Τα σούπερ μάρκετ των φτωχών έχουν πελατεία… μεγιστάνες
Έως τώρα, τα καταστήματα της γερμανικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ Lidl είχαν καταφέρει να κερδίσουν τη βρετανική μεσαία τάξη με τις πολύ χαμηλές τιμές τους, μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά τη βιομηχανία του λιανεμπορίου στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τώρα, τα σούπερ μάρκετ με τις προσφορές βάζουν στο στόχαστρό τους τους πλουσιότερους αγοραστές του Λονδίνου, στήνοντας τις ταμπέλες τους σε απόσταση αναπνοής από το Παλάτι του Μπάκιγχαμ.
Αφότου βρήκε μια σταθερή καταναλωτική βάση ανάμεσα στις οικονομικά στριμωγμένες βρετανικές οικογένειες, που κυνηγούν τις προσφορές, η Lidl αναζητά τώρα ακίνητα για να στεγάσει τα νέα καταστήματά της σε περιοχές όπως το Mayfair, που είναι γνωστές για τα πανάκριβα ξενοδοχεία και τις πολυτελείς επαύλεις τους. Ο γερμανικός κολοσσός του retail, σχεδιάζει να ανοίξει πέντε καταστήματα στο Westminster και άλλα δύο στις πλούσιες περιοχές του Kensington και του Chelsea.
Πλέον, κανείς διαπιστώνει ότι η αγάπη για τα εκπτωτικά σούπερ μάρκετ έχει γίνει ένα αταξικό φαινόμενο μέσα στη βρετανική κοινωνία. Σήμερα, σχεδόν το 10% από το τζίρο των βρετανικών σούπερ μάρκετ μπαίνει στα ταμεία της Lidl και της επίσης γερμανικής αλυσίδας Aldi, καθώς οι δύο εταιρίες κατάφεραν να ξεπεράσουν τα στερεότυπα, που θέλουν τα καταστήματά τους να είναι κακοφωτισμένοι και άχαροι χώροι όπου θα ψώνιζαν μόνο οι φτωχοί. Στοχεύοντας στις πλουσιότερες περιοχές της χώρας, οι δύο αλυσίδες δείχνουν ότι τα σχέδιά τους δεν έχουν όρια.
Αφότου εισήλθε στη βρετανική αγορά, το 1994, η Lidl έχει αυξήσει τα καταστήματά της στα 620, με στόχο σχεδόν να τα διπλασιάσει. Τώρα, αναζητά ακίνητα στο East Finchley, όπου Άραβες πρίγκιπες και ο μεγιστάνας του χάλυβα Lakshmi Mittal γειτονεύουν, στην πανάκριβη Bishops Avenue.
Η Lidl ανήκει στην Schwarz Gruppe, ένα μη εισηγμένο γερμανικό όμιλο που έχει την έδρα του μία ώρα έξω από τη Στουτγάρδη. Η εταιρία ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1930 από ένα μέλος της οικογένειας Schwarz, ενώ η αλυσίδα των σούπερ μάρκετ Lidl ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1973, και έκτοτε έχει επεκταθεί σε 20 χώρες σε όλη την Ευρώπη. Πήρε το όνομά της από έναν πρώην συνέταιρο του Josef Schwarz, τον Ludwig Lidl, έναν συνταξιούχο δάσκαλο. Ο γιος του Josef, Dieter Schwarz, αγόρασε τα δικαιώματα χρήσης του ονόματος από εκείνον για 1.000 γερμανικά μάρκα. Ο λόγος; Πολύ απλά δεν μπορούσε να μετονομάσει την επιχείρηση σε «Schwarz Markt», αφού αυτό θα σημαίνει «μαύρη αγορά» στα γερμανικά.
Η Schwarz, η οποία λειτουργεί τόσο την αλυσίδα Lidl όσο και τα καταστήματα Kaufland, κατάφερε μάλιστα να ξεπεράσει τη γαλλική Carrefour και να γίνει ο μεγαλύτερος όμιλος σούπερ μάρκετ στην Ευρώπη. Ο κύκλος εργασιών της Schwarz Gruppe αυξήθηκε το τελευταίο οικονομικό έτος κατά 7%, στα 79,3 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας εκείνον της ανταγωνιστικής Carrefour κατά 4 δισ. ευρώ. Ο κύκλος εργασιών της Lidl αυξήθηκε κατά 9% στα 59 δισ. ευρώ, ενώ η Kaufland εμφάνισε αύξηση εσόδων κατά 2,8%, σχεδόν στα 20 δισ. ευρώ. Οι δύο αλυσίδες απασχολούν συνολικά 350.000 άτομα.
Ωστόσο, το Μάρτιο του 2008, πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού Stern αποκάλυπτε ότι η Lidl παρακολουθούσε συστηματικά τους εργαζομένους της, γνωρίζοντας ακόμα και τις πιο κρυφές λεπτομέρειες των προσωπικών τους υποθέσεων.