Αυξημένες κατά 11,4% σε σχέση με πέρυσι ήταν οι ποσότητες του αργού πετρελαίου που εισήγαγε η Γερμανία κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του τρέχοντος έτους, με τον “λογαριασμό” όμως θα έχει σχεδόν διπλασιαστεί λόγω των υψηλότερων τιμών πώλησης του καυσίμου.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της υπηρεσίας εξωτερικού εμπορίου BAFA, η Ρωσία παρέμεινε ο κορυφαίος προμηθευτής της χώρας, με μερίδιο 29,7% επί των εισαγόμενων ποσοτήτων πετρελαίου τη συγκεκριμένη περίοδο.
Η Γερμανία, πάντως, παραμένει αποφασισμένη να εξαλείψει τις εισαγωγές αργού από τη Ρωσία, στο πλαίσιο των κυρώσεων που έχει επιβάλλει στη χώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση για την εισβολή της στην Ουκρανία, αρχής γενομένης από τον Δεκέμβριο, όπως μεταδίδει το Reuters.
Με βάση τα στοιχεία της BAFA, περίπου το 23,3% των εισαγόμενων ποσοτήτων πετρελαίου στο 8μηνο του έτους προήλθε από τη βρετανική και νορβηγική Βόρεια Θάλασσα, ενώ στο 15,9% κυμάνθηκαν οι εισαγωγές από χώρες μέλη του OPEC. Το υπόλοιπο ποσοστό καλύφθηκε από άλλες πηγές, όπως το Καζακστάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η BAFA δημοσιεύει στοιχεία για τις εισαγωγές με καθυστέρηση δύο μηνών, πράγμα που σημαίνει ότι η επίδραση των κυρώσεων και των ρωσικών αντιποίνων στις ροές ενέργειας καταγράφεται σταδιακά.
Συνολικά, η συνολική ποσότητα πετρελαίου που εισήγαγε η Γερμανία από τον Ιανουάριο έως τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους ανήλθε στα 57,9 εκατομμύρια τόνους, έναντι 51,9 εκατ. τόνων το αντίστοιχο διάστημα του 2021, σύμφωνα με τη BAFA.
Το κόστος προμήθειας ωστόσο αυξήθηκε στα 40,9 δισ. ευρώ, κατά 94,8% υψηλότερο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Η μέση τιμή που καταβλήθηκε ανά τόνο κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους ήταν αυξημένη κατά 74,7% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021, φθάνοντας στα 706,62 ευρώ, σύμφωνα με την BAFA.