ΤΟ DEAL ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΥΓΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ DT, T- MOBILE USA ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Telekom, Rene Obermann, πίστευε ότι αυτή θα ήταν η κίνηση ματ, που θα οδηγούσε τη μεγαλύτερη τηλεπικοινωνιακή της Ευρώπης στα περασμένα μεγαλεία της. Την άνοιξη, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να πουλήσει την αμερικανική θυγατρική κινητής τηλεφωνίας της, T-Mobile USA, στην AT&T, αντί 39 δισ. δολαρίων. Τα έσοδα από την πώληση δεν θα χρησιμοποιούνταν μόνο για τη μείωση του δανεισμού της εταιρείας. Θα τόνωναν τις δραστηριότητες του ομίλου στην Ευρώπη και στη Γερμανία και θα επέτρεπαν την επέκτασή του σε νέους τομείς και αγορές.
Ο Obermann ισχυριζόταν ότι εάν η συμφωνία προχωρούσε, θα άνοιγε μια νέα εποχή για τον όμιλο. Όμως, η νέα εποχή στην οποία εισήλθε η Deutsche Telekom είναι διαφορετική από εκείνη την οποία είχε φανταστεί. Και αυτό γιατί ο διευθύνων σύμβουλος της AT&T, Randall Stephenson, ανακοίνωσε από το Ντάλλας, στις 19 Δεκεμβρίου, ότι η σχεδιαζόμενη συμφωνία –μαμούθ δεν μπορούσε πλέον να διασωθεί.
Όπως εξήγησε ο Stephenson, οι αντιδράσεις των αμερικανικών εποπτικών αρχών ήταν πολύ ισχυρές. Πραγματικά, για εβδομάδες, Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούσαν ότι η συμφωνία θα επιδρούσε αρνητικά στους πελάτες των εταιρειών τηλεφωνίας στις ΗΠΑ. Η συγχώνευση των AT&T καιT-Mobile USA θα δημιουργούσε έναν κυρίαρχο παίκτη, με τη δυνατότητα να ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τις τιμές.
Όλες οι προσπάθειες των εταιρειών να αλλάξουν τη γνώμη των αρχών, έπεσαν στο κενό. Για τον Obermann και την εταιρεία του, η κατάρρευση ενός mega deal τόσων δισ. δολαρίων, αποτελεί πρωτοφανή καταστροφή. Ο Obermann, μιλώντας κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης με αναλυτές, εξήγησε ότι η DT ήταν προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις. Όμως, αυτοί που γνωρίζουν εξηγούν ότι ολόκληρη η στρατηγική του ομίλου είχε χτιστεί πάνω στην εκτίμηση ότι η αμερικανική θυγατρική θα πωλούνταν επιτυχώς.
Και αυτό γιατί παρά το ευρύ πρόγραμμα περικοπής κόστους, τα χρέη της Deutsche Telekom αυξήθηκαν από τα 40 δισ. ευρώ στα 43 δισ. ευρώ επί των ημερών του Obermann. Η μετοχή της εταιρείας, κοντά στα 9 ευρώ, έχει μείνει πίσω σε σχέση με τους βασικούς ανταγωνιστές. Και μάλιστα, η εταιρεία αρχίζει να χάνει το προβάδισμά της στην Ευρώπη, την ώρα που και στη γερμανική αγορά, τα μερίδιά της συρρικνώνονται.
Στο διεθνές σκηνικό, η DT αποδυναμώνεται. Ενώ ανταγωνιστές όπως η ισπανική Telefonica επιτυγχάνουν ισχυρή ανάπτυξη στη Ν. Αμερική, ο Obermann καλείται να αντιμετωπίσει τις αποτυχημένες επενδύσεις αξίας αρκετών δισ. ευρώ, τις οποίες κληρονόμησε.
Όσο για τη γερμανική αγορά, εκεί ο μάνατζερ αντιμετωπίζει πιέσεις από δύο πλευρές. Από τα η μία, βρίσκεται η βρετανική Vodafone, η οποία έχει επενδύσει πολλά δισ. για να αναβαθμίσει τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας της. Αυτό σημαίνει ότι σύντομα, η εταιρεία δεν θα χρειάζεται να μισθώνει γραμμές από την Deutsche Telekom. Αλλά και στην αγορά της σταθερής τηλεφωνίας, ένας μεγάλος ανταγωνιστής ετοιμάζει τη δική του επίθεση.
Την ίδια στιγμή, η Deutsche Telekom δεν εμφανίζεται εξίσου καινοτόμα. Το σχέδιό της για την επέκταση του σύγχρονου δικτύου οπτικών ινών της, καθυστερεί. Μικρή πρόοδος σημειώνεται και στην παρουσίαση νέων προϊόντων.
Έτσι, ο Obermann δεν έχει άλλη επιλογή από το να καταφύγει σε σχέδια που έχει εφαρμόσει και στο παρελθόν: Στην περικοπή του κόστους.