Βαριές κατηγορίες ανταλλάσουν στα δικαστήρια
Ανέβηκαν οι τόνοι κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στο Λουξεμβούργο όπου δικαστήριο εξετάζει την κατηγορία ότι Amazon βοηθήθηκε από την κυβέρνηση του Δουκάτου με ελάφρυνση φόρων ύψους 250 εκατομμυρίων ευρώ.
Η Amazon κατηγόρησε την Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ και ειδικότερα την επικεφαλής Μάργκαρετ Βεστάγιερ ότι ο ζήλος της να καταδικάσει την Amazon για φοροαποφυγή την κάνει απρόσεκτη με το αποδεικτικό υλικό.
Κατόπιν εμπεριστατωμένης έρευνας που δρομολογήθηκε τονΟκτώβριο του 2014, η Επιτροπή κατέληξε (2017) στο συμπέρασμα ότι με φορολογική απόφαση που το Λουξεμβούργο εξέδωσε το 2003 και παρέτεινε το 2011μειώθηκε ο φόρος που καταβάλλει η Amazon στο Λουξεμβούργο χωρίς βάσιμη αιτιολόγηση.
Η ακροαματική διαδικασία πυροδοτήθηκε όταν οι ρυθμιστικές αρχές της χώρας αποφάνθηκαν ότι η φορολογική συμφωνία της Amazon με το Λουξεμβούργο από το 2003 αποτελεί παράνομη κρατική ενίσχυση. Πρωθυπουργός τότε ήταν ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ.
Η «επιθυμία της ΕΕ» να δείξει ότι ένα φορολογικό σύμφωνο του 2003 έδωσε στην Amazon πλεονέκτημα την οδήγησε στην αποτυχία του καθήκοντος της να εμφανιστεί ως αμερόληπτη ρυθμιστική αρχή, δήλωσε ο Μισέλ Πετίτ, δικηγόρος της Amazon.
Η δικαστική διαμάχη είναι αποτέλεσμα της σκληρής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απέναντι σε αθέμιτες φορολογικές συμφωνίες που συνάπτουν κατά καιρούς εταιρείες – κολοσσοί του κόσμου με τα κράτη – μέλη της ΕΕ, με στόχο φοροαπαλλαγές.
Ένα προηγούμενο παράδειγμα, τον Αύγουστο του 2016, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ιρλανδία χορήγησε αθέμιτα φορολογικά πλεονεκτήματα έως 13 δισ. ευρώ στην Apple.