόνια του, ο John Paul DeJoria βρέθηκε άστεγος, να μεγαλώνει μόνος του τον 3χρονο γιο του και να επιβιώνει μαζεύοντας πεταμένα μπουκάλια, τα οποία έδινε για ανακύκλωση, παίρνοντας μερικά κέρματα για το καθένα. Σήμερα, είναι ο 70χρονος επιχειρηματίας πίσω από την τεκίλα Patron και τη σειρά ειδών περιποίησης μαλλιών John Paul Mitchell Systems, με περιουσία 2,9 δισ. δολαρίων.
Ο DeJoria, δεν διστάζει να παραδεχθεί ότι σαν παιδί ήταν μέλος μιας συμμορίας, αργότερα ζούσε μέσα στο αυτοκίνητό του, απολύθηκε από πολλές δουλειές, εργάστηκε ως επιστάτης και πωλητής για να επιβιώσει και αντιμετώπισε την προοπτική να χάσει τα πάντα, όταν η επιχείρησή του έδειχνα καταδικασμένη να αποτύχει.
Όπως λέει, ίδρυσε την John Paul Mitchell Systems με τον εκλιπόντα φίλο του Paul Mitchell, ο οποίος ήταν κομμωτής. Οι δύο τους ήταν ένα σπουδαίο δίδυμο, αφού ο Mitchell δεν γνώριζε το παραμικρό για business και ο DeJoria δεν είχε ποτέ άλλοτε ασχοληθεί με τα μαλλιά. Την εποχή εκείνη, όμως, ο επιχειρηματίας έμεινε για δεύτερη φορά στη ζωή του άστεγος. Οι δύο συνεργάτες πίστευαν ότι είχαν βρει χρηματοδότη που θα τους έδινε μισό εκατ. δολάρια για να ξεκινήσουν την επιχείρησή τους. Όμως, όταν αυτός έκανε πίσω, αναγκάστηκαν να ρίξουν ό,τι είχαν και δεν είχαν στο εγχείρημά τους. Ήταν όλα κι όλα 700 δολάρια.
Για τον DeJoria ήταν μια δύσκολη περίοδος. Χώρισε από τη δεύτερη σύζυγό του και όταν έφυγε από το σπίτι, ζούσε στο αυτοκίνητό του, όπου, όπως λέει, έμαθε να ζει με 1-2 δολάρια την ημέρα. «Αυτό μου έμαθε να επιβιώνω. Κοιμόμουν στο αυτοκίνητό μου και έκανα ένα ντους πλάι στην πισίνα, στο πάρκο Griffith. Μετά τις 9 το πρωί πήγαινα στο Freeway Cafe στο Λος Άντζελες, γιατί με 99 σεντς μπορούσες να πάρεις ένα αυγό, ένα ψωμί, έναν χυμό ή καφέ και είτε ένα κομμάτι μπέικον ή ένα λουκάνικο. Μετά, πήγαινα σε ένα μεξικάνικο εστιατόριο που λεγόταν El Torido ανάμεσα στις 4:30 και τις 5:30 το απόγευμα, γιατί με 99 σεντς έπαιρνες μια margarita και μία μικρή μερίδα φαγητό». Είχε περιγράψει την κατάστασή του στις σερβιτόρες και εκείνες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να του δίνουν κάτι παραπάνω. «Όταν άρχισα να βγάζω χρήματα, επέστρεψα και έδωσα πολύ καλά πουρμπουάρ σε όλους», λέει.
Εννέα χρόνια αργότερα, μαζί με έναν άλλο συνέταιρό του, αγόρασε ένα μεξικάνικο αποστακτήριο. «Μου άρεσαν οι margaritas αλλά δυσκολευόμουν να πιω την τεκίλα σκέτη. Μου άρεσε η ιδέα να βρεθεί μία πολυτελής τεκίλα την οποία θα μπορούσε να πιεις γουλιά – γουλιά χωρίς να σε χαλάσει. Μου δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργήσω την καλύτερη τεκίλα στον κόσμο και αποφάσισα ότι δεν είχα παρά να δοκιμάσω. Εάν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, θα μου έμεναν πολλά μπουκάλια τεκίλα για να τα μοιράζω σαν δώρα προς όλους, για τα επόμενα χρόνια», εξηγεί ο ίδιος.
Σήμερα, θεωρείται τόσο επιτυχημένος μάνατζερ, ώστε έχει λάβει πρόσκληση για ομιλία ακόμα και στη CIA. Και όμως, όπως λέει, η καλύτερη συμβουλή που του έδωσαν ποτέ, ήταν πολύ απλή: «Όταν ήμουν περίπου 20 χρόνων, πουλούσα εγκυκλοπαίδειες πόρτα-πόρτα. Η εταιρία μας έλεγε: Όταν τα πράγματα γίνονται σκληρά, οι σκληροί συνεχίζουν να προχωρούν και δεν εγκαταλείπουν ποτέ».