Η Deutsche Bank, η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, αρνείται να πληρώσει στο αμερικανικό δημόσιο 14 δις δολάρια για υπόθεση ενυπόθηκων δανείων, που πυροδοτησαν την κρίση το 2008. Η επιθετική στάση της προκαλεί απορίες.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, μετά την VW, η αμερικανική κυβέρνηση έχει βάλει στο στόχαστρο τη Deutsche Bank. Το ποσό των 14 δις δολαρίων που ζητά το υπουργείο Δικαιοσύνης στην υπόθεση των ενυπόθηκων δανείων μειωμένης εξασφάλισης έχει ξεπεράσει και τις χειρότερες προσδοκίες. Γιατί ακούγεται πολύ συχνά, και όχι μόνο σε χρηματοπιστωτικούς κύκλους, η θεωρία ότι πίσω από το υπέρογκο αυτό ποσό διακινδυνεύονται τεράστια χρηματικά αλλά και πολιτικά συμφέροντα.
Μήπως οι αμερικανικές αρχές χτυπούν αλύπητα τη VW και τη Deutsche Bank; Μήπως έχουν βάλει στο μάτι ιδιαίτερα ευρωπαϊκές εταιρείες, διότι η ΕΕ συμπεριφέρεται σκληρά απέναντι σε αμερικανικούς κολοσσούς, όπως η Apple; «Δεν νομίζω ότι υπάρχει αντιγερμανικό κλίμα», υποστηρίζει ο Τζον Κόφε, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια μιλώντας στο γερμανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο. «Η αμερικανική κυβέρνηση δεν χαρίζεται ούτε σε εγχώριους κολοσσούς, όπως έχει φανεί από πολλές ανάλογες περιπτώσεις». Το μεγαλύτερο πρόστιμο για προβληματικούς τίτλους ενυπόθηκων δανείων, ύψους 17 δις δολαρίων, έχει καταβάλει η Bank of America. Στη Γερμανία επικρατεί η αντίληψη ότι η Deutsche Bank είναι έρμαιο εθνικών συμφερόντων. Κι αυτό γιατί η σκληρή στάση της αμερικανικής δικαιοσύνης εκδηλώθηκε αφότου η ΕΕ αποφάσισε να πληρώσει η Apple στην Ιρλανδία 13, δις δολάρια. «Υπάρχουν πολλοί στις αγορές που θεωρούν ότι πρόκειται για πράξη εκδίκησης για την Apple», λέει ο Ίνγκο Φρομ, αναλυτής από την Τράπεζα του κρατιδίου της Βάδης Βυρτεμβέργης στους Financial Times.
O καθηγητής Τζον Κόφε επιμένει ότι η υπόθεση έχει και μια πολιτική πτυχή, αλλά δεν αφορά σε διακρατικές σχέσεις. «Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης πρέπει να δείξει πυγμή απέναντι στον χρηματιστηριακό κλάδο την προεκλογική περίοδο», υπογραμμίζει. «Διότι με την επιτυχία του Μπέρνι Σάντερς, επικριτή των τραπεζών, η δικαιοσύνη βρίσκεται υπό την πίεση να δράσει επιδεικνύοντας σκληρή στάση. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον προκαλεί απορία το ότι η Deutsche Bank υιοθετεί επιθετικούς τόνους ρισκάροντας μια αντιπαράθεση με την αμερικανική δικαιοσύνη. Σε δελτίο τύπου ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να καταβάλει το υπέρογκο τίμημα των 14 δις δολαρίων. Η στάση της τράπεζας ξένισε πολλούς εμπειρογνώμονες. «Όταν βρίσκεται κανείς σε τέτοια κατάσταση δεν επιζητεί δημοσιότητα ούτε διαπληκτίζεται με υπηρεσίες», λέει ο Τζιμ Κράμερ, χρηματιστηριακός σχολιαστής. «Είναι καλύτερη η σιωπή, αυτό θα έπρεπε να το ξέρει η Deutsche Bank», τονίζει ο Κράμερ.
Ο καθηγητής στο Κολούμπια Τζον Κόφε συνιστά από τη μεριά του στην Τράπεζα να αφήσει το χρόνο να περάσει και μετά να συνεχίσει τις συζητήσεις για έναν ευνοϊκό διακανονισμό. Το επιβαρυντικό με τη Deutsche Bank είναι ότι έχει βαρύ φάκελο ποινών και κακό όνομα. Το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα θεωρείται στις ΗΠΑ ως προβληματική περίπτωση, δεδομένου ότι κάθε σκάνδαλο του κλάδου στο παρελθόν ήταν αναμεμειγμένο, ενώ παράλληλα έχει δείξει μέχρι στιγμής ελλιπή διάθεση για συνεργασία.