Τελειώνουν τα 15 λεπτά διασημότητας των κεντρικών τραπεζιτών
Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα πάψουν να έχουν το ρόλο του πρωταγωνιστή στην παγκόσμια οικονομία, προβλέπει ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Mark Carney. Για εκείνον, αυτή είναι μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη, καθώς οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο ξοδεύουν περισσότερα και στηρίζονται λιγότερο στη νομισματική πολιτική για να επιτύχουν υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης.
«Από πολλές απόψεις, βρισκόμαστε στα τελευταία δευτερόλεπτα των 15 λεπτών διασημότητας των κεντρικών τραπεζιτών. Και αυτό είναι καλό», είπε ο Carney σε συνέντευξη τύπου, χρησιμοποιώντας τη φράση που είχε πει ο Andy Warhol, σύμφωνα με την οποία ο καθένας μπορεί να γίνει διάσημος για 15 λεπτά.
Η Τράπεζα της Αγγλίας αναβάθμισε τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη του 2017-19, εν μέρει εξαιτίας της αύξησης των επενδύσεων για υποδομές που ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Philip Hammond. Ο Hammond εγκατέλειψε το στόχο του προκατόχου του, George Osborne, για δημοσιονομικό πλεόνασμα έως το 2019-20, ικανοποιώντας πολλούς οικονομολόγους, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο στόχος ήταν περιοριστικός για την οικονομία και υπονομευτικός για την ανάπτυξη, χωρίς να είναι αναγκαίος.
Άλλωστε, οι αγορές έχουν ενισχυθεί σημαντικά μετά την εκλογή του Donald Trump στις ΗΠΑ, το Νοέμβριο, εν μέσω προσδοκιών ότι ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα κάνει πράξη τις υποσχέσεις του για σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές και μειώσεις φόρων.
Η πρόβλεψη της Τράπεζας της Αγγλίας για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας αναβαθμίστηκε –όπως οι αντίστοιχες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του ΟΟΣΑ- λόγω των προσδοκιών για σημαντική δημοσιονομική χαλάρωση στις ΗΠΑ το 2017 και το 2018.
«Γενικά, πρόκειται για μια πολύ καλύτερη ισορροπία από το να σηκώνουν όλο το βάρος οι κεντρικές τράπεζες και η νομισματική πολιτική. Αυτό είναι θετικό», είπε ο Carney.
Αφότου έριξαν κρατικό χρήμα στις οικονομίες μετά την κρίση του 2008, οι κυβερνήσεις της Δύσης προχώρησαν ταυτόχρονα σε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή το 2010, εν μέσω ανησυχιών για την αύξηση των δημοσίων χρεών. Πλέον, αυτή η στροφή στη δημοσιονομική λιτότητα αντιμετωπίζεται ευρέως σαν ένα λάθος, που υπονόμευσε την ανάπτυξη και ανάγκασε τις κεντρικές τράπεζες να στηρίξουν τις οικονομίες μέσω της νομισματικής πολιτικής.
Οι ισολογισμοί της Τράπεζας της Αγγλίας, της Federal Reserve των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχουν γιγαντωθεί κοντά στο 20% του ΑΕΠ των οικονομιών αυτών, καθώς οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν ομόλογα στο πλαίσιο προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης (QE), για να στηρίξουν τη ζήτηση.
Ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ιαπωνίας ισοδυναμεί στο 70% του ΑΕΠ της χώρας και αναμένεται να συνεχίζει να διευρύνεται, καθώς η κεντρική τράπεζα προσπαθεί να επαναφέρει τον πληθωρισμό. Στην περίπτωση της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας, ο ισολογισμός της έχει ξεπεράσει το 90% του ΑΕΠ, λόγω των προσπαθειών της να δώσει τέλος στην ανατίμηση του ελβετικού φράγκου.
Από την έντυπη έκδοση