Θέτουν υπό αμφισβήτηση ακόμα και τη φήμη των blue chips της τέχνης ως επενδυτικών καταφυγίων
Οι μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές των έργων τέχνης κατά τις εαρινές δημοπρασίες που πραγματοποίησαν και φέτος οι μεγάλοι οίκοι στη Νέα Υόρκη, θέτουν υπό αμφισβήτηση τη φήμη των blue chips της τέχνης ως επενδυτικών καταφυγίων σε εποχές οικονομικών ανησυχιών.
Οι φετινές εαρινές δημοπρασίες είχαν έσοδα 1 δισ. δολαρίων, την ώρα που τα αντίστοιχα sales του περσινού Μαΐου είχαν συγκεντρώσει 2,3 δισ. δολάρια. Οι συλλέκτες επιδίδονται όλο και πιο πολύ στο trading έργων, όπως κάνουν και με άλλες επενδύσεις τους, αντί να επιλέγουν κομμάτια τα οποία προτίθενται να κρατήσουν για δεκαετίες, διασφαλίζοντας έτσι ότι όταν τα έργα αυτά θα ξαναβγούν στην αγορά, θα έχουν το πλεονέκτημα της σπανιότητας και ενός κάποιου μυστηρίου.
Ο Ed Dolman, διευθύνων σύμβουλος του οίκου Phillips αναγνώρισε ότι η αγορά της τέχνης δεν είναι προστατευμένη από τις αναταραχές στις υπό- λοιπες αγορές, όμως, οι συλλέκτες αγόρασαν αρκετά στις δημοπρασίες του Μαΐου ώστε να δείξουν «ότι υπάρχει ακόμα αρκετό χρήμα στα χέρια των ανθρώπων και κάποιοι εξακολουθούν να θέλουν να επενδύσουν στην τέχνη».
Πραγματικά, οι δημοπρασίες του Μαΐου χαρακτηρίστηκαν από την είσοδο νέων, κυρίως Ασιατών συλλεκτών στην αγορά, οι οποίοι «χτύπησαν» με ενθουσιασμό τα έργα. Ο 40χρονος Ιάπωνας επιχειρηματίας Yusaku Maezawa έδωσε περισσότερα από 90 εκατ. δολάρια, για να αγοράσει –μεταξύ άλλων- έναν πίνακα του Jean-Michel Basquiat από τους Christie’s και έναν του Christopher Wool από τους Sotheby’s.
Άλλα κορυφαία κομμάτια των εαρινών δημοπρασιών περιελάμβαναν τον μπλε και πράσινο αφηρημένο πίνακα του Mark Rothko, “No. 17”, που πουλήθηκε από τους Christie’s αντί 32,6 εκατ. δολαρίων και έργο του Cy Twombly, του 1968, που άλλαξε χέρια στα 36,7 εκατ. δολάρια.
Και όμως, ακόμα και κάποιοι από τους βασικούς κανόνες της αγοράς της τέχνης διαψεύσθηκαν στις δημοπρασίες αυτές. Πίνακες που προέρχονται από σπουδαίες συλλογές θεωρούνταν έως τώρα «βέβαιο στοίχημα», όμως το “Red Sails” του Andre Derain, δεν βρήκε αγοραστή παρότι προήλθε από την οικογένεια της κληρονόμου της Texaco, Sarah Campbell Blaffer. Το κομμάτι είχε εκτιμηθεί στα 15 εκατ. δολάρια τουλάχιστον. Από την άλλη, ένα άλλο κομμάτι της Blaffer, έργο του Maurice de Vlaminck, πουλήθηκε από τον οίκο Sotheby’s στην σύμβουλο τέχνης Nancy Whyte αντί 16,4 εκατ. δολαρίων, και ενώ είχε εκτιμηθεί στα 12 εκατ. δολάρια.