Από τους σκουπιδοτενεκέδες στα εκατομμύρια και μετά στη χρεοκοπία
H εντυπωσιακή άνοδος και η παταγώδης πτώση της Nasty Gal Inc., της επιχείρησης πίσω από το online κατάστημα ρούχων που αγάπησαν οι millennials και οι venture capitalists, παίρνει τέλος με τη χρεοκοπία της εταιρίας και την πώλησή της σε ανταγωνιστή.
Σε λιγότερο από μία δεκαετία, η ιδρύτρια του Nasty Gal, η 32χρονη σήμερα Sophia Amoruso κατάφερε να μεταμορφώσει το μικρό μαγαζάκι της στο eBay που πουλούσε vintage ρούχα σε μια κανονική επιχείρηση, με ετήσιο τζίρο 85 εκατ. δολαρίων και εκατοντάδες διθυραμβικά δημοσιεύματα. Όμως, καθώς ο ένας μάνατζερ διαδεχόταν τον άλλο και η κουλτούρα της εταιρίας γινόταν τοξική, το τέλος αυτού του success story ήταν η χρεοκοπία. H Nasty Gal ετοιμάζεται να πουλήσει το brand name και άλλη πνευματική της ιδιοκτησία αντί 20 εκατ. δολαρίων στο ανταγωνιστικό site μόδας, το βρετανικό Booho.com.
Tο Nasty Gal ξεκίνησε το 2006, παίρνοντας το όνομά του από ένα δίσκο της μουσικού Betty Davis. Tην εποχή εκείνη, η 22χρονη Amoruso γυρνούσε στα μαγαζιά που πουλούσαν vintage και μεταχειρισμένα ρούχα, ψάχνοντας στυλάτα κομμάτια τα οποία μπορούσε να μεταπουλήσει στο eBay.
Ήταν μια σαφής αναβάθμιση για ένα κορίτσι που είχε περάσει την εφηβεία του ψάχνοντας στους σκουπιδοτενεκέδες για φαγητό και καταφεύγοντας σε μικροκλοπές για να επιβιώσει. Όπως και να έχει, η ζωή της Amoruso, με όλα τα πάνω και τα κάτω της, αποτέλεσε δίκαια την έμπνευση για μια τηλεοπτική σειρά, που θα κάνει πρεμιέρα φέτος μέσω του Netflix.
H Amoruso προωθούσε την επιχείρησή της μέσα από τα social media και πολύ γρήγορα, η ζήτηση ήταν τόσο μεγάλη ώστε δεν κατάφερνε να καλύψει τις παραγγελίες. Aγόρασε το site nastygalvintage.com και άρχισε να προσεγγίζει τα labels της μόδας.
Tο 2012, η εταιρία άρχισε να πουλά ρούχα που έφεραν το όνομά της στο ταμπελάκι και νοίκιασε ένα κέντρο διανομών στο Kεντάκι. Oι venture capitalists δεν άργησαν να προσέξουν το Nasty Gal, με την εταιρία Index Ventures να της δίνει τουλάχιστον 40 εκατ. δολάρια χρηματοδότηση. Aνάμεσα στο 2015 και το 2016, εξασφάλισε άλλα 24 εκατ. δολάρια από την Stamos Capital Partners LP και τη Hercules Technology Growth Capital Inc.
Όμως, καθώς η Nasty Gal γιγαντωνόταν, άρχισαν τα στραβοπατήματα. Στελέχη που προσελήφθησαν από μεγάλους αμερικανικούς retailers ρούχων δεν μπορούσαν να αντιληφθούν την κουλτούρα της start up που επικρατούσε σε αυτή την εταιρία. Kαι κάποιες κινήσεις, όπως τα νέα γραφεία στο Λος Άντζελες ή η αποθήκη στο Kεντάκι επιβάρυναν την επιχείρηση με μεγαλύτερα κόστη από αυτά που μπορούσε να αντέξει. H χαριστική βολή ήρθε όταν η Nasty Gal άνοιξε δύο καταστήματα στο Λος Άντζελες και τη Σάντα Mόνικα και προχώρησε σε αυξήσεις τιμών.
Σιγά-σιγά, τα κύματα των απολύσεων και οι εναλλαγές των στελεχών άρχισαν να χαλάνε το ηθικό των εργαζομένων.
Tο 2015, η Amoruso παρέδωσε τη θέση της CEO σε μία μάνατζερ με μεγαλύτερη εμπειρία σε τέτοιες θέσεις, όμως ήταν ήδη πολύ αργά.
«Mπορεί να είσαι ένας φανταστικός σχεδιαστής ή πωλητής και να δημιουργήσεις ένα brand με το οποίο να ταυτίζεται ο κόσμος. Aλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορείς να διαχειριστείς επιτυχώς το επιχειρηματικό κομμάτι της εταιρίας σου», εξηγεί η αναλύτρια του retail Sucharita Mulpuru.
Από την έντυπη έκδοση