Η παγκόσμια οικονομική παραγωγή θα βρίσκεται το 2024 περί το 3% χαμηλότερα σε σχέση με το σημείο που θα βρισκόταν με βάση τις προ κορωνοϊού προβλέψεις, ωστόσο η μεσοπρόθεσμη επίπτωση της κρίσης του κορωνοϊού θα είναι μικρότερη από εκείνη της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008-09, τόνισε την Τετάρτη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Το Ταμείο σημειώνει ότι τα “σημάδια” στην παγκόσμια οικονομία δεν παύουν να είναι ουσιαστικά και σημαντικά, παρά το γεγονός ότι μια εξώθηση στα άκρα της πίεσης στο χρηματοοικονομικό σύστημα απεφεύχθη, λόγω των πρωτοφανών μέτρων δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής τα οποία ελήφθησαν διεθνώς.
Ο δρόμος προς την ανάκαμψη παραμένει γεμάτος προκλήσεις, ειδικά για χώρες με περιορισμένες δημοσιονομικές δυνατότητες, συμπληρώνει το ΔΝΤ, σε δημοσίευσή του σε ιστολόγιό του, με βάση τις αναθεωρημένες παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές του.
«Σε αντίθεση με εκείνο που συνέβη κατά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, οι αναδυόμενες αγορές και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αναμένεται να παρουσιάσουν βαθύτερες πληγές, με τις απώλειες να είναι μεγαλύτερες για τις χώρες χαμηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος», προβλέπει το Ταμείο.
Βαρύ πλήγμα για οικονομίες τουρισμού-εστίασης
Οικονομίες οι οποίες εξαρτώνται περισσότερο από τον τουρισμό ή διαθέτουν ευρύτερη έκθεση σε κλάδους όπως τα εστιατόρια και το λιανικό εμπόριο, θα δουν συγκριτικά μεγαλύτερες και πιο “επίμονες” απώλειες, συμπληρώνει.
Στο σχόλιο του Ταμείου αναφέρεται επίσης ότι η επίδραση της κρίσης του κορωνοϊού στην αγορά εργασίας πιθανόν να είναι μεγαλύτερη σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, καθώς κλάδοι της οικονομίας που απαιτούν πολύ υψηλή συγκέντρωση και κοντινή επαφή ανθρώπων μπορεί να συρρικνωθούν μόνιμα.
Τέλος, σημειώνεται ότι πιθανόν να υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας εάν η κυριαρχία λίγων εταιρειών σε ορισμένους κλάδους, που εντάθηκε λόγω της κρίσης του κορωνοϊού, μειώσει την ένταση του ανταγωνισμού.