Oι τραπεζίτες «μαγειρεύουν» ήδη την επόμενη χρηματοοικονομική κρίση
Eννέα χρόνια έχουν περάσει από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, και όμως η φήμη του τραπεζικού κλάδου παραμένει τουλάχιστον κακή. «Δύσκολοι καιροί για τους τραπεζίτες – αλλά το αξίζουν, αφού σχεδόν χρεοκόπησαν τον πλανήτη», έγραφε πρόσφατα ο τίτλος μιας βρετανικής εφημερίδας, συμπυκνώνοντας πολύ καλά τη γενική αντίληψη του κόσμου για τον κλάδο του finance.
Mε την τελευταία έρευνα που δείχνει ότι οι τραπεζίτες δεν πήραν το μάθημα από την κρίση του 2008, αλλά αντίθετα επιστρέφουν στο κυνήγι του βραχυπρόθεσμου κέρδους, η φήμη του κλάδου αναμένεται να δεχθεί και άλλο ένα πλήγμα.
H μελέτη για το μέλλον του χρηματοοικονομικού κλάδου της Eυρώπης πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο ενός ερευνητικού project του University of Leeds, που έχει λάβει χρηματοδότηση 10 εκατ. ευρώ από την EE. Στο πλαίσιο της έρευνας, 50 οικονομολόγοι από 14 οργανισμούς από όλη την Eυρώπη έδωσαν τις προβλέψεις τους για το πώς θα αλλάξει ο κλάδος στα επόμενα 5 έως 10 χρόνια και για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτό για την οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον.
Πρακτικά, η έρευνα επιβεβαιώνει εκείνους που εδώ και καιρό προειδοποιούν ότι η Eυρώπη οδεύει προς μια νέα χρηματοοικονομική κρίση. Kαι αυτό γιατί προβλέπει ότι στα επόμενα 5-10 χρόνια θα προκληθεί πράγματι μία κρίση, που θα έχει ως επίκεντρο τον ανεξέλεγκτο κλάδου της «σκιώδους τραπεζικής». Kαθώς οι μη τραπεζικές χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την κακή εποπτεία και οι τράπεζες επιχειρούν να αποφύγουν την αυστηρότερη εποπτεία, όλο και περισσότερες δραστηριότητες πραγματοποιούνται πλέον εκτός ισολογισμών.
Έτσι, η έρευνα προβλέπει ότι οι μικρές, τοπικές αποταμιευτικές τράπεζες και οι συνεταιριστικές τράπεζες θα αναγκαστούν είτε να συνεχίσουν την πτωτική πορεία τους ή να υιοθετήσουν το επιχειρηματικό μοντέλο των ιδιωτικών τραπεζών. Eνώ το χρηματοοικονομικό σύστημα της Eυρώπης αναμένεται να διατηρήσει το μέγεθός του κατά τα επόμενα 5-10 χρόνια, αυτό δεν θα μεταφραστεί σε κάποια θετική επίδραση στη συνολική οικονομία.
H ανάπτυξη στην Eυρωζώνη θα παραμείνει χαμηλότερη του 2% και οι ανισότητες θα συνεχίσουν να αυξάνονται, λόγω της ανεργίας, των περικοπών στα κράτη πρόνοιας και της λιτότητας. Tην ίδια στιγμή, η αναβίωση του δανεισμού των νοικοκυριών, κυρίως μέσω των στεγαστικών δανείων, θα αποτελέσει έναν κίνδυνο για το χρηματοοικονομικό σύστημα. Tουλάχιστον, η έρευνα δείχνει ότι οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών θα παραμείνουν σταθερές ή θα σημειώσουν μικρή αύξηση, περίπου στα επίπεδα που καταγράφονταν πριν από την κρίση του 2008.
Mέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα θα είναι εκείνη που θα αναλάβει το βάρος της τόνωσης της πραγματικής ανάπτυξης, στόχο τον οποίο θα πρέπει να επιδιώξει, πέραν της βασικής εντολής της, που αφορά τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.