Γιατί την έβαλαν στο μάτι Gucci και Louis Vuitton
Mόνο οι πραγματικά εύποροι γνωρίζουν την Goyard. Σε αντίθεση με την Gucci ή τη Louis Vuitton, αυτή η εταιρία πολυτελών ειδών προτιμά τη σιωπή. Mε ιστορία 200 ετών, η παριζιάνικη Goyard πουλά πανάκριβες βαλίτσες και τσάντες, σε τιμές που ξεπερνούν ακόμα και τα 50.000 ευρώ για ένα μπαούλο στο στυλ του 19ου αιώνα.
Πρόκειται για μια εταιρία που δεν διαφημίζει τα προϊόντα της σε λαμπερά περιοδικά και έχει καταφέρει να παραμείνει ανεξάρτητη σε μια εποχή που όλα τα brands της πολυτέλειας υποκύπτουν στις πιέσεις των μεγάλων ομίλων και συμφωνούν να εξαγοραστούν.
Xωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι ο Francois-Henri Pinault, επικεφαλής της Kering, δεν θα ήθελε να προσθέσει το όνομα της Goyard στο πλούσιο χαρτοφυλάκιο των brands του. Παρότι τόσο η Kering όσο και η αιώνια ανταγωνίστριά της, η LVMH Moet Hennessy Louis Vuitton, κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, εντούτοις γνώστες της αγοράς εκτιμούν ότι και οι δύο θα έσπευδαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία να βάλουν στο χέρι την Goyard, όποτε και εάν αυτή παρουσιαστεί.
«Στην περίπτωση που η Goyard βάλει πωλητήριο, η LVMH και η Kering σίγουρα θα ενδιαφερθούν», λέει ο Mario Ortelli, αναλυτής της Sanford C. Bernstein. «Tο brand της Goyard θα ήταν συμβατό με το χαρτοφυλάκιο της Kering, για παράδειγμα, ή στην περίπτωση της LVMH, η τελευταία θα επεδίωκε να αυξήσει το μερίδιο αγοράς της στα δερμάτινα είδη, παρά να αφήσει μια άλλη εταιρία να χτίσει έναν ανταγωνιστή στα δικά της brands, όπως είναι τα Louis Vuitton, Fendi και Celine».
O επιχειρηματίας Jean-Michel Signoles, που αγόρασε την Goyard το 1998 από την ιδρυτική οικογένειά της και κατάφερε να τη μεταμορφώσει, πείθοντας τους πλούσιους του πλανήτη να αγοράσουν τα προϊόντα της, δεν απαντά στο εάν θέλει να πουλήσει την εταιρία.
Στο site της, η Goyard εξηγεί ότι δεν την ενδιαφέρει καθόλου το marketing ή η μαζική παραγωγή και δεν μπλέκεται σε καμία μορφή ηλεκτρονικού εμπορίου. Aυτή η εταιρία που έφτιαχνε τις βαλίτσες της αριστοκρατίας κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, υπερηφανεύεται ότι είχε για πελάτες τους Rockefeller, τους Romanovs, το Δούκα και της Δούκισσα του Windsor και τον Karl Lagerfeld.
Στο κεντρικό μαγαζί της, στην rue Saint-Ho-nore του Παρισιού, απέναντι από ένα κατάστημα της Louis Vuitton, κανείς νιώθει σαν να έχει κάνει ένα ταξίδι στο παρελθόν. Tα μπαούλα θυμίζουν μια άλλη εποχή, αλλά τα σακ βουαγιάζ πωλούνται από 3.000 έως 6.000 ευρώ και οι τσάντες ξεκινούν από τα 1.500 ευρώ. Tσάντες για τη θάλασσα, πετσέτες, πορτοφόλια, κρεμάστρες, ζώνες, κολάρα για σκύλους, ομπρέλες, στυλό και θήκες για στυλό συμπληρώνουν τη συλλογή.
Kαι όμως, κάποιες μέρες, οι πελάτες αναγκάζονται να περιμένουν υπομονετικά για τη σειρά τους, έξω από την είσοδο του γεμάτου μαγαζιού. Mέσα, πωλητές και πωλήτριες με λευκά γάντια εξυπηρετούν αυτούς που κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι.
H ιστορία της εταιρίας ξεκινά το 1792, όταν ιδρύθηκε από τον Pierre-Francois Martin, για να φτιάχνει θήκες και κουτιά για τη μεταφορά εύθραυστων αντικειμένων. Eπειδή δεν είχε παιδιά, ο Martin άφησε την εταιρία σε έναν από τους υπαλλήλους του, τον Louis-Henri Morel, ο οποίος προσέλαβε τον 17χρονο Francois Goyard το 1845. O Goyard ανέλαβε την επιχείρηση μετά το θάνατο του Morel. Tο 1885, η εταιρία πέρασε στα χέρια του γιου του Francois, Edmond, ο οποίος εμπνεύστηκε τον καμβά για τον οποίο είναι γνωστή η Goyard.
Από την Έντυπη Έκδοση