Κρούσματα «δημιουργικής λογιστικής»
Οι υπουργοί Οικονομικών του G20 ενέκριναν πακέτο μέτρων για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής. Στόχος: να κλείσουν τα «παραθυράκια» της φορολογικής νομοθεσίας, τα οποία αξιοποιούν κυρίως αμερικανικές εταιρίες.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, πολυεθνικοί όμιλοι όπως οι Apple, Microsoft, GE και Pfizer «κρύβουν» με νόμιμο τρόπο δισεκατομμύρια δολάρια στο εξωτερικό, μεταφέροντας τα κέρδη τους σε χώρες με ιδιαίτερα χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές ή και σε φορολογικούς παραδείσους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα οι 500 μεγαλύτεροι επιχειρηματικοί όμιλοι των ΗΠΑ έχουν προχωρήσει σε λογιστική μεταφορά 2,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εκτός συνόρων- ποσό που αντιστοιχεί σε ολόκληρο το ΑΕΠ της Ιταλίας, της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης. Μία χώρα 60 εκατομμυρίων θα έπρεπε λοιπόν να εργάζεται επί έναν ολόκληρο χρόνο για να αποθησαυρίσει αντίστοιχο ποσό.
Μόνο η Apple έχει μεταφέρει τα τελευταία χρόνια εκτός ΗΠΑ 181,1 δισεκατομμύρια δολάρια, υπολογίζει η ΜΚΟ Center for Tax Justice and US Public Interest Research Group Education Fund. Με αυτό το ποσό η Apple αναδεικνύεται πρωταθλήτρια της «δημιουργικής λογιστικής», καθώς, εάν τα χρήματα είχαν παραμείνει στις ΗΠΑ, θα έπρεπε να καταβληθεί φόρος συνολικού ύψους 59,2 δισ. Εξεταστική επιτροπή του αμερικανικού Κογκρέσου είχε αποκαλύψει για πρώτη φορά το 2013 πώς γίνεται η «δημιουργική λογιστική» της Apple: από τις ΗΠΑ τα χρήματα μεταφέρονται στο εξωτερικό μέσω θυγατρικών εταιριών, οι κυριότερες εκ των οποίων εδρεύουν στην Ιρλανδία. Σύμφωνα με πληφορορίες του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel κεντρικό ρόλο στη μεταφορά αυτή παίζει η εταιρία Apple Sales International (ASI), η οποία αγοράζει τα προϊόντα Apple από τους προμηθευτές της εταιρίας στην Κίνα και τα διοχτεύει σε θυγατρικές σε Ευρώπη, Αφρική, Ασία και Μέση Ανατολή, χωρίς να μεσολαβήσει ενδιάμεση μεταφορά στις ΗΠΑ, αλλά ούτε και στην Ιρλανδία, που είναι η έδρα της ASI.
Για τις αμερικανικές ΜΚΟ που προσπαθούν να εντοπίσουν κρούσματα «δημιουργικής λογιστικής» η κατάσταση είναι ξεκάθαρη: «Όταν οι εταιρείες αυτές αποφεύγουν να πληρώσουν φόρους, τελικά τους πληρώνει ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο» λέει η Μισέλ Σούρκα από την οργάνωση Center for Tax Justice and US Public Interest Research Group Education Fund. Μέσω του πλέγματος θυγατρικών και εξωχώριων εταιρειών που εμπλέκονται στη διαχείριση των κερδών τους, οι αμερικανικές πολυεθνικές πληρώνουν τελικά φόρο 6% κατά μέσο όρο, ενώ η αντίστοιχη επιβάρυνση στις ΗΠΑ θα έφτανε το 35%. Αυτό σημαίνει ότι το αμερικανικό Δημόσιο στερείται 620 δισ. δολάρια.
Επιπλέον, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της οργάνωσης, το 72% των εταιριών που καταγράφονται στον αμερικανικό χρηματιστηριακό δείκτη Fortune διατηρούν θυγατρικές σε φορολογικούς παραδείσους όπως οι Βερμούδες ή τα νησιά Κέιμαν. Η Μισέλ Σούρκα διαμαρτύρεται γιατί, όπως λέει, «οι πολυεθνικές αξιοποιούν συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως οι δρόμοι μας, κερδίζουν από το εκπαιδευτικό μας σύστημα και την εσωτερική αγορά των ΗΠΑ, απολαμβάνουν την ασφάλεια της χώρας μας- αλλά σε τελική ανάλυση για όλα αυτά πληρώνουν οι υπόλοιποι φορολογούμενοι».
Κριτική ασκούν το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο ΟΑΣΕ, ο οποίος μάλιστα είχε διατυπώσει σχέδιο 15 σημείων για την καταπολέμηση των συγκεκριμένων φορολογικών πρακτικών. Στην ετήσια σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Λίμα του Περού οι υπουργοί Οικονομικών του G20 συμφώνησαν να υιοθετήσουν τις σχετικές συστάσεις του ΟΑΣΕ, ώστε να εξαλειφθούν τα «παραθυράκια» στη διεθνή φορολογική νομοθεσία. Ποιά είναι τα επόμενα βήματα; «Εφαρμογή, εφαρμογή, εφαρμογή» δήλωσε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής του ΟΑΣΕ Ζοζέ Άνγκελ Γκουρία κατά τη συνάντησή του με τους υπουργούς Οικονομικών του G20.
Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν είναι αυτονόητο. Όπως επισημαίνει το γερμανικό ειδησεογραφικό δίκτυο N24, η «συμφωνία» του G20 δεν αποτελεί μία νομικά δεσμευτική διεθνή συνθήκη, παρά μόνο μία κατ΄αρχήν πολιτική συναίνεση, την οποία θα πρέπει τώρα να ακολουθήσουν διαβουλεύσεις σε εθνικό επίπεδο, η ψήφιση της σχετικής νομοθεσίας, αλλά και η εφαρμογή της. Οι G20 προβλέπουν μία διεθνή εποπτεία για την υλοποίηση της νομοθεσίας, αλλά αποκλείουν «μαύρες λίστες» και την καθοιονδήποτε τρόπο δημόσια διαπόμπευση όσων εμπλέκονται σε φορολογικά τεχνάσματα.