Ο Πάολο Μπαρίλα, αντιπρόεδρος της ομώνυμης εταιρείας παρασκευής ζυμαρικών μιλά για την επιτυχία της οικογενειακής επιχείρησης, το παρόν αλλά και το μέλλον του ιταλικού εθνικού φαγητού.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, όταν ρωτούν τον Πάολο Μπαρίλα ποιο είναι το αγαπημένο του φαγητό, αυτός απαντά σαν μικρό παιδί: μακαρόνια με σάλτσα ντομάτας. «Έχω αδυναμία στα ζυμαρικά. Τρώω μάλλον τα διπλάσια από τον μέσο Ιταλό», λέει ο αντιπρόεδρος του ιταλικού κολοσσού παραγωγής ζυμαρικών Barilla. Μαζί με τους δύο αδελφούς του, τον Λούκα και τον Γκουίντο, αποτελούν την τέταρτη γενιά της μεγαλύτερης εταιρείας παρασκευής ζυμαρικών παγκοσμίως.
Το γραφείο του στα κεντρικά της εταιρείας στην Πάρμα βρίσκεται σε ένα λιτό βιομηχανικό κτήριο στα προάστια της βορειοϊταλικής πόλης που είναι γνωστή κυρίως για το προσούτο και την παρμεζάνα της. Στους εσωτερικούς τοίχους της επιχείρησης κρέμονται αυθεντικά έργα διάσημων ζωγράφων, όπως του Πικάσο και του Μιρό. Η οικογένεια Μπαρίλα είναι από τις πλουσιότερες του κόσμου, έχοντας στην κατοχή της εδώ και γενιές μια σπουδαία συλλογή σύγχρονης τέχνης. Ο Πάολο Μπαρίλα, σήμερα 56 ετών, έγινε ενεργό μέλος της επιχείρησης μετά το τέλος της αθλητικής του καριέρας ως οδηγού της Φόρμουλα 1. Ο προπάππους του είχε ιδρύσει την εταιρεία πριν από 140 χρόνια ως κατάστημα άρτου και ζυμαρικών. Από τότε βρίσκεται -με ένα μικρό διάλειμμα τη δεκαετία του 1970- στην ιδιοκτησία της ομώνυμης οικογένειας. Σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό Forbes, τα τρία αδέλφια και η αδελφή τους Εμανουέλα κατέχουν έκαστος περιουσία αξίας 1,5 δις δολαρίων. «Είμαστε εξαιρετικά εύπορα αδέλφια, αλλά οι τραπεζικοί μας λογαριασμοί δεν είναι τόσο γεμάτοι επειδή όλα μας τα χρήματα διοχετεύονται στην εταιρεία», λέει ο Λούκα Μπαρίλα.
Εκτός από ζυμαρικά κάθε είδους και σχήματος, η Barilla παρασκευάζει ακόμη σάλτσες και προϊόντα άρτου, όπως ψωμί για τοστ, μπισκότα και φρυγανιές. Τα προϊόντα της εταιρείες δεν λείπουν σχεδόν από κανένα ιταλικό νοικοκυριό. Μετά την Ιταλία, η Γερμανία είναι σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας, η σημαντικότερη αγορά της στην Ευρώπη. Πέρσι ο τζίρος της ανήλθε παγκοσμίως σε 3,4 δις ευρώ, με το κέρδος να φθάνει τα 232 εκατομμύρια ευρώ.
Η τιμή των ζυμαρικών Barilla στη Γερμανία είναι συχνά τριπλάσια από τις φθηνές μάρκες, παρότι αυτές κερδίζουν ορισμένες φορές σε ποιοτικές συγκρίσεις. Ωστόσο, τα προϊόντα Barilla είναι εν μέρει και υπόθεση… ιταλικού πρεστίζ. Βεβαίως τα καθιερωμένα μακαρόνια από σιτάρι δεν αρκούν πλέον ούτε για τον ιταλικό κολοσσό. Έτσι και αυτός προσανατολίστηκε με βάση τις σύγχρονες διατροφικές τάσεις, προσθέτοντας στην παλέτα των προϊόντων του με επιτυχία και ζυμαρικά ολικής άλεσης και χωρίς γλουτένη. «Βεβαίως λαμβάνουμε υπόψιν μας αυτές τις μόδες, παρά το γεγονός ότι σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι υπερβολικές», σχολιάζει ο Πάολο Μπαρίλα.
Παρά το γεγονός ότι πολλές σημερινές δίαιτες συνιστούν τροφές χωρίς ή με ελάχιστους υδατάνθρακες, ο αντιπρόεδρος της Barilla δεν ανησυχεί για το μέλλον των πωλήσεων. «Οι υδατάνθρακες είναι θεμελιώδες και μεγάλο μέρος μιας υγιεινής διατροφής. (…) Τα ζυμαρικά έχουν ευοίωνο μέλλον μπροστά τους», σχολιάζει ο Πάολο Μπαρίλα. Κατά τη γνώμη του, το Α και το Ω για το μαγείρεμα ζυμαρικών είναι τα απλά και καλά υλικά. Σε καμία περίπτωση κέτσαπ ή υπερβολικό βράσιμο.
Προκειμένου να συντηρήσει τη φήμη του «Made in Italy», η Barilla έχει το κύριο εργοστάσιό της στην Ιταλία. Η οικογένεια δεν έχει καμία πρόθεση να εισαγάγει την εταιρεία των 8.400 εργαζομένων στο χρηματιστήριο. «Δεν χρειάζεται να κοιτάζουμε κάθε μέρα αν ανεβαίνει η πέφτει η τιμή της μετοχής», σχολιάζει ο Λούκα Μπαρίλα και προσθέτει: «Έτσι χάνεις τον έλεγχο και δεν είσαι πλέον ανεξάρτητος».