Κάτι βρωμάει στο City του Λονδίνου. Τους τελευταίους δύο μήνες, τρεις μεγάλες βρετανικές τράπεζες, οι οποίες επιβίωσαν σχετικά αλώβητες από τη χρηματοοικονομική κρίση, βυθίστηκαν σε σκάνδαλα που πλήττουν την ήδη κατεστραμμένη φήμη του βρετανικού τραπεζικού κλάδου.
Πρώτα, τον Ιούνιο, η Barclays πιάστηκε στο επίκεντρο ενός κυκλώματος που χειραγωγούσε το διατραπεζικό επιτόκιο Libor, με αποτέλεσμα να πέσουν τα κεφάλαια του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου της. Μετά, μία επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας επιτέθηκε στην HSBC, κατηγορώντας την ότι διαχειρίζεται τα χρήματα τρομοκρατικών οργανώσεων και κυκλωμάτων ναρκωτικών.
Το τελευταίο πλήγμα επήλθε όταν οι τραπεζικές εποπτικές αρχές της Νέας Υόρκης απείλησαν να ανακαλέσουν την άδεια της Standard Chartered στις ΗΠΑ, καθώς η τράπεζα βρέθηκε να παραβιάζει τους νόμους περί ξεπλύματος χρήματος, και μάλιστα σε μία υπόθεση που σχετίζεται με το Ιράν.
Τα πράγματα ήταν τόσο άσχημα, ακόμα και πριν από το σκάνδαλο της Standard Chartered, ώστε η βρετανική κυβέρνηση άνοιξε μία επίσημη έρευνα γύρω από την κουλτούρα του τραπεζικού κλάδου. Μάλιστα, έφερε έναν αρχιεπίσκοπο για να μιλήσει για την ηθική διάσταση του θέματος.
Μαζί με τη Νέα Υόρκη και το Χονγκ Κονγκ, το Λονδίνο αποτελεί ένα από τα κορυφαία χρηματοοικονομικά κέντρα του κόσμου. Όμως, η φήμη του πλήττεται τελευταία. Έως πρότινος, οι αρχές σκόπιμα εφάρμοζαν την πρακτική της light εποπτείας, προκειμένου να προσελκύσουν τράπεζες και χρηματοοικονομικές εταιρείες στο Λονδίνο. Όμως, μετά τη χρηματοοικονομική κρίση, η εποπτεία έγινε αυστηρότερη, τιμωρώντας πιο σκληρά το έγκλημα του λευκού κολάρου, τις περιπτώσεις insider trading και τις αθέμιτες πρακτικές στην πώληση χρηματοοικονομικών προϊόντων.
Τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα δεν βοηθούν τη φήμη των εποπτικών αρχών, που έχουν γίνει διεθνής περίγελος, εξηγεί ο Chirantan Barua, αναλυτής της Sanford C. Bernstein.
Η αλήθεια είναι ότι τράπεζες στις ΗΠΑ, την Ελβετία και αλλού έχουν βρεθεί στο επίκεντρο παρόμοιων ερευνών. Όμως, τα σκάνδαλα του City εκπλήσσουν για τη συχνότητά τους.
Τα στελέχη του τραπεζικού κλάδου αναγνωρίζουν ότι οι εξελίξεις αυτές αντιτάσσονται στην καμπάνια τους να αποτρέψουν την αυστηρότερη εποπτεία. «Συμβαίνουν με τέτοια συχνότητα ώστε δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για μεμονωμένο περιστατικό, για ένα μοναδικό χαλασμένο μήλο. Δείχνει σαν να υπάρχει ένα χαλασμένο μήλο σε κάθε βαρέλι», παραδέχεται ένας investment banker.
Όμως, τα προβλήματα της Standard Chartered, προκαλούν τη μεγαλύτερη ζημιά. Έως πρότινος, η τράπεζα θεωρούνταν υπόδειγμα υπεύθυνης συμπεριφοράς, και ο επικεφαλής της ήταν ένας από τους λίγους που δικαιούνταν να υπερασπίζονται τη χαλαρότερη εποπτεία. Είχε αποφύγει τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της κρίσης και ο CEO της, Peter Sands, απολάμβανε τέτοιου σεβασμού ώστε θεωρούνταν υποψήφιος για τη θέση του επόμενου διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας. «Η κουλτούρα μας και οι αξίες μας είναι η πρώτη και η τελευταία γραμμή άμυνάς μας», έλεγε ο τραπεζίτης.
Όμως, μετά, οι τραπεζικές αρχές της Νέας Υόρκης κατηγόρησαν την αμερικανική μονάδα της τράπεζας ότι από το 2001 έως το 2010 χειρίστηκε τουλάχιστον 250 δισ. δολάρια σε συναλλαγές με ιρανικές οντότητες.
Η Standard Chartered αρνήθηκε τις κατηγορίες, αλλά οι επενδυτές δεν έδειξαν να πείθονται, όπως φάνηκε από την κατακόρυφη πτώση στην τιμή της μετοχής της.
Τώρα, τα σκάνδαλα αυτά πλήττουν τη δυναμική του City. Η εικόνα των τραπεζιτών-τζέντλεμαν έχει χαθεί για πάντα.