Αντιμέτωπη με μεγάλα προβλήματα βρίσκεται η ιταλική τράπεζα Μοnte dei Paschi di Siena (MPS), η παλαιότερη στον κόσμο και τρίτη σε μέγεθος ενεργητικού στη χώρα, μετά την αποκάλυψη περί «κρυφής» αγοράς παραγώγων στο παρελθόν που η διοίκησή της ανέφερε ότι μόλις πρόσφατα ανακάλυψε.
Πριν από τρία χρόνια ο πρώην πρόεδρός της MPS Τζουσέπε Μούσαρι συμφώνησε με την ιαπωνική τράπεζα Νomura για ανταλλαγή τραπεζικών προϊόντων υψηλού ρίσκου, παραγώγων, με στόχο να μπορεί να επιτευχθεί απόκρυψη παθητικού για μια σειρά ετών.
Λίγο πριν από τα τέλη του 2012, ο νέος πρόεδρος της τράπεζας της Σιένα, Αλεσάντρο Προφούμο, ανακάλυψε την συμφωνία αυτή σε θυρίδα ασφαλείας της MPS και πληροφόρησε αμέσως τους εισαγγελείς.
«Η ιαπωνική περιπέτεια δεν ήταν η μόνη. Νωρίτερα, η Monte dei Paschi είχε δείξει και πάλι προτίμηση σε τίτλους υψηλού κινδύνου, μαζί με την Deutsche Bank, με αρνητική έκβαση της προσπάθειας», μετέδωσε το δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο Rai Tre.
Η Μόντε Πάσκι, ήδη μια από τις τράπεζες με τη χαμηλότερη κεφαλαιοποίηση στην Ευρώπη, είχε αναγκαστεί πέρυσι να ζητήσει κεφαλαιακή ενίσχυση 3,9 δισεκ. ευρώ από το κράτος για να καλύψει μια «τρύπα» που προέκυψε από την κακή έκβαση των επενδύσεών της.
Η συναλλαγή με τη Νομούρα, αναφέρει η εφημερίδα La Repubblica, είχε βαπτισθεί «επιχείρηση Σαντορίνη», από το ενεργό ηφαίστειο της Θήρας.
Ο Μούσαρι αποφάσισε χθες να παραιτηθεί από την προεδρία της ABI, της Ένωσης Ιταλικών Τραπεζών. «Δεν παραβίασα ποτέ τον νόμο, αλλά αποχωρώ για να μην δημιουργήσω προβλήματα στην τραπεζική ένωση της χώρας», ανέφερε στην επιστολή της παραίτησής του.
Το 2007 η Μόντε Πάσκι προχώρησε στην εξαγορά της τράπεζας Antonveneta από την ισπανική Santander έναντι τιμήματος που πιστεύεται ότι ξεπερνούσε κατά πολύ την πραγματική της αξία. Η δικαιοσύνη ερευνά εδώ και καιρό την υπόθεση αυτή.
H MPS λόγω και των συνεπειών της διεθνούς οικονομικής κρίσης, για να αποφύγει την χρεοκοπία θα πρέπει να ζητήσει εκ νέου κρατική στήριξη: η συνέλευση των μετόχων της αναμένεται να δώσει αύριο το πράσινο φως για μια μεγάλη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, με το ιταλικό δημόσιο να αγοράζει τις καινούριες μετοχές της τράπεζας, ύψους τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ, προβαίνοντας ουσιαστικά σε δανεισμό της (με επιτόκιο 9%).
«Μπορούμε να απορροφήσουμε τις αρνητικές συνέπειες που προέκυψαν από τις ανταλλαγές παραγώγων», ανέφερε η νέα διοίκηση της τράπεζας. Όμως η μετοχή της Μόντε Πάσκι στο χρηματιστήριο του Μιλάνου υπέστη απώλειες 7% σήμερα.
Στο μεταξύ η υπόθεση προκαλεί και πολιτικές αντεγκλήσεις. Ο υπουργός Οικονομικών Βιτόριο Γκρίλι, δηλώνει ότι οι έλεγχοι έπρεπε να διενεργηθούν από την Τράπεζα της Ιταλίας και όχι από ιθύνοντες του υπουργείου του. Παράλληλα μέρος του Τύπου που πρόσκειται στην δεξιά υπενθυμίζει ότι η MPS, που χρηματοδοτεί αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες στην περιοχή Σιένα διατηρεί στενές σχέσεις με την κεντροαριστερή τοπική αυτοδιοίκηση.
«Ας μην αστειευόμαστε, είναι άλλο οι τράπεζες κι άλλο η πολιτική. Είναι όμως βέβαιο ότι οι έλεγχοι πρέπει να αυξηθούν», είπε ο Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι, υποψήφιος πρωθυπουργός της κεντροαριστεράς.
Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, η υπόθεση της Μόντε Πάσκι θα αποτελέσει ένα από τα θέματα της πολιτικής αντιπαράθεσης έως και τις εκλογές της 24ης Φεβρουαρίου.